Δύσκολα θα βρεθεί άνθρωπος που αγαπάει τα κίτρινα τυριά και δεν είναι φαν του πεκορίνο. Επειδή εμείς, η παρέα του ταξιδιού της Τοσκάνης, αποδειχτήκαμε όλοι φίλοι του φημισμένου αυτού πρόβειου Ιταλικού τυριού, το επισκεφτήκαμε στην πατρίδα του, την όμορφη Pienza. Πρόκειται για μία αναγεννησιακή πόλη που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο διάσημες για τα κρασιά τους πόλεις της Τοσκάνης, το Montalcino και το Montepulciano. Περιτριγυρισμένη από καταπράσινα λιβάδια και βοσκοτόπια, η Pienza θεωρείται η πατρίδα του πεκορίνο της Τοσκάνης (Pecorino Toscano).
Οικοδεσπότες μας στην επίσκεψη γνωριμίας με το πεκορίνο της Τοσκάνης ήταν σε αυτό το ταξίδι οι ιδιοκτήτες του τυροκομείου Gugusi, που είναι μικρό και παραδοσιακό, αλλά από τα πιο φημισμένα της περιοχής. Το τυροκομείο αυτό έχει δικά του πρόβατα και βοσκοτόπια και παράγει πεκορίνο διαφόρων στυλ, καθώς και Ricotta, το λευκό μαλακό Ιταλικό τυρί που μοιάζει (αλλά κατ' εμέ είναι πολύ πιο γευστικό) στο cottage cheese. Το τυροκομείο Gugusi ιδρύθηκε το 1960 και μέχρι σήμερα φημίζεται για την ποιότητα αλλά και τη γεύση των τυριών του.
Μαζί με τους ιδιοκτήτες δοκιμάσαμε 5 διαφορετικούς τύπους πεκορίνο, τα οποία συνοδεύσαμε με κρασί, καθώς και με ειδικές μαρμελάδες και confit. Ξεκινήσαμε με το φρέσκο πεκορίνο (Il Fresco), ένα απίστευτα γευστικό μαλακό κίτρινο τυρί με πικάντικη γευση. Το φρέσκο πεκορίνο δεν εξάγεται, καθώς έχει διάρκεια ζωής κάτι παραπάνω από μία εβδομάδα. Ωριμάζει για 15 ημέρες και τρώγεται σκέτο με λευκό κρασί ή ελαφρά ψημένο, πάνω σε ψωμί. Συνεχίσαμε με το ημι-παλαιωμένο πεκορίνο (Il Semistagionato), το οποίο ωριμάζει για 2-3 μήνες. Χαρακτηριστική είναι η "φλούδα" του, η οποία έχει περαστεί με πηχτό πελτέ ντομάτας, για αυτό και, όχι μόνο τρώγεται, αλλά είναι και ιδιαίτερα γευστική. Εμείς μάλιστα την δοκιμάσαμε μαζί με ένα απίστευτα νόστιμο confit από γλυκό κόκκινο κρεμμύδι και ήταν απλά μαγικό! Στη συνέχεια δοκιμάσαμε το Pecorino Gran Riserva, που οι ίδιοι οι παραγωγοί αποκαλούν τον "Πρίγκηπα" των τυριών. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά νόστιμο τυρί που παλαιώνει για περίπου 2 χρόνια, ωστόσο η φλούδα του περνιέται τακτικά με ελαιόλαδο για να μη χάνει την ελαστικότητά της. Με τον τρόπο αυτό το τυρί, παρότι μακράς παλαίωσης, παραμένει όμορφα νωπό στο κέντρο του. Εν τω μεταξύ, πρέπει να σας πω ότι η βελούδινη μαρμελάδα αχλάδι με την οποία το συνδυάσαμε το απογείωσε! Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασαν και τα 2 "ζυμωμένα" πεκορίνι (I Pecorini Fermentati) που δοκιμάσαμε. Τα τυριά αυτά λέγονται έτσι επειδή κατά τους τελευταίους μήνες της ωρίμανσής τους κλείνονται σε ένα μεγάλο πήλινο κιούπι, όπου και ζυμώνονται. Η διαδικασία αυτή δίνει μία ιδιαίτερη, πικάντικη νότα στη γεύση του τυριού. Εμείς δοκιμάσαμε ένα πεκορίνο ζυμωμένο σε φύλλα καρυδιάς - και αυτό το "nuttiness" έβγαινε εμφανώς στο στόμα - καθώς και ένα άλλο που ζυμώθηκε σε οινολάσπες από το περίφημο κρασί της ευρύτερης περιοχής Vino Nobile de Montepulciano, και αυτός είναι ο λόγος που ονομάζεται Ubriaco, δηλαδή "μεθυσμένο"!...
Δοκιμάσαμε όμως και τη Ricotta του τυροκομείου. Το τυρί αυτό παράγεται από το τυρόγαλο που περισσεύει από την παρασκευή του πεκορίνο, μία πρώτη ύλη που μέχρι πρότινος - πριν η Ricotta γίνει μόδα - θεωρούνταν "απομεινάρι" και πετιόταν. Εγώ οφείλω να ομολογήσω ότι στο παρελθόν δεν είχα την Ricotta σε ιδιαίτερη εκτίμηση, καθώς την θεωρούσα άνοστη. Οι Gugusi όμως μου άλλαξαν πανηγυρικά τη γνώμη, και από εδώ και πέρα θα την αναζητώ. Δεν ξέρω βέβαια αν στην εντύπωσή μου αυτή έπαιξε ρόλο το όλο ειδυλλιακό σκηνικό, η γενικότερη καλή διάθεση της παρέας κατά την διάρκεια της επίσκεψης και της γευσιγνωσίας, ή ο συνδυασμός της Ricotta με την "άπαιχτη" μαρμελάδα δαμάσκηνο που παράγει η περιοχή, από την γηγενή ποικιλία δαμάσκηνου Coscia di Monaca, που σημαίνει... το μπούτι της καλόγριας!...
