Γνώμονας του πρόσφατου ταξιδιού μου στη Ρόδο ήταν η εκτίμηση της δυνατότητας ανάπτυξης οινοτουρισμού σε έναν ήδη εξαιρετικά δημοφιλή τουριστικό προορισμό (η τουριστική σεζόν για το νησί ξεκινάει λίγο πριν το Πάσχα και ολοκληρώνεται στις αρχές του Νοεμβρίου!...).

Συνειδητοποίησα λοιπόν ότι, αν είναι να υπάρξει οργανωμένος οινοτουρισμός στο νησί (και νομίζω πως η βούληση υπάρχει), οι υποδομές θα πρέπει να στηθούν ουσιαστικά από το μηδέν, μακριά από αυτό που όλοι έχουμε αυτή τη στιγμή στο μυαλό μας όταν ακούμε Ρόδος - Φαληράκι, νεροτσουλήθρες, σουβενίρ και τουριστικές ταβέρνες, μεγάλα resorts, κλπ.

Βλέπετε για να φτάσει κανείς στην οινοπαραγωγική Ρόδο, χρειάζεται να οδηγήσει για μία ώρα περίπου από την πόλη, με κατεύθυνση προς το βουνό Ατάβιρος, το υψηλότερο του νησιού. Εκεί, το τοπίο και το κλίμα είναι τελείως διαφορετικά - λες και βρίσκεσαι σε άλλο μέρος του κόσμου. Πυκνά δάση με πεύκα και έλατα, δραματικές αντιθέσεις μεταξύ βουνού και θάλασσας, και... ψυχρούλα, ακόμα και όταν όλο το υπόλοιπο νησί ζει στο ζενίθ του Αιγαιοπελαγίτικου καλοκαιριού. Και όλα αυτά σε πείσμα των πυρκαγιών που (ουσιαστικά δυστυχώς) κάθε χρόνο προσπαθούν να καταστρέψουν ότι έχει γλιτώσει από πέρυσι...

Κάπου εκεί λοιπόν ξεκίνησα την περιήγηση μου, με αφετηρία το χωριό Έμπονα, στα καλύτερα αμπελοτόπια του νησιού. Εκεί δηλαδή που, εδώ και πολλά χρόνια, καλλιεργείται το καλύτερο Ροδίτικο Αθήρι. Αυτό το φίνο κρασί με τα φρέσκα λεμονάτα αρώματα και την κοφτερή οξύτητα που οι κορυφαίοι ξένοι κριτικοί επιμένουν να βραβεύουν.


Από πλευράς οινοποιείων επισκέφτηκα τα δύο μεγάλα του νησιού: την CAIR και την EMERY. Η πρώτη τεράστια σε μέγεθος (παραγωγή που αγγίζει τα 4 εκατομμύρια φιάλες ετησίως), με μεγάλους χώρους και υπερσύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό. Η δεύτερη μικρότερη, οικογενειακή, με ένα οινοποιείο που αυτή τη στιγμή υφίσταται δραστικό ανασχεδιασμό, με στόχο να τελειοποιήσει την παραγωγική του δυναμική αλλά και να αποτελέσει πρότυπο οινοτουριστικής επισκεψιμότητας.

Και οι δύο έχουν γίνει γνωστές στο ευρύ κοινό από τα αφρώδη κρασιά τους, ωστόσο τα ήπια κρασιά τους είναι αυτά που αυτή τη στιγμή κάνουν το Ροδίτικο κρασί γνωστό και αγαπητό στην εγχώρια και τη διεθνή αγορά. Εγώ βέβαια επιμένω ότι και τα αφρώδη κρασιά χρειάζονται προσοχή, φροντίδα και επένδυση, καθώς είναι τεράστια η παγκόσμια αγορά που αποζητά αφρώδη κρασιά από γηγενείς ποικιλίες, οινοποιημένα με βάση τη μέθοδο της Σαμπάνιας αλλά με τιμές που δεν έχουν καμία σχέση με αυτήν.

