Πω πω ντροπή... Πέρασε η 25η Ιανουαρίου απαρατήρητη, ούτε ένα ουισκάκι δεν ήπιαμε, έτσι τιμής ένεκεν... Μα κι εσείς δε λέτε τίποτα;...

Αναφέρομαι βέβαια στην επέτειο προς τιμήν του Σκωτσέζου Ρομαντικού ποιητή Robert Burns, τη βραδιά που όλοι γιορτάζουν τα γενέθλιά του (Burns Night) με άφθονο ουίσκυ. Βεβαίως ο αυθεντικός τρόπος εορτασμού της συγκεκριμένης επετείου περιλαμβάνει ακόμα την απαγγελία ποιημάτων του μακαρίτη, καθώς και την συνοδεία του ουίσκυ με μία κλασσική Σκωτσέζικη λιχουδιά, το Χάγκις, με γαρνιτούρα πουρέ πατάτας, αλλά δεν χρειάζεται πια να είμαστε τόσο τυπολάτρες!... Παρεμπιπτόντως το Χάγκις, για όσους δεν ξέρουν, είναι ένα μίγμα από εντόσθια αρνιού (έντερα, καρδιές, σηκώτι, πλεμόνια, κ.α.) και διάφορα δημητριακά, σιγο-μαγειρεμένα μέσα σε αρνίσιο στομάχι. Ξέρω, δεν σας τρέχουν τα σάλια, πιστέψτε με όμως είναι πολύ καλύτερο στη γεύση απ' ότι ακούγεται. Και συνοδεύει τέλεια ένα καλό ουίσκυ!...

Εγώ λοιπόν αποφάσισα να το γιορτάσω απόψε, έστω και καθυστερημένα. Έτσι κι αλλιώς υποτίθεται ότι ο συγκεκριμένος εορτασμός μπορεί να γίνει οποιαδήποτε μέρα του χρόνου (λες και οι Σκωτσέζοι θέλουν ιδιαίτερη αφορμή για να πλακώσουν τα ουίσκια...). Πρέπει να σας πω ότι, παρότι η συλλογή μου διαθέτει ουκ ολίγα malts, το αγαπημένο μου παραμένει το Bowmore 17 ετών, το οποίο, παρότι προέρχεται από την περιοχή του Islay (προφέρεται Άϊλα) που είναι τίγκα στην τίρφη, η χαρακτηριστική του καπνίλα είναι γλυκιά και φίνα και σίγουρα όχι όσο έντονη είναι σε κάποιες άλλες μάρκες. Φυσικά, η έντονη καπνίλα είναι χαρακτηριστική των Islay malts και σε καμία περίπτωση δεν υποδηλώνει κατώτερη ποιότητα ή κάτι τέτοιο. Πολύ απλά είναι θέμα γούστου το πόση γεύση γαιάνθρακα κάνει κέφι κανείς στο ουίσκυ του.

Θυμάμαι ότι μυήθηκα στο malt whisky στο εξαιρετικό whisky bar του Λονδίνου, το Boisdale. Εκεί ο Γάλλος (!) εξπέρ μπάρμαν μου έβαλε και πρωτοδοκίμασα το Bowmore με ένα δαχτυλάκι δροσερό μεταλλικό νερό (αυτό και τίποτα άλλο, ίσα για να βοηθήσει το ουίσκυ να απελευθερώσει τα αρώματά του). Αν ποτέ βρεθείτε από το Λονδίνο (βρίσκεται στην περιοχή της Belgravia), αξίζει να το αναζητήσετε.

Τώρα βέβαια θα σας πω και το άλλο: Το επετειακό malt Glenfiddich που είχα δοκιμάσει πέρυσι, με ημερομηνία απόσταξης 1974 (τη χρονιά της στέψης της Βασίλισσας Ελισσάβετ), ήταν ίσως ότι καλύτερο έχω δοκιμάσει εγώ προσωπικά από το συγκεκριμένο είδος. Επειδή όμως εκτός της συγκεκριμένης φιάλης που ανοίχθηκε σε εκείνο το επίσημο δείπνο παρουσία του Master Blender του Glenfiddich, στην Ελληνική αγορά διατέθηκε μόνο άλλη μία, σε τιμή άνω των €700 - και αυτή πουλήθηκε τελικά - σας το αναφέρω απλώς και δεν σας προτρέπω προς οτιδήποτε περαιτέρω.

Τα μυστικά της γευσιγνωσίας του malt αλλά και του συνδυασμού του με φαγητό (και όχι, εννοείται, με φυστικάκια ή γλυκάκια) είναι πολλά και ιδιαίτερα ενδιαφέροντα. Θα τα δούμε ευχαρίστως κάποια άλλη στιγμή. Εγώ απλά θα σας πω ότι, αν θέλετε να δοκιμάσετε το Bowmore που σας περιέγραψα παραπάνω, θα το βρείτε σε αρκετές μεγάλες κάβες. Αν θυμάμαι καλά, η τιμή του κυμαίνεται κοντά στα €60 - τα οποία, αν είστε πραγματικός φαν του καλού malt whisky, δεν θα τα "κλάψετε".


Και επειδή το συγκεκριμένο θέμα είναι φοβερά υποκειμενικό και πολυδιάστατο, θα χαρώ να ακούσω δικά σας σχόλια και προτιμήσεις...