Η επίσκεψή μας στο τυροκομείο Gugusi ήταν ενδιαφέρουσα και άκρως απολαυστική, γι αυτό και κανείς στο τέλος δεν ήθελε να φύγει! Για να μπείτε λίγο στο πνεύμα της παραγωγής, αλλά και της γευσιγνωσίας του Pecorino Toscano και των διαφορετικών του μορφών, μπορείτε να δείτε το παρακάτω βιντεάκι, που οι Gugusi είχαν την καλοσύνη να μου δώσουν. Βεβαια είναι στα Ιταλικά, αλλά είμαι σίγουρος ότι - ακόμα και για όσους δεν κατέχουν τη γλώσσα - οι εικόνες μιλούν από μόνες τους!...
Είναι από αυτές τις περιπτώσεις που γυρνάς από ένα αξέχαστο ταξίδι και σε πιάνει μελαγχολία, σε σημείο που τελικά αναρωτιέσαι πώς βρήκες το κουράγιο να φύγεις...
Το τελευταίο ταξίδι στην Τοσκάνη ήταν κάπως έτσι. Κι αυτό όχι μόνο επειδή περιελάμβανε πανέμορφα μέρη και τοπία, επισκέψεις σε απίστευτα οινοποιεία, δοκιμές ορισμένων από τα κορυφαία κρασιά του (παλαιού) κόσμου, και γεύματα σε εξαιρετικά εστιατόρια με πρωτόγνωρες γεύσεις. Όχι, το κύριο συστατικό της επιτυχίας αυτού του ταξιδιού ήταν η παρέα, η οποία ήταν εκπληκτική.
Επειδή λοιπόν υπάρχει πολύς κόσμος που ξέρω (και ακόμα περισσότερος που δεν ξέρω) που θέλει να ζήσει μία αξέχαστη οινοτουριστική εμπειρία στην Τοσκάνη, έκατσα και σχεδίασα ένα ταξιδιωτικό πρόγραμμα από την πλευρά του οινοτουρίστα και (φανατικού) οινόφιλου, και ζήτησα από την τελευταία τάξη του Σεμιναρίου Απόλαυσης του Κρασιού (συν τους συνοδούς τους και κάποιους ακόμα φίλους) να συμμετάσχουν πιλοτικά στην παρθενική του διεξαγωγή.
Όσο κι αν προσπαθούσα να σας το περιγράψω, νομίζω ότι θα αδικούσα την εμπειρία που ζήσαμε. Βλέπετε "μοιράσαμε" τη διαμονή μας ανάμεσα στην πανέμορφη μεσαιωνική Σιένα και στην αυθεντική ύπαιθρο του Chianti Classico, επισκεφτήκαμε μία μεγάλη γκάμα οινοποιείων της ευρύτερης περιοχής - από το πιο παραδοσιακό ως το πιο υπερσύγχρονο - μάθαμε πως γίνεται το τοπικό Pecorino Toscano στην πατρίδα του, την Pienza, και κάναμε γευσιγνωσία σε διάφορους τύπους του, σε ένα από τα πιο γνωστά τυροκομεία της περιοχής, και βέβαια φάγαμε εξαιρετικά - άλλες φορές μέσα στα ίδια τα οινοποιεία, άλλες φορές σε μοντέρνες Enoteche, άλλες φορές σε εξοχικές ταβέρνες στο πουθενά, και μία φορά και σε ένα εστιατόριο με ένα αστέρι Michelin, έτσι για αλλαγή. Αλλά πάνω από όλα γελάσαμε και το ευχαριστηθήκαμε πραγματικά... Μέσα στις επόμενες ημέρες θα ασχοληθώ αρκετά και σε βάθος με κάποια από τα πράγματα που είδαμε και γνωρίσαμε στο ταξίδι αυτό. Σε πρώτη φάση όμως θέλω να σας βάλω στο κλίμα της παρέας μας με μερικές πρώτες φωτογραφίες.
Το ταξίδι αυτό θα επαναληφθεί. Όπως είπαμε, μου το έχει ζητήσει πολύς κόσμος επανειλημένως. Το μόνο που εύχομαι είναι να περνάμε κάθε φορά καλύτερα από την προηγούμενη!...
... θα ήταν μία αφελής ερώτηση που θα μπορούσε να μου κάνει κάποιος. Ε, λοιπόν όχι, δεν την βαριέμαι με τίποτα την Τοσκάνη, και δεν νομίζω ότι θα μπορούσα ποτέ να την βαρεθώ!
Για του λόγου το αληθές, ξαναφεύγω αύριο, για ένα ταξίδι-προσκύνημα στα βασικά "λημέρια" του αγαπημένου μου Sangiovese - στο Montalcino, στο Chianti Classico και στο Montepulciano.
Θα έχω, βεβαίως, μαζί μου laptop, κάμερες, κλπ, αλλά δεν υπόσχομαι για ενημέρωση αυτής της σελίδας, καθότι το πρόγραμμα είναι ιδιαίτερα φορτωμένο (με την καλή έννοια όμως, δεν παραπονιέμαι κιόλας...). Όπως φαντάζεστε πάντως, θα επιστρέψω με μπόλικο (και ελπίζω όπως πάντα καλό) υλικό.
Σας αφήνω με τις ευχές μου για την αυριανή εθνική επέτειο, και με τις οινικές μου προτάσεις για το Ανοιξιάτικο τραπέζι, όπως δημοσιεύτηκαν σήμερα στο In2Life, που θα βρείτε κάνοντας κλικ σε αυτό εδώ το link.
Λοιπόν είμαι πανευτυχής γιατί εδώ και λίγο καιρό διανέμεται και στην Ελλάδα το Ιταλικό περιοδικό Gambero Rosso, και μάλιστα και στην Αγγλική του έκδοση. Για όσους δεν γνωρίζουν, το Gambero Rosso (που σημαίνει "κόκκινη γαρίδα" - πρωτότυπο όνομα για περιοδικό) είναι η βίβλος της Ιταλικής οινογαστρονομίας. Κάθε τεύχος παρουσιάζει πρώτες ύλες, εστιατόρια, περιοχές, κρασιά αλλά και συνταγές που αντικατοπτρίζουν την γεύση της Ιταλίας από άκρη σε άκρη. Το Gambero Rosso κυκλοφορεί στα περίπτερα που φέρνουν συνήθως ξένα περιοδικά κρασιού και γαστρονομίας, καθώς και στα βιβλιοπωλεία και τα newsstands Ελευθερουδάκης. Το αγγλόγλωσσο Gambero Rosso κυκλοφορεί κάθε τρεις μήνες και κάθε τεύχος κοστίζει €6,90.