Εκεί όμως που άνοιξαν τα μάτια μου, ήταν όταν επισκέφτηκα, όπως προανέφερα, τα επιλεγμένα αμπέλια που δίνουν το κορυφαίο Αθήρι. Εκεί, παρά το γεγονός ότι ο κλήρος είναι φοβερά διαμελισμένος (ο μέσος όρος επιφάνειας ιδιόκτητου αμπελιού δεν ξεπερνά τα 2 στρέμματα), τα εργατικά χέρια είναι λίγα και ακριβά, η τουριστική αλλά και η οικιστική αξιοποίηση της γης συμφέρει πολύ περισσότερο από την αμπελοκαλλιέργεια, και πολλά άλλα, με ένα περίπατο μέσα στα αμπέλια καταλαβαίνει κανείς πώς και γιατί αυτός ο τόπος δίνει αυτόν τον εξαιρετικό καρπό.

Ξεκίνησα από το αμπελοτόπι Χαρακάκι (πρώτη φωτο παρακάτω), που βρίσκεται σε υψόμετρο 800 μέτρων, σε μία πλαγιά με μεγάλη κλίση που μόνο γαϊδουράκια και μεγάλου κυβισμού οχήματα 4x4 μπορούν να ανέβουν. Παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στο πιο πράσινο κομμάτι του νησιού, το βουνό από ένα σημείο και πάνω είναι φαλακρό. Αυτό συνέβη τον καιρό της Τουρκοκρατίας, όταν οι Τούρκοι, θέλοντας να τιμωρήσουν τους κατοίκους του Έμπωνα που είχαν επιδείξει ανυπακοή σε κάποια προσταγή τους, του έβαλαν φωτιά και το έκαψαν. Λίγο αργότερα, μία δυνατή βροχή παρέσυρε το χώμα από την κορυφή του βουνού στις πλαγιές του, απογυμνώνοντάς το και αποκλείοντας κάθε πιθανότητα αναδάσωσης του καμένου τμήματος. Εκεί που κατέληξαν τα χώματα σχηματίστηκε το Χαρακάκι, το Αθήρι του οποίου δίνει κάποια από τα καλύτερα κρασιά του νησιού.

Ακολούθησε το αμπελοτόπι Αγρός (δεύτερη φωτο), που βρίσκεται σε υψόμετρο 700 μέτρων, σε ένα μινι-οροπέδιο προστατευμένο από ορεινούς όγκους τριγύρω του. Και τέλος, το αμπελοτόπι Πράσσο (τρίτη και τέταρτη φωτό), που βρίσκεται σε λιγάκι χαμηλότερο υψόμετρο, σε μία απότομη πλαγιά που καταλήγει στη θάλασσα. Από πλευράς τοπίου είναι από τα μαγευτικότερα που έχω δει, καθώς το αμπέλι λούζεται από το φως του ήλιου μέχρι αυτός να βασιλέψει, με φόντο τα νησιά του Νοτίου Αιγαίου (Σύμη, Νίσυρο, κλπ). Δεν μπορώ να φανταστώ ότι ένας οινοτουρίστας θα επισκεφτεί ένα τέτοιο μέρος και δεν θα νιώσει δέος μπροστά στο μεγαλείο της φύσης και της Ελληνικής γης.

Το μάθημα του ταξιδιού αυτού για μένα ήταν ότι για να αναπτυχθεί ο οινοτουρισμός σε ένα τέτοιο μέρος χρειάζεται θέληση, συντονισμός πολλών παραγόντων, χρήματα, αλλά και δημιουργική σκέψη (out of the box, όπως λένε οι φίλοι μας οι Αγγλοσάξωνες...). Θα περιμένω με αγωνία - αλλά και δεσμεύομαι να κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου - για να γίνει ο στόχος αυτός πραγματικότητα.