 

Λοιπόν, δώστε βάση σας παρακαλώ οι φίλοι από τα Νότια Προάστια.
Δεν ξέρω αν συμφωνείτε, και δεν μπορώ να επιμείνω, καθώς εγώ ο ορκισμένος Βόρειος έχω μόλις ένα χρόνο καθημερινής παρουσίας στα Νότια (Βουλιαγμένη) λόγω δουλειάς. Έχω όμως την εντύπωση ότι από την ευρύτερη περιοχή έλειπε πάντα ένα καλό ζαχαροπλαστείο. Δε λέω, υπάρχουν κάμποσοι φούρνοι που φτιάχνουν γλυκά, αλλά νομίζω το κενό ήταν αισθητό.


Όλα αυτά όμως, φίλοι μου, ανήκουν πλέον στο παρελθόν. Εδώ και ένα μήνα περίπου έχει ανοίξει στην περιοχή της Βάρκιζας το L' Atelier de Patisserie, το οποίο θα χαρακτήριζα boutique ζαχαροπλαστείο νέας γενιάς. Το επισκέφτηκα πρόσφατα και δοκίμασα αρκετά από τα γλυκά του.

Κατ'αρχάς πρέπει να σας πω ότι μου άρεσε το γεγονός ότι δεν διαθέτει απέραντες βιτρίνες με χιλιάδες γλυκά, κάτι που, ας μη κρυβόμαστε, θα έκανε τον πελάτη να αναρωτιέται πόσο καιρό βρίσκονται όλα αυτά εκεί... Αντιθέτως το Atelier διαθέτει μικρή γκάμα από γλυκά σε μικρές ποσότητες, τα οποία πραγματικά στολίζουν τις προθήκες του, με στόχο να αναπληρώνει συνέχεια κάθε γλυκό που πωλείται με φρέσκα κομμάτια που φτιάχνονται στο εργαστήριο που βρίσκονται στο πίσω μέρος του καταστήματος.

Δοκίμασα κάποια σοκολατένια (σοκολατόπιττα, brownie) και πρέπει να σας πω ότι είναι νοστιμότατα. Όσο για το προφιτερόλ, δεν διστάζω να σας πω, με τη σύμφωνη γνώμη όλων των συναδέλφων στο γραφείο που το δοκιμάσαμε μαζί, ότι είναι ίσως από τα φρεσκότερα και νοστιμότερα της Αθήνας - και ξέρω ότι λέω βαριά κουβέντα... Δεν δοκίμασα γλυκά χωρίς σοκολάτα - δεν χανόμαστε, χώρια που όλοι στο γραφείο τη συγκεκριμένη μέρα είχαμε σύνδρομο στέρησης σοκολάτας, καταλαβαίνετε τι εννοώ - αλλά πρέπει να υπογραμμίσω κάτι που πραγματικά μου έμεινε: η Creme Brulee, που σερβίρεται σε ειδικό μπωλάκι, δεν έχει από πάνω το κλασσικό σιροπάκι του συνοικιακού μας ζαχαροπλαστείου - αλήθεια, πώς προέκυψε αυτή η ελληνική παρέμβαση στο συγκεκριμένο γλυκό; Αντιθέτως - και ευτυχώς - εκτίθεται σκέτη και, πριν συσκευαστεί για να πουληθεί στον πελάτη, περιχύνεται με χοντροκομμένη μαύρη ζάχαρη, η οποία εν συνεχεία καψαλίζεται για να δώσει την γνωστή και αγαπημένη σκληρή κρούστα καραμέλλας. Το σωστό, σωστό!...

Πρέπει επίσης να σας πω ότι ο χώρος είναι πολύ μοντέρνος και καλαίσθητος, η εξυπηρέτηση από το νεαρό ιδιοκτήτη ευγενικότατη, ενώ διατίθενται και κάποια κρασιά και λοιπά ποτά (γιατί συχνά παρουσιάζεται κάποια παράλληλη ανάγκη) σε, ομολογουμένως, πολύ καλές τιμές, που δεν θυμίζουν σε τίποτα την αντίστοιχη πρακτική πολλών ζαχαροπλαστείων να "χτυπούν" τις τιμές των οινοπνευματωδών, ακριβώς επειδή βρίσκουν τον πελάτη στην ανάγκη που λέγαμε...

Καλώς όρισε, λοιπόν, το L' Atelier στα Νότια Προάστια. Αν θέλετε κι εσείς να το προϋπαντήσετε και να δοκιμάσετε τα γλυκά του, θα το βρείτε στη Βάρκιζα, στις παρυφές της αγοράς και λίγες εκατοντάδες μέτρα μακριά από την παραλία (Αφροδίτης 40 / 210-9844413).


 

Είχα πει ότι θα ελαττώσω τα άρθρα μου περί Σαμπάνιας αλλά, για άλλη μία φορά, δεν κατάφερα να κρατήσω το λόγο μου...

Γιατί; Πρώτον γιατί αστειευόμουν και δεν το εννοούσα. Δεύτερον γιατί το συγκεκριμένο θέμα (και βασικά το συγκεκριμένο κρασί) αποτελεί μεγάλη μου αδυναμία. Και τρίτον γιατί η πρόσφατη συνάντηση/συνέντευξή μου στην Αθήνα με τον κ. Jean-Hervé Chiquet, ιδιοκτήτη του οίκου Champagne Jacquesson, ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα.

Αν δεν την έχετε ήδη διαβάσει, θα τη βρείτε κάνοντας κλικ σ'αυτό εδώ το link.