Αυτό βέβαια που δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να βρει στην Ελλάδα είναι ο ετήσιος οδηγός οίνου Vini d' Italia που εκδίδει κάθε χρόνο το Gambero Rosso, και ο οποίος αποτελεί το απόλυτο εργαλείο κάθε φίλου του Ιταλικού κρασιού. Στις σελίδες του αναλύονται και βαθμολογούνται οινοποιεία και κρασιά από όλη σχεδόν την Ιταλία (η τελευταία έκδοση περιλαμβάνει 2.250 παραγωγούς και 18.000 ετικέτες). Κάθε χρόνο όλη η Ιταλία περιμένει ποια κρασιά θα λάβουν την ανώτατη τιμητική διάκριση του Gambero Rosso - τα φημισμένα 3 ποτήρια (tre bicchieri), για να πάρουν τη θέση τους ανάμεσα στην αφρόκρεμα του Ιταλικού κρασιού.
Ο οδηγός του 2009, τον οποίο προμηθεύτηκα στην Ιταλία κατά το τελευταίο μου ταξίδι, περιλαμβάνει 339 ετικέτες που έλαβαν 3 ποτήρια από το Gambero Rosso. Προφανώς είναι πολλές για να σας τις απαριθμήσω όλες, μπορώ όμως εύκολα να σας πω, για παράδειγμα, ποια είναι τα Τοσκανέζικα κρασιά που έλαβαν tre bicchieri φέτος και (υπό ιδανικές συνθήκες) τα οποία οι φίλοι του Ιταλικού κρασιού μπορούν να προμηθευτούν και στην Ελλάδα από μεγάλες κάβες και ειδικευμένους εισαγωγείς (αναγράφονται όπου είναι συγκεκριμένοι). Πρόκειται για τις ετικέτες: Sassicaia 05, Ornellaia 05 (Οινόκοσμος/ΚΥΛΙΞ), Camartina 05 από το οινοποιείο Querciabella (Qualité, Πλατεία Μαβίλη), Riserva Ducale Oro 04 από το Κτήμα Tenimenti Ruffino, Fontalloro 05 από το κορυφαίο οινοποιείο Fattoria di Felsina, I Sodi di San Nicolo 04 από το οινοποιείο Castellare di Castellina (ΑΙΟΛΟΣ), Mormoreto 05 από τον Marchesi de Frescobaldi (ΔΗΜΗΤΕΡ/Wine Garage), Pietradonice 05 από το οινοποιείο Casanova di Neri, Rocca di Frassinello 06 (ΑΙΟΛΟΣ), Siepi 05 από το Castello di Fonterutoli (Οινόκοσμος/ΚΥΛΙΞ), και Tignanello 05 από τον Marchesi Antinori (ΓΕΝΚΑ/Cellier).
Το Gambero Rosso πάντως έχει και πολύ καλή παρουσία στο Internet, την οποία αξίζει να παρακολουθείτε και να συμβουλεύεστε τακτικά. Θα την βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.gamberorosso.it.
Η "Costa" (ή αλλιώς η Ακτή) στην Τοσκάνη, είναι μία από τις πιο γνωστές οινοπαραγωγικές ζώνες της περιοχής. Εκτείνεται γύρω από τη μικρή μεσαιωνική καστρόπολη Bolgheri (προφέρεται Μπόλγκερι), σε υψόμετρο που ανέρχεται γύρω στα 100 μέτρα. Από το Bolgheri ξεκίνησε η φημισμένη επανάσταση των Super Tuscans, των κρασιών δηλαδή που εξ αρχής δεν οινοποιήθηκαν με βάση τους απηρχαιωμένους νόμους της εποχής. Κι όλα αυτά, επειδή μία πολύ σημαντική φιγούρα της περιοχής, ο Μαρκήσιος Incisa della Rocchetta, δεν ήταν ικανοποιημένος με το κρασί που παραδοσιακά έδινε η περιοχή με βάση το Sangiovese, και αποφάσισε, στις αρχές της δεκαετίας του 60, να καλλιεργήσει αντ' αυτού Γαλλικές ποικιλίες, και κατά κύριο λόγο Cabernet Sauvignon. Τα κρασιά του Μαρκησίου από το Κτήμα (Tenuta) San Guido στο Bolgheri, κυκλοφόρησαν ως Επιτραπέζιοι Οίνοι, καθώς προέκυπταν από μη επιτρεπόμενες ποικιλίες της περιοχής, ωστόσο έγιναν ανάρπαστα, λόγω της απίστευτης ποιότητάς τους. Ειδικά δε το περίφημο Sassicaia, το οποίο έχει πολλάκις θεωρηθεί το κορυφαίο κρασί στον κόσμο, θεωρήθηκε εξ αρχής θρυλικό και από τότε είναι σπάνιο και πανάκριβο. Χάρη (και) σε αυτό το κρασί, η περιοχή του Bolgheri, δίνει σήμερα κρασιά από διεθνείς ποικιλίες, με Ονομασία Προέλευσης Ελεγχόμενη (DOC), ενώ πριν από αρκετά χρόνια ήταν απλά γνωστή για τα φτηνά ροζέ επιτραπέζια κρασιά της από Sangiovese.
Αυτά για την ιστορία. Εμείς σήμερα επισκεφτήκαμε ένα μικρό αλλά ιδιαίτερα ποιοτικό οινοποιείο της περιοχής, το Grattamacco. Το συγκεκριμένο οινοποιείο ήταν το 4ο που ξεκίνησε στην περιοχή, μετά τα "ιερά τέρατα" που ακούν στα ονόματα Sassicaia, Ornellaia, και Guado al Tasso (Antinori).