 

Κυκλοφόρησε ο οδηγός Zagat 2009 για τα εστιατόρια του Λονδίνου. Για όσους δεν γνωρίζουν, ο οδηγός Zagat είναι μία κατά κύριο λόγο Αμερικάνικη έκδοση, η οποία όμως, εκτός από τα εστιατόρια και τα ξενοδοχεία των μεγάλων πόλεων των ΗΠΑ, εκδίδει ετησίως ειδικούς οδηγούς για την Ευρώπη γενικά, καθώς και για συγκεκριμένες πρωτεύουσές της ειδικότερα. Το βασικό χαρακτηριστικό των οδηγών Zagat είναι ότι βασίζονται στις κριτικές των ίδιων των πελατών των εστιατορίων ή ξενοδοχείων, και όχι σε κάποια ειδική ομάδα επαγγελματιών κριτικών.

Σύμφωνα λοιπόν με τον άρτι κυκλοφορήσαντα οδηγό Zagat 2009 London Restaurants Guide, η κορυφαία κουζίνα στις προτιμήσεις των Λονδρέζων είναι η Ιταλική. Ωστόσο, το πρώτο εστιατόριο στις προτιμήσεις τους είναι για φέτος το εικονιζόμενο Gordon Ramsay (68 Royal Hospital Road, Chelsea), Μοντέρνας Γαλλικής Κουζίνας, το οποίο κατέλαβε την πρώτη θέση και στην κατηγορία "φαγητό", αλλά και στην (εξίσου, αν όχι πιο σημαντική) κατηγορία "εξυπηρέτηση". Αποδεικνύεται λοιπόν ότι το άστρο του Θεού Gordon παραμένει λαμπρότατο - και δικαίως - σε πείσμα αυτών που τον κατακρίνουν ότι έχει ανοιχτεί πολύ (με projects ανά τον κόσμο, τηλεοπτικές εμφανίσεις, κλπ) και κινδυνεύει να "χάσει τη μπάλλα"...

Από το φετινό οδηγό Zagat για το Λονδίνο, όμως, προκύπτει και μία πολύ ενδιαφέρουσα πληροφορία: Ότι, ενώ η μέση τιμή ενός γεύματος σε εστιατόριο στο Λονδίνο αυξάνεται σταθερά (για φέτος αγγίζει τα €51/άτομο χωρίς το κρασί και το service, έχοντας αυξηθεί κατά 3.7% από πέρυσι), η αύξηση - και γενικά οι δύσκολοι καιροί που ζούμε - δεν φαίνεται να αποθαρρύνουν τους Λονδρέζους από το αγαπημένο τους χόμπυ του να τρώνε έξω. Μάλιστα σε έρευνα που έκανε ο οδηγός Zagat, το 82% όσων απάντησαν δηλώνει ευθαρσώς ότι σήμερα βγαίνουν έξω για φαγητό τουλάχιστον το ίδιο, αν όχι περισσότερο, σε σχέση με πριν από δύο χρόνια!

Αναρωτιέμαι ποια να είναι η κατάσταση στην Αθήνα σήμερα... Κι αυτό γιατί όλοι οι εστιάτορες και επιχειρηματίες που ξέρω μιλούν για συνεχώς μειούμενη κίνηση, ακόμα και από καλούς, σταθερούς πελάτες.
Χμμμ... Νά μία ιδέα για ένα επίκαιρο ηλεκτρονικό γκάλοπ. Θα επανέλθω!...


 

Με μία βόλτα στα σούπερ μάρκετ διαπιστώνει κανείς πόσες διαφορετικές χρήσεις έχει το κοτόπουλο στη σύγχρονη διατροφή μας, ειδικά για όσους προσέχουν θέματα χοληστερίνης, λιπαρών, κλπ.

Εγώ δηλώνω άφοβα "κοτοπουλάς", και ξέρω ότι δεν είμαι μόνος... Από καιρό λοιπόν θέλω να μοιραστώ μαζί σας ένα φοβερό tip για όσους - είτε λόγω γεύσης είτε λόγω ανάγκης - δηλώνουν φαν του κοτόπουλου. Πρόκειται για το Chicken's Farm, που εξειδικεύεται στο κοτόπουλο, με το οποίο φτιάχνει τεράστια ποικιλία πιάτων, από τα πιο απλά μέχρι τα πιο δημιουργικά. Όλα τα προϊόντα έχουν εγγυημένη ποιότητα, αφού παράγονται από κοτόπουλα ημέρας, που εκτρέφονται σε ιδιόκτητη φάρμα στα Μεσόγεια.


Στο Chicken's Farm βρίσκουμε, εκτός από κοτόπουλα ολόκληρα ή σε κομμάτια, μπιφτέκια, ρολλά (απλά ή γεμιστά), λουκάνικα, σουβλάκια, σνίτσελ, μαγειρευτά, πίττες, σουτζουκάκια, και χίλια δυο άλλα είδη από κοτόπουλο. Επίσης, διατίθεται φιλέτο ή φτερούγες κοτόπουλου Κινέζικου... προσανατολισμού (sweet & sour), ενώ τα Χριστούγεννα θα βρούμε γαλοπούλες γεμιστές, γέμιση, καθώς και παραδοσιακά γεμιστά ρολλά.


Εγώ που είμαι πάλι σε δίαιτα (όχι που θα τη γλίτωνα...), πήρα σήμερα τα καθιερωμένα light μπιφτέκια, τη συνταγή των οποίων έχει επιμεληθεί η γνωστή διαιτολόγος Κα Παπαδοπούλου. Τα συγκεκριμένα, πρότι χαμηλά σε λιπαρά και αρκετά λιτά στη σύνθεσή τους, σας διαβεβαιώ ότι είναι πεντανόστιμα!


Το καλύτερο το είπα; Το Chicken's Farm κάνει και delivery στο σπίτι, και μάλιστα εντός μόλις ολίγων ωρών από την τηλεφωνική παραγγελία. Η οποία παραγγελία φτάνει στο σπίτι μας κάτω από τις σωστές συνθήκες νωπής συντήρησης, και με ακριβείς οδηγίες ψησίματος για όποιον χρειάζεται βοήθεια.


Το κοντινότερο Chicken's Farm σε εμάς είναι το κατάστημα του Χαλανδρίου (Κολοκοτρώνη 15 / 210-6851244), αλλά βλέπω στον κατάλογο ότι υπάρχουν καταστήματα και στο Κολωνάκι (Δεινοκράτους 27 / 210-7254798), καθώς και στη Νέα Ιωνία (28ης Οκτωβρίου / 210-2759999).


Α, και για όποιον αναρωτιέται σχετικά με το ποιο κρασί συνδυάζεται καλύτερα με το κοτόπουλο, η απάντηση έχει να κάνει με τα υλικά της γενικότερης συνταγής στην οποία το συναντάμε, καθώς και στον τρόπο ψησίματος. Ασφαλείς επιλογές πάντως θα χαρακτήριζα ένα Chardonnay (βαρελάτο αν το κοτόπουλο είναι ψημένο στα κάρβουνα), αλλά και ένα Pinot Noir για τους φανατικούς των ερυθρών κρασιών.


 

Όσοι έχουν παρακολουθήσει το σεμινάριο οινογνωσίας που παρουσιάζω, ξέρουν ότι προσπαθώ πάντα να μιλάω για την αγορά του κρασιού στην κάβα ή το σούπερ μάρκετ όσο πιο αντικειμενικά γίνεται, παρουσιάζοντας και τα θετικά αλλά και τα αρνητικά στοιχεία και στις δύο περιπτώσεις.

Πήγα όμως χτες για ψώνια στο ΑΒ Βασιλόπουλος της Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίας (στο νοτιότερο δυνατό άκρο της Εκάλης), εννοείται ότι επισκέφτηκα την κάβα, και πρέπει να σας πω ότι αποκόμισα μία πολύ θετική γνώμη.