Παρεμπιπτόντως μπορούμε να αισθανόμαστε περήφανοι εμείς οι Έλληνες, καθώς το σύνηθες δεύτερο συνθετικό των ονομάτων των γνωστότερων Κτημάτων της περιοχής (σχεδόν όλα τελειώνουν σε -aia) προέρχεται - ίσως λόγω των Ετρουσκικών καταβολών των Τοσκανέζων - από την Αρχαία Ελληνική λέξη "γαία". Έτσι, εικάζω ότι Sassicaia σημαίνει "Γη της Πέτρας", λόγω του πετρώδους εδάφους στο συγκεκριμένο μέρος (η πέτρα στα Ιταλικά λέγεται "sasso"). Κλείνει η παρένθεση και επιστρέφουμε στο Grattamacco, που βρίσκεται σε μία καταπράσινη, πανέμορφη πλαγιά. Περιηγηθήκαμε ανάμεσα στα αμπέλια και νιώσαμε τον δροσερό, ιδιαίτερα ευεργετικό για το κλήμα, αέρα που φυσάει στην περιοχή από τη θάλασσα τις 300 από τις 365 μέρες του χρόνου. Το οινοποιείο, χωρίς να έχει κάτι το εντυπωσιακό, είναι νοικοκυρεμένο και λειτουργικό. Τα δε κρασιά του είναι πολύ ποιοτικά, ξεκινώντας από το λευκό Gratamacco Bianco 2006 (Bolgheri DOC) ένα κομψό κρασί από 100% Vermentino που έχει περάσει κατά το ήμισυ από βαρέλι για 6 μήνες, και χαρακτηρίζεται από φρέσκα αρώματα και όμορφη οξύτητα, κι ας έχει αλκοολικό βαθμό 14%. Βεβαίως το Κτήμα φημίζεται περισσότερο για τα ερυθρά του, και αυτό είναι απόλυτα δικαιολογημένο. Τόσο το "φτηνό" Bolgheri Rosso DOC 2006 (50% Cabernet Sauvignon, 30% Sangiovese και 20% Merlot), όσο και το "μεσαίο" L'Alberello 2005 (70% Cabernet Sauvignon, 25% Cabernet Franc και 5% Petit Verdot), είναι απολαυστικά ερυθρά με καλή αρωματική πολυπλοκότητα, όμορφη οξύτητα, και ευγενείς τανίνες.
Εκεί βέβαια που τα σχόλια περιττεύουν είναι στο κορυφαίο ερυθρό κρασί του Κτήματος, το ομώνυμο Grattamacco 2005, ένα Bolgheri Superiore DOC από χαρμάνι 65% Cabernet Sauvignon, 20% Merlot και 15% Sangiovese. Το κρασί αυτό έχει παλαιώσει 18 μήνες σε δρύινο βαρέλι (νέας και παλαιάς χρήσης), έχει αλκοολικό τίτλο 13.5% και η λιανική του τιμή στην Ιταλία ξεκινάει από τα €45. Το Grattamacco 2005 είναι η επιτομή της φινέτσας και της ισορροπίας, και αιτιολογεί περίτρανα την φήμη των κρασιών της Τοσκανέζικης ακτής. Εγώ το έχω ήδη κατατάξει, χωρίς κανένα δισταγμό, ανάμεσα στα κορυφαία κρασιά που δοκίμασα σε αυτό το ταξίδι.
Η συνέχεια της ημέρας εξελίχθηκε στο εστιατόριο του Ugo, που βρίσκεται στη γραφική πόλη Castagneto Carducci, στην κορυφή ενός από τους αρκετούς λόφους της περιοχής. Εδώ, με θέα όλη την περιοχή, τη θάλασσα, μέχρι και το περίφημο νησί της Elba, φάγαμε, αφού πρώτα δοκιμάσαμε τα 15 κρασιά της ζώνης του Bolgheri που βραβεύτηκαν πρόσφατα στον τοπικό διαγωνισμό οίνου της Τοσκάνης. Κοινά χαρακτηριστικά των περισσότερων από αυτά ήταν τα διακριτικά αρώματα, οι αρκετά δυνατές τανίνες και το υψηλό αλκοόλ που συχνά ξεπερνάει το 14%. Από όλα εγώ ξεχώρισα δύο, το Acciderba 2005 του οινοποιείου Serni Fulvio Luigi (συμπτωματικά ήταν το μόνο κρασί από όλη την ομάδα το χαρμάνι του οποίου περιέχει Sangiovese), καθώς και το I Castagni 2003 από τον τοπικό παραγωγό Michele Satta, ένα πολύ ενδιαφέρον κρασί από χαρμάνι 70% Cabernet Sauvignon, 20% Syrah και 10% Teroldego - το συγκεκριμένο κρασί, βέβαια, είχε ένα ξεκάθαρο πλεονέκτημα κομψότητας και "στρογγυλάδας" σε σχέση με τα άλλα, λόγω παλαιότητας. Ενδιαφέρον είχε, τέλος, και το μοναδικό ροζέ της ομάδας, επίσης από το οινοποιείο του Michele Satta. Το Bolgheri Rosato 2007 ήταν ένα χαρμάνι από 70% Sangiovese, 20% Cabernet Sauvignon και 10% άλλες τοπικές ποικιλίες. Πολύ κοντά στα δικά μας ροζέ, είναι ένα φρέσκο, αρωματικό και δροσιστικό κρασί, με αλκοολικό τίτλο 13% αλλά και μπόλικα υπολειπόμενα σάκχαρα, σε σημείο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ημίξηρο. Μπορώ πάντως να το φανταστώ να ταιριάζει τέλεια με τα μαλακά κίτρινα τυριά της περιοχής, καθώς και κάποια λαδερά με ελαφριά κόκκινη, σάλτσα, όχι πολύ διαφορετικά από τα αντίστοιχα δικά μας.