Γιατί; Να σας πω. Αφ' ενός βρήκα ακόμα μεγαλύτερη ποικιλία ετικετών από τον Ελληνικό αμπελώνα, ακόμα και αρκετές που νόμιζα ότι δεν πωλούνται σε σούπερ μάρκετ. Αφ' ετέρου βρήκα φιάλες magnum με τα ξυλοκιβώτιά τους, από πολύ καλά Ελληνικά οινοποιεία, για όσους θέλουν να τα προσθέσουν στη συλλογή τους, ή να κάνουν ένα όμορφο δώρο. Βρήκα επίσης μία αρκετά καλή ποικιλία λευκών και ροζέ κρασί σε ειδικό ψυγείο, για κάποιον που θέλει να αγοράσει κρασί για άμεση κατανάλωση. Σημειωτέον, όλα αυτά τα βρήκα σε αρκετά ανταγωνιστικές τιμές.


Ανέκαθεν είχα ένσταση σχετικά με την επιλογή, την ανανέωση, αλλά και την κατανάλωση των ξένων ετικετών που πωλούνται στα σούπερ μάρκετ. Χτες όμως είδα κρασιά από τον παλαιό και νέο κόσμο επιλεγμένα με κριτήριο το να είναι εύκολα, καθημερινά και προσιτά, έτσι ώστε να φεύγουν γρήγορα και να μην... αργοπεθαίνουν στα ράφια του σούπερ μάρκετ. Επιπλέον, πρέπει να σας πω ότι το Νεοζηλανδέζικο Sauvignon Blanc που αγόρασα χτες (Mount Riley 2007, απευθείας εισαγωγή των ΑΒ στην Ελλάδα) ήταν αρκετά αξιόλογο. Εντάξει, δεν ήταν... Cloudy Bay, αλλά με τιμή λιανικής €8.80 (στο 1/4 δηλαδή της τιμής του μεγάλου αυτού κρασιού που έβαλε το Νεοζηλανδέζικο Sauvignon Blanc στο χάρτη) είναι μία πολύ συμφέρουσα και αρκετά αντιπροσωπευτική πρόταση για τους φαν του είδους.


Βεβαίως το θέμα της εξυπηρέτησης παραμένει άλυτο για τα σούπερ μάρκετ. Δηλαδή ενώ χτες υπήρχε stand by ένας συμπαθέστατος αλλοδαπός υπάλληλος που μπορούσε να πληροφορήσει τον πελάτη σχετικά με το που βρίσκονται τα ροζέ ή τα λευκά κρασιά, αυτό δεν συγκρίνεται βεβαίως με την κουβέντα και την ανταλλαγή πληροφοριών και απόψεων που μπορεί να γίνει στην κάβα. Βεβαίως δεν μπορώ να μη θυμηθώ πρόσφατη εμπειρία μου σε σούπερ μάρκετ στην Αγγλία (στο Waitrose, του οποίου ο διευθυντής για τις κάβες όλων των καταστημάτων είναι Master of Wine...), όπου ο υπεύθυνος της κάβας του καταστήματος ήξερε και με είχε βοηθήσει επακριβώς να βρω το single-vineyard νεοκοσμίτικο λευκό που έψαχνα...


Έχω συνεχώς το νου μου στο θέμα κάβα και σουπερ μάρκετ, και θα σας κρατήσω ενήμερους για ό,τι εξελίξεις παρατηρώ. Αν έχετε σχετικές εμπειρίες να μοιραστείτε ή παρατηρήσετε κάτι σημαντικό, θα περιμένω με ενδιαφέρον τα σχόλιά σας...


 

Όπως έχουμε συζητήσει πολλές φορές, η ιστορία έχει δείξει ότι η κουζίνα κάθε λαού που έχει περάσει δύσκολες περιόδους (πολέμους, φτώχεια, κλπ) χαρακτηρίζεται από πιάτα στα οποία απλά, φτηνά και εύκολα υλικά συνδυάζονται με δημιουργικό τρόπο, για να δίνουν φαγητά πλούσια και σε γεύση αλλά και σε θρεπτική αξία.

Η δική μας κουζίνα είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα. Εγώ όμως θέλω να σας μιλήσω για μία φοβερά απλή αλλά πεντανόστιμη συνταγή που έμαθα πρόσφατα στη Βαρκελώνη: Το Pan Catalan, ή αλλιώς το Καταλάνικο ψωμί (στην ντόπια διάλεκτο ονομάζεται "pa amb tomàquet"). Όπως καταλαβαίνουμε από την αυθεντική ονομασία του (και θα δούμε από τα υλικά), πρόκειται ουσιαστικά για ψωμί με ντομάτα. Αυτό που όμως το κάνει τόσο απολαυστικό είναι αφ' ενός η αποτύπωση της αυθεντικής Μεσογειακής γεύσης στη σύστασή του, και αφ' ετέρου η τελετουργία του.


Βλέπετε σε κάποια εστιατόρια της Καταλονίας το φέρνουν έτοιμο, φτιαγμένο στο τραπέζι. Πολλές φορές όμως, στα πιο αυθεντικά μέρη, σου φέρνουν τα υλικά για να ακολουθήσεις διαδικασία "do it yourself". Τα υλικά είναι:

Χωριάτικο σταρένιο ψωμί (συχνά ελαφρά ψημένο για να είναι και λίγο πιο σκληρό)

Υπερώριμες ντομάτες

Σκόρδο ολόκληρο σε σκελίδες

Παρθένο ελαιόλαδο

Αλάτι, πιπέρι


Η διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί είναι η εξής:
Παίρνουμε μία σκελίδα σκόρδο και την κόβουμε στη μέση. Την τρίβουμε με δύναμη σε όλη την επιφάνεια της φέτας του ψωμιού, για να δώσει την όμορφη γεύση της παντού.
Στη συνέχεια κόβουμε την ώριμη ντομάτα στη μέση και την τρίβουμε στην ίδια επιφάνεια, ώσπου αυτή να κοκκινίσει αλλά και να μαλακώσει από το ζουμί της ντομάτας.

Προσθέτουμε ελαιόλαδο και αλατοπίπερο κατά τα γούστα μας.

Τρώμε και απολαμβάνουμε!


Το συγκεκριμένο πιάτο είναι για όλες τις ώρες. Σερβίρεται για πρωινό, κολατσιό, αλλά και ως ορεκτικό πριν έρθει το φαγητό. Μπορεί να συνοδευτεί από κίτρινο τυρί - αν βρισκόμαστε στην Ισπανία θα φάμε ένα νόστιμο Manchego, αν είμαστε στην Ελλάδα θα φάμε μία γευστικότατη γραβιέρα - ελιές, καθώς και με ποικιλία αλλαντικών για μεζέ. Αν συμβούν όλα αυτά, ανοίγουμε και ένα ωραίο, δροσερό ροζέ κρασί, και πραγματικά έχουμε ένα πεντανόστιμο και ολοκληρωμένο ελαφρύ καλοκαιρινό γεύμα - οι απλές, αυθεντικές γεύσεις δεν είναι οι καλύτερες;


Παρεμπιπτόντως, αν σας αρέσουν τα tapas γενικώς (προσωπικά τρελλαίνομαι), έχω βρεί και επισκέπτομαι τακτικά ένα εξαιρετικό blog αφιερωμένο στη συγκεκριμένη κουζίνα, το Tapas Talk. Εμπνεύστριά του είναι η Janelle, μία Αμερικάνα από τη Μινεσότα, η οποία μετακόμισε πριν λίγα χρόνια στη Μαδρίτη, για να ασχοληθεί αποκλειστικά με την Ισπανική κουζίνα και τα tapas. Περιέχει ιστορικά στοιχεία, εστιατόρια και μέρη για να επισκεφτεί κανείς, καθώς και άπειρες συνταγές. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα. Θα το βρείτε στη διεύθυνση: http://tapastalk.wordpress.com/.