Τέλος, αξίζει να αναφερθώ στο εστιατόριο του Ugo, το οποίο με Ελληνικά στάνταρντς είναι μία απλή αλλά καλή επαρχιακή ταβέρνα με την γνώριμη σε εμάς ξύλινη καρέκλα με ψάθινο κάθισμα και τον λιτό επαρχιακό διάκοσμο (καταλαβαίνετε το στυλ που εννοώ...). Εδώ λοιπόν οι σπεσιαλιτέ το χειμώνα είναι τα πλούσια κρέατα όπως αγριογούρουνο, λαγός, αγριοπερίστερο και βέβαια χοιρινό, μοσχάρι, αλλάντικά και λουκάνικα (παρακάτω βλέπετε μεταξύ άλλων την όμορφη ποικιλία τοπικών αλλαντικών που δοκιμάσαμε, καθώς και τις νοστιμότατες παπαρδέλες με σάλτσα από κρέας αγριογούρουνου). Το καλοκαίρι το μενού αλλάζει και κυριαρχείται από φρέσκο ψάρι και θαλασσινα (βρισκόμαστε, άλλωστε, όχι παραπάνω από 5 χιλιόμετρα από τη θάλασσα). Εκεί όμως που θα σταθώ (για άλλη μία φορά) είναι η λίστα των κρασιών αυτής της ΤΑΒΕΡΝΑΣ, που περιλαμβάνει γύρω στις 300 ετικέτες κρασιών από το Bolgheri, αλλά και τις περισσότερες από τις υπόλοιπες οινοπαραγωγικές ζώνες της Τοσκάνης, ξεκινώντας από απλά, φτηνά και καθημερινά κρασιά και φτάνοντας μέχρι μεγάλες, συλλεκτικές ετικέτες των γνωστών οινοποιείων της περιοχής. Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η κάβα που ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας διατηρεί δύο στενά πιο πέρα, και η οποία ειδικεύεται στα μεγάλα κρασιά της Ιταλίας αλλά και της Γαλλίας, και όπου χρειάστηκε να επιστρατεύσω όλο μου τον αυτοέλεγχο για να μη "σηκώσω" όλα τα σπάνια magnum σε απίστευτες τιμές που κρύβουν οι προθήκες της. Τα σχόλια και οι συγκρίσεις με τις αντίστοιχες ταβέρνες και κάβες στην Ελληνική επαρχία, δικά σας...
Η πόλη του San Gimignano είναι γνωστή στο ευρύ κοινό για την γραφικότητά της, την οποία διατηρεί χάρη στα χαρακτηριστικά καλντερίμια της, τον τέλεια διατηρημένο Μεσαιωνικό χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής της, και βέβαια τους πασίγνωστους 14 πύργους που δεσπόζουν στον Τοσκανέζικο ορίζοντα από μακριά.
Από οινικής πλευράς, το San Gimignano φημίζεται επειδή είναι η μοναδική περιοχή στην Τοσκάνη που δίνει επώνυμο λευκό κρασί, τη Vernaccia di San Gimignano DOCG.
Σήμερα γνωρίσαμε το San Gimignano και τα κρασιά του καλά, και ανακαλύψαμε ότι μπορεί να ξεχωρίζει για τη λευκή του Vernaccia, και τα ερυθρά του όμως είναι ιδιαίτερα ποιοτικά και ευχάριστα.
Σε πρώτη φάση επισκεφτήκαμε το οινοποιείο Casale Falchini, που βρίσκεται λίγο έξω από το ιστορικό κέντρο της πόλης. Εκεί μας υποδέχτηκε ο ιδιοκτήτης Riccardo Falchini, πλαισιωμένος από τους γιούς του, Michele και Cristoforo. Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον και ποιοτικό στοιχείο του οινοποιείου δεν είναι τόσο το ότι είναι από τα παλαιότερα της περιοχής (ιδρύθηκε το 1964), ούτε η οικογενειακή προσέγγιση στο κρασί που συνεχίζει να έχει μέχρι σήμερα. Αυτό που σίγουρα το κάνει ξεχωριστό είναι το γεγονός ότι, από μία τυχαία γνωριμία του Riccardo σε ανύποπτο χώρο και χρόνο πριν από πολλά χρόνια, τη θέση του οινολόγου-συμβούλου στην Casale Falchini κατέχει ο ζωντανός θρύλος του Ιταλικού κρασιού, ο Giacomo Tachis, ο οινολόγος που θεωρείται ο "πατέρας" μερικών από τα πιο σημαντικά κρασιά της Ιταλίας (και του κόσμου), όπως τα θρυλικά Super Tuscans Sassicaia, Tignanello και Ornellaia.
Δοκιμάσαμε τις 6 βασικές ετικέτες της Casale Falchini, ξεκινώντας βέβαια από τις 3 λευκές με ονομασία προέλευσης Vernaccia di San Gimignano DOCG. Η Vernaccia είναι ένα πολύ όμορφο καθημερινό κρασί, το οποίο, λόγω του ποιοτικού terroir της περιοχής, διαθέτει οξύτητα που συχνά μπορεί να χαρακτηριστεί "εκρηκτική". Πίνεται άνετα σκέτη, ως απεριτίφ, ενώ ταιριάζει με ριζότι με λαχανικά, τηγανητά λαχανικά ή θαλασσινά, και άλλους συναφείς μεζέδες. Σε μία πιο ξεχωριστή οινοποίησή της, η οποία περιλαμβάνει ένα 5% Chardonnay και έχει παλαιώσει σε μικρά Γαλλικά βαρέλια για 5 μήνες, η Vernaccia έδειξε μία άλλη, πιο περίπλοκη πλευρά του εαυτού της, αποκτώντας χαρακτήρα κρασιού με πιο γλυκά και ζαχαρωμένα φρουτώδη αρώματα, καλή οξύτητα, σημαντική δυναμική παλαίωσης, και δυνατότητα συνδυασμού με πιο βαριά πιάτα της τοπικής κουζίνας, που έχουν ως πρώτες ύλες τα χειμωνιάτικα λαχανικά, το πατέ, τα πουλερικά και το φτερωτό κυνήγι, ακόμα και το χοιρινό. San Gimignano, όμως, δεν είναι μόνο η Vernaccia. Τα ερυθρά της Casale Falchini, ένα Chianti Colli Senesi DOCG και δύο Toscana IGT (ή αλλιώς Supertuscan), ήταν ιδιαίτερα αξιόλογα. Ξεχώρισα ειδικά το Campora 2003, ένα ερυθρό από χαρμάνι 95% Cabernet Sauvignon και 5% Merlot, που είναι ένα γεμάτο και δυνατό Τοσκανέζικο ερυθρό το οποίο παρακαλάει να συνοδεύσει έντονα κρέατα (ιδανικά μεγαλόσωμο κυνήγι, όπως αγριογούρουνο), ή κίτρινα τυριά μακράς παλαίωσης. Βεβαίως αργότερα έμαθα ότι η συγκεκριμένη ετικέτα είναι το "μωρό" του Tachis, ο οποίος ξέρει το Cabernet Sauvignon όσο λίγοι στον κόσμο, και κατάλαβα ότι η ποιότητα και η ομορφιά αυτού του κρασιού δεν επετεύχθησαν τυχαία...