 

Εντός των ημερών θα σας μιλήσω λεπτομερώς για το ταξίδι μου στη Ρόδο, και ειδικά για τον συναρπαστικό (και, για τους περισσότερους άγνωστο) αμπελώνα του νησιού.

Σήμερα όμως τα πράγματα είναι λίγο πιεσμένα, έχουμε και τον "ΤΡΥΓΗΤΟ ΣΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ" το απόγευμα στο Γκάζι, οπότε ο χρόνος είναι λίγο περιορισμένος.

Δεν μπορώ όμως να μην αναφερθώ στο δείπνο (μετά γευσιγνωσίας) στο οποίο συμμετείχα στη Ρόδο, μετά από πρόσκληση της  οινοποιίας EMERY. Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο του γεύματος ήταν ότι οι τιμώμενοι προσκεκλημένοι ήταν 3 σημαντικοί διαμορφωτές της Αμερικάνικης (οινικής) κουλτούρας, που αυτό τον καιρό περιοδεύουν την Ελλάδα και δοκιμάζουν τα κρασιά της. Πρόκειται για τους: Mark Squires, οινογράφο, οινοκριτικό και στενό συνεργάτη του μεγάλου Robert Parker (αυτού που... ανεβάζει ή κατεβάζει κρασιά και οινοποιεία με μία βαθμολογία του), Mark Phillips, διευθυντή του μεγάλου Αμερικάνικου club οινοφίλων Wine Tasting Association, και Angel Aguilar, συμβούλου στη μεγαλύτερη κάβα της πόλης του Chicago, που ονομάζεται Sam's.

Το γεύμα μας στην ψαροταβέρνα "Παλαιά Κάμειρος" ήταν θεσπαίσιο, και περιελάμβανε φρέσκα ωμά κυδώνια με λεμόνι, ψιλό γαριδάκι Συμιακό, μύδια αχνιστά, χταποδάκι και καλαμάρι στα κάρβουνα, καθώς και ένα φρεσκότατο φαγκρί στη σχάρα. Όλα αυτά συνοδεύτηκαν από κρασιά της Emery, τα οποία προ ολίγου είχαμε δοκιμάσει υπό συνθήκες γευσιγνωσίας. Τα πιο σημαντικά στοιχεία που έμαθα από αυτή τη βραδιά ότι:

- για τους Αμερικάνους γευσιγνώστες ένα σημαντικό κριτήριο (ίσως και το σημαντικότερο) της ποιότητας ενός κρασιού είναι η παλαιωσιμότητά του, ακόμα και για το λευκό
- μεγάλα κρασιά σε ολόκληρο τον πλανήτη παράγονται μόνο στο Bordeaux - άντε και στη Βουργουνδία. Χώρες όπως η Ιταλία (με ελάχιστες εξαιρέσεις) δεν μπαίνουν σε μία τέτοια κουβέντα
- για τον μέσο Αμερικάνο καταναλωτή, βασικότατο κριτήριο αγοράς ενός κρασιού είναι η τιμή. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι πρέπει να είναι φτηνό, αλλά πρέπει να έχει καλή σχέση ποιότητας-τιμής, να αντιπροσωπεύει, δηλαδή, ένα καλό "deal"
- ωστόσο, ο έμπειρος Αμερικάνος οινόφιλος έχει τη νοοτροπία του "trophy wine". Δηλαδή είναι διατεθειμένος να πληρώσει αρκετά παραπάνω από τον υπόλοιπο κόσμο για ένα κρασί, αν αυτό θα είναι ένα "στολίδι" για τη συλλογή του λόγω ονόματος, ιστορίας ή σπανιότητας
- γενικά οι Αμερικάνοι οινόφιλοι είναι ανοιχτοί και δεν έχουν "πατριωτικά" θέματα με το κρασί - αντιθέτως τους αρέσει να δοκιμάζουν καινούρια και περίεργα πράγματα. Είναι γεγονός, άλλωστε, ότι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 80 η ίδια η Αμερικάνικη αγορά δεν είχε το Καλιφορνέζικο κρασί σε ιδιαίτερη υπόληψη
- τέλος, η Αμερικάνικη αγορά αγαπάει πολύ το ροζέ κρασί - η άνοδος της κατηγορίας αυτής δείχνει να είναι ένα παγκόσμιο trend που με χαροποιεί ιδιαίτερα