Εδώ πρέπει να κάνω μία γενική παρατήρηση: Παρότι είμαι φανατικός λάτρης της βασικής ερυθρής ποικιλίας της Τοσκάνης, του Sangiovese (θα το έχετε παρατηρήσει, φαντάζομαι), έχω παρατηρήσει ότι το Cabernet Sauvignon έχει εγκλιματιστεί πλήρως στην περιοχή. Γι αυτό το λόγο μία ποιοτική ερυθρή Τοσκανέζικη ετικέτα με βάση το Cabernet Sauvignon, ειδικά σε μία καλή χρονιά, θα είναι, κατά πάσα πιθανότητα, εντυπωσιακή! Για όποιον ενδιαφέρεται έχω αρκετά παραδείγματα (και μπουκάλια...) που τεκμηριώνουν την άποψη/παρατήρησή μου αυτή... Κλείνοντας την αναφορά μου στην Casale Falchini, πρέπει να σας πω ότι το οινοποιείο παράγει έναν ιδιαίτερα αξιόλογο αφρώδη οίνο, το μόνο στην περιοχή που προκύπτει από την παραδοσιακή μέθοδο της Σαμπάνιας: Η ετικέτα Falchini Metodo Classico Millessimato Brut βασίζεται σε χαρμάνι των ποικιλιών Vernaccia, Chardonnay και Pinot Noir, και είναι άλλη μία επιτυχημένη εφαρμογή της συνεργασίας της Casale Falchini με τον Giacomo Tachis. Πρόκειται για έναν αφρώδη οίνο που, σε πρώτο επίπεδο παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά "ψωμένια" αρώματα της Σαμπάνιας λόγω της αυτόλυσης, σε δεύτερο επίπεδο όμως η Vernaccia βγαίνει στο προσκήνιο και ξεχωρίζει με την χαρακτηριστική μεταλλικότητά της.
Μετά την επίσκεψη αυτή ακολούθησε μεσημεριανό γεύμα σε ένα κεντρικό εστιατόριο του San Gimignano με απίστευτη θέα. Οικοδεσπότες μας ήταν το Προεδρείο της Ένωσης των Οινοποιών (Consorzio) της περιοχής, καθώς και ο δήμαρχος της πόλης. Πριν το φαγητό είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε μία μεγάλη γκάμα κρασιών από τα μέλη του Consorzio. Εγώ αποφάσισα να προσπεράσω τα λευκά, και επικεντρώθηκα στα ερυθρά ονομασίας Προέλευσης Rosso di San Gimignano DOC, τα οποία με κέρδισαν. Η συγκεκριμένη ονομασία προέλευσης επιτρέπει 5 τοπικές και διεθνείς ποικιλίες: Sangiovese, Cabernet Sauvignon, Merlot, Syrah, Pinot Noir. Κατ' επιλογήν του οινοποιού μία ετικέτα μπορεί να βασιστεί κατά 100% σε οποιαδήποτε από αυτές τις ποικιλίες, αν όμως βασιστεί σε πολυποικιλιακό χαρμάνι θα πρέπει οπωσδήποτε να περιέχει 15% Sangiovese. Ένα άλλο χαρακτηριστικό των ερυθρών της συγκεκριμένης προέλευσης είναι ο υψηλός αλκοολικός τίτλος τους, που συχνά φτάνει (και ξεπερνάει) το 14%. Φανταστείτε όμως πόσο μου ταίριαξαν τα Rosso di San Gimignano DOC, που όχι μόνο δεν με ενόχλησε η υψηλή αλκοολική τους περιεκτικότητα, αλλά επέλεξα αρκετά από αυτά για να συνοδευσω το κρεατικό μέρος του γεύματος που ακολούθησε.
Το ταξίδι συνεχίζεται. "Μείνετε συντονισμένοι", όπως λένε, για την αυριανή ανταπόκριση από μία από τις πιο συναρπαστικές οινοπαραγωγικές ζώνες της Τοσκάνης, την παράκτια περιοχή του Bolgheri...
Η δεύτερη μέρα ήταν όντως γεμάτη!... Το πρόγραμμα είχε τρεις επισκέψεις σε οινοποιεία στην περιοχή του Chianti Classico, δύο από τα οποία είναι από τα πιο γνωστά της περιοχής: αναφέρομαι στα Castellare di Castellina και Felsina, κάποια από τα κρασιά των οποίων βρίσκουμε και στην Ελλάδα. Οι επισκέψεις αυτές είχαν απίστευτο ενδιαφέρον, αφού και στα δύο κάναμε κάθετες γευστικές δοκιμές των καλύτερων κρασιών τους σε μεγάλο βάθος χρόνου.