Όπως καταλαβαίνετε, δεν συμφώνησα με όλα τα παραπάνω που άκουσα. Ωστόσο είχαμε μία πολύ καλή κουβέντα, με πολύ κέφι και χιούμορ, ειδικά όσο πέρναγε η βραδιά και έρεε το κρασί στα ποτήρια μας.

Πιο πολύ από όλα με χαροποίησε το γεγονός ότι και στους 3 καλεσμένους άρεσαν τα κρασιά που δοκίμασαν, ενώ βρήκαν και πολύ συμφέρουσες τις τιμές εξαγωγής.

Όσο για μένα, ελπίζω ότι εξασφάλισα μία θέση στην ατελείωτη λίστα αναμονής για μία συνέντευξη με τον Parker. Δεν περιμένω ότι κάτι τέτοιο θα γίνει πολύ σύντομα, αλλά σίγουρα είναι μία προοπτική για την οποία αξίζει να περιμένει κανείς, δε συμφωνείτε;...


 

Αύριο, Τετάρτη, πετάω για Ρόδο. Είμαι καλεσμένος της εκεί τοπικής αρχής για να μιλήσω σε μία ημερίδα που οργανώνουν με θέμα τον οινοτουρισμό. Ανταποκρίθηκα στο κάλεσμα αυτό με μεγάλο ενθουσιασμό, όχι μόνο επειδή χαίρομαι που βλέπω ότι υπάρχει κινητοποίηση για τον οινοτουρισμό, αλλά και επειδή θα είναι μία καλή ευκαιρία να εξετάσω εκ των έσω τον Ροδίτικο αμπελώνα, αλλά και τη γαστρονομία του νησιού.

Το πρόγραμμά μου περιλαμβάνει επισκέψεις σε οινοποιεία, αλλά και στα απόκρημνα αμπέλια τα οποία δίνουν το φημισμένο Αθήρι της Ρόδου. Μιλώντας γι αυτό, επειδή τις τελευταίες μέρες έκανα πολλές δοκιμές - αλλά και συγκρίσεις τιμών - σε Ελληνικά και ξένα κρασιά, δράττομαι της ευκαιρίας να (ξανα)αναφέρω το Αθήρι Βουνοπλαγιάς, το λευκό Ρόδος ΟΠΑΠ της Ροδίτικης οινοποιίας EMERY. Δεν είναι μόνο ένα απίστευτα κομψό λευκό κρασί με όμορφα αρώματα και φοβερή οξύτητα και πλείστες διεθνείς διακρίσεις (Wine Spectator κ.α.) - με λιανική τιμή κάτω των €10, η σχέση ποιότητας-τιμής είναι εξαιρετική.


Εννοείται πως θα έχω μαζί laptop, κάμερα, κλπ, οπότε θα μάθετε πρώτοι οτιδήποτε ενδιαφέρον γνωρίσω εκεί. Μάλιστα την Παρασκευή, αν όλα πάνε καλά, θα γνωρίσω και κάποιους ανθρώπους από την Αμερική που θεωρούνται αυθεντίες στο διεθνές οινικό στερέρωμα.

Νεότερα σύντομα...