Εγώ όμως αποφάσισα να σας μιλήσω πιο αναλυτικά για το τρίτο οινοποιείο, το Podere Terreno στην Radda in Chianti, στο οποίο ζήσαμε μία πολύ ζεστή και όμορφη Τοσκανέζικη εμπειρία. Βλέπετε το Podere Terreno είναι ένα μικρό οικογενειακό οινοποιείο, στο οποίο η δοκιμή των κρασιών έγινε στο μεσημεριανό γεύμα που φάγαμε μαζί με την οικογένεια στο τραπέζι του σπιτιού. Και μη φανταστείτε τίποτα περίεργες ή επιτηδευμένες γεύσεις... Θα δείτε παρακάτω ότι απολαύσαμε αυτά που βγάζει η γη της περιοχής, αυτά που μαγειρεύει και τρώει μία οικογένεια απλά και καθημερινά. Όμορφες, γεμάτες γεύσεις που ανάγονται στην εποχή που η φτώχεια ανάγκαζε τη νοικοκυρά να δοκιμάζει όλη της τη δημιουργικότητα με τα λίγα και απλά υλικά που της επέτρεπαν τα οικονομικά του σπιτιού (ίσως θυμάστε αυτό που είχα γράψει προ καιρού για το μεγαλείο της "Κουζίνας της Φτώχειας"...).
Ξεκινήσαμε λοιπόν αυτό το όμορφο γεύμα δίπλα στο τεράστιο τζάκι με crostini (καναπεδάκια από ξεραμένο ψωμί) με πουρέ μελιτζάνας και μπόλικο σκόρδο, με φρέσκια ντομάτα και μυρωδικά του κήπου, καθώς και με πατέ από συκωτάκια πουλιών. Συνεχίσαμε με ένα βαθύ πιάτο Ribolitta, που σημαίνει "ξαναβρασμένη" και είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό πιάτο της περιοχής. Είναι μία μορφή φασολάδας, φτιαγμένη με ψωμί και διάφορα λαχανικά, που τρώγεται χυλωμένη και χλιαρή. Στα παλιά τα χρόνια ήταν σωτήρια, καθώς έχει τεράστια θρεπτική αξία, είναι νόστιμη και πολύ φτηνή, και μπορεί να ξαναζεσταθεί πολλές φορές χωρίς πρόβλημα (εξ ου και το όνομά της). Το κύριο πιάτο μας ήταν νοστιμότατες πέννες με ραγού (όπου καταλαβαίνει κανείς πως εννοεί η Ιταλίδα νοικοκυρά τον όρο "al dente", αρκει να μην έχει ευαίσθητα δόντια ή εύθραυστα σφραγίσματα). Ακολούθησε μία ποικιλία από κίτρινα τυριά της περιοχής, καθώς και αλλαντικά (προσούτο και σαλάμι) από τα γουρούνια του γείτονα - ο οποίος, παρεμπιπτόντως είναι ο ιδιοκτήτης ενός από τα πιο θρυλικά οινοποιεία της Τοσκάνης, για το οποίο σας έχω μιλήσει πολλές φορές, του Montevertine. Απολαύσαμε τα τυριά με μαρμελάδα από κρεμμύδι, καθώς και με μία από τις πιο αγαπημένες μου λιχουδιές που μπορούν να συνοδεύσουν κίτρινο τυρί, το ζελέ κρασιού (εν προκειμένω από Chianti Classico και από ροζέ της περιοχής). Το επιδόρπιό μας ήταν (πάντα όπως προστάζουν οι τοπικές συνήθειες) γλυκό κρασί Vin Santo, στο οποίο βουτήξαμε μικρά μπισκοτάκια cantuccini με αμύγδαλο (μμμ...).
Τα κρασιά που δοκιμάσαμε ήταν η πλήρης γκάμα του Podere Terreno, που διαθέτει ένα Chianti Classico, ένα Chianti Classico Riserva, κι ένα κομψό Supertuscan που έχει το όνομα του ιδιοκτήτη, Pierfrancesco, από χαρμάνι 90% Sangiovese Grosso και 10% Cabernet Sauvignon. Το ωραίο όμως της υπόθεσης ήταν ότι ξεκινήσαμε με τα πιο πρόσφατα κρασιά του κτήματος (εσοδείας 2004) και στο τέλος απολαύσαμε μερικά από τα πιο παλιά τους (ένα Pierfrancesco του 1997, ένα Chianti Classico του 1991 και δύο Chianti Classico Riserva, ένα του 1995 και ένα του 1988), και εντυπωσιαστήκαμε από τη δυναμική παλαίωσης του καλού Sangiovese.
Σήμερα στο Podere Terreno ένιωσα πραγματικά Τοσκανέζος, έστω και για λίγο, και αυτή ήταν μία εμπειρία που θα μου μείνει αξέχαστη. Μην ψάξετε τα κρασιά του Podere Terreno στην Ελλάδα, δεν έχει νόημα καθώς η παραγωγή είναι πολύ μικρή (όχι παραπάνω από 30000 φιάλες ετησίως) και οι λίγες εξαγωγές πηγαίνουν κυρίως στην Αμερική και τη Βόρεια Ευρώπη. Αν όμως βρεθείτε στην περιοχή, χτυπήστε τους την πόρτα και θα νιώσετε τη φιλοξενία τους (είναι ιδιαίτερα φιλέλληνες κιόλας!). Μάλιστα νοικιάζουν και δωμάτια σε όποιον θέλει να μείνει μαζί τους για λίγο παραπάνω. Στο μεταξύ πάντως μπορείτε να τσεκάρετε την ιστοσελίδα τους, στη διεύθυνση www.podereterreno.it.
Μέχρι να μαζευτούμε όλα τα μέλη της αποστολής στο ξενοδοχείο πέρασε πολύ η ώρα. Ίσως γι αυτό για το πρώτο βράδυ είχε προγραμματιστεί ένα δείπνο με μινι-γευσιγνωσία των κρασιών και των γεύσεων της περιοχής, ώστε να αποσυρθούμε νωρίς και να μαζέψουμε δυνάμεις για την αυριανή ημέρα που έχει full πρόγραμμα.
Το δείπνο λοιπόν έγινε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου μας, που είναι ένα παλιό αρχοντικό στο κέντρο της Φλωρεντίας. Ήταν μία καλή πρώτη γεύση του τι πρόκειται να ακολουθήσει, ειδικά για τους πιο "πρωτάρηδες" στα περί την Τοσκάνη στην παρέα μας.
Ξεκινήσαμε με μία επιλογή από μπρουσκέτες, μία κλασική με ντομάτα, μία με πατέ από συκώτι κοτόπουλου, και μία με ένα τυπικό αλλαντικό που στην Ελλάδα δεν θα τρώγαμε με τίποτα (αλλά πιστέψτε με, είναι τέλειο), λαρδί σε φέτες. Αυτό συνοδεύτηκε από ένα Chianti Rufina Nipozzano Riserva DOCG 2005 του οίκου Frescobaldi, το οποίο είχα δοκιμάσει το καλοκαίρι και το θυμόμουν αρκετά σκληρό και δύσκολο. Τώρα, μόλις λίγους μήνες αργότερα, έχει κομψύνει αισθητά και έχει γίνει αυτό που λέμε στα μέρη μου "highly drinkable".
Συνεχίσαμε με λεπτές ταλιατέλες με σάλτσα ραγού και κρέας λαγού (κάνει και ρίμα!...), σε καλάθι ξεροψημένης παρμεζάνας. Αυτό συνοδεύτηκε από ένα Vino Nobile di Montepulciano DOCG 2005 από την Fattoria del Cerro, το οποίο παραήταν ρουστίκ για τα γούστα μου. Ακόμα και αφού έμεινε στο ποτήρι και αερίστηκε αρκετά, βελτιώθηκε ελάχιστα.
Το κυρίως πιάτο ήταν ταλιάτα από την διάσημη ράτσα αγελάδας της περιοχής, την Chianina (από το ίδιο κρέας από το οποίο προέρχεται η διάσημη Bistecca alla Fiorentina), με ξεροψημένες πατάτες με δενδρολίβανο, και με σαλάτα. Μαζί σερβιρίστηκε ένα εξαιρετικό Brunello di Montalcino DOCG (βρήκαν το ευαίσθητο σημείο μου - κι αυτό είναι μείον μου, που θα έλεγε και ο γνωστός αοιδός), το La Poderina 2003. Όμορφα τανικό, με εξαιρετική διάρκεια, ανοικτό, γεμάτο, πολύπλοκο, ήταν ένα ποίημα. Ειδικά όσο έμενε στο ποτήρι, τόσο πιο πολύ μας αποκάλυπτε την ομορφιά του. Με εντυπωσίασε τόσο πολύ που αποφάσισα να του συγχωρήσω τον αλκοολικό βαθμό 14.5% που διάβασα στην ετικέτα και σοκαρίστηκα (είπαμε, ζεστό το καλοκαίρι του 2003, αλλά μην το παρακάνουμε...).
Το επιδόρπιο ήταν ένα συμπαθέστατο cheesecake, που δεν είμαι σίγουρος πόσο παραδοσιακό της περιοχής είναι. Συνοδεύτηκε από ένα γλυκό Vin Santo del Chianti Il Tralcio DOC 2001, το οποίο όμως παραήταν οξειδωμένο για τα γούστα μου.
Κάθισα στο τραπέζι με μία ευχάριστη παρέα από συνάδελφους δημοσιογράφους οίνου από την Ολλανδία, την Τσεχία, την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία. Αύριο θα γνωρίσω και τους υπόλοιπους. Για την αυριανή ημέρα το πρόγραμμα προβλέπει απανωτές επισκέψεις σε οινοποιεία στο Chianti Classico, μεσημεριανό στην ίδια περιοχή, και στη συνέχεια γευσιγνωσία, δείπνο και διανυκτέρευση στη Σιένα.
Το ταξίδι άρχισε καλά και προμηνύεται πολύ ενδιαφέρον...
Λοιπόν, επειδή μου φαίνεται πως αρκετά "έκατσα στα αυγά μου", φεύγω αύριο (Κυριακή) πρωί-πρωί για την Τοσκάνη. Έχω προσκληθεί να συμμετάσχω σε μία αποστολή στην περιοχή μαζί με άλλους 14 δημοσιογράφους οίνου από όλο τον κόσμο. Την αποστολή οργανώνει η τοπική οινο-τουριστική αρχή της Τοσκάνης, με την επιμέλεια της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων Οίνου.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα θα επισκεφτούμε την περιοχή σε βάθος, δηλαδή και τις πολύ γνωστές, αλλά και τις λιγότερο γνωστές οινοπαραγωγικές ζώνες της. Όσο για εκείνες που δεν θα προλάβουμε να δούμε, έχει κανονιστεί να δοκιμάσουμε τα κρασιά τους αλλά και την κουζίνα τους σε ειδικές γευσιγνωσίες.
Σας αποχαιρετώ λοιπόν, αλλά όχι για πολύ... Παίρνω μαζί μου laptop και camera, και εφ' όσον τα ξενοδοχεία στα οποία θα μείνουμε έχουν πρόσβαση στο Internet θα σας στέλνω ημερήσιες ανταποκρίσεις από τις εξορμήσεις μας στην Τοσκάνη. Εις το επανειδείν!...
Από την ενότητα περί Τοσκάνης ("Tuscany" στο μενού δεξιά) σε αυτό το blog, έλειπε όλο αυτο τον καιρό ένα πολύ σημαντικό θέμα: Αυτό σχετικά με το οινοποιείο Capannelle στο Chianti Classico, το οποίο με φιλοξένησε αυτό το καλοκαίρι, και αποτέλεσε το ορμητήριο των περιηγήσεών μου στην περιοχή.
Δεν πρόκειται για παράλειψη ή λάθος, το θέμα έλειπε (ως τώρα) ηθελημένα, ακριβώς επειδή ήθελα να βρω το χρόνο και να μαζέψω το απαραίτητο υλικό, ώστε να το αποδώσω με την σημασία και τη λεπτομέρεια που του αρμόζει.
Τελικά τα κατάφερα. Ελπίζω να διαβάσετε το σχετικό άρθρο και να μοιραστείτε με αυτόν τον τρόπο μαζί μου την όμορφη εμπειρία που μου χάρισε η διαμονή μου στο Capannelle. Θα το βρείτε κάνοντας κλικ σε αυτό εδώ το link.
|