Picture
Το πρότυπο του καλού wine bar ήταν ανέκαθεν - για τον Έλληνα ευζωιστή - κάτι σαν το Άγιο Δισκοπότηρο. Τι εννοώ; Όλοι το γνωρίζουν ότι υπάρχει, πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ευλαβικά σε αυτό, άλλοι έχουν ακούσει και θέλουν να πιστέψουν, κάποιοι άλλοι (κυρίως όσοι έχουν ζήσει στο εξωτερικό) έχουν ιστορίες και εμπειρίες - ωστόσο εδώ δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο, οπότε πώς να τους δώσουν βάση οι υπόλοιποι, και πάει λέγοντας... Και ξέρετε γιατί; Επειδή οι παλαιοί επιχειρηματίες του χώρου είναι πεπεισμένοι ότι το μοντέλο του wine bar του εξωτερικού "δεν πιάνει στον Έλληνα" και έχουν φοβίσει και τους νέους που το σκέφτονται σοβαρά. Χώρια που υπάρχουν αρκετά Αθηναϊκά παραδείγματα προσπαθειών που ξεκίνησαν ως wine bars και είτε κατέληξαν να γίνουν κάτι άλλο, είτε είχαν άδοξο τέλος.

Μακρά η εισαγωγή - συγχωρήστε με - αλλά θέλω να κάνω την αντίθεση με τον ενθουσιασμό που ένιωσα προχτές που πήγα στη Scala Vinoteca, στο Κολωνάκι. Ναι, είναι wine bar. Και ναι, είναι wine bar με όλη την έννοια: καλή λίστα κρασιών, μεγάλος αριθμός των ετικετών σε ποτήρι, και πιάτα σε μορφή "τσιμπητού" για να υποστηρίζουν το κρασί. Επιπλέον, όμορφος χώρος με πολύ μοντέρνο look, ωραίος κόσμος, ατμόσφαιρα, καλό σημείο - τι άλλο να ζητήσεις;

Ξεκαθαρίζω: η Scala Vinoteca είναι στέκι, αλλά όχι για hardcore οινόφιλους (και αυτό είναι πολύ μεγάλο συν της). Έχει φτιαχτεί για ανθρώπους που μπορεί να έχουν ή να μην έχουν γνώσεις πάνω στο κρασί, αλλά απλά θέλουν να περάσουν καλά απολαμβάνοντας ένα καλό ποτήρι, τσιμπολογώντας, κουβεντιάζοντας, γελώντας, και τα τοιαύτα. Η λίστα των κρασιών περιλαμβάνει πολλές και καλές επιλογές από τον Ελληνικό και τον ξένο αμπελώνα (ίσως θα ήθελα μερικά ροζέ ακόμα για το καλοκαίρι, αλλά δεν θα τα χαλάσουμε εκεί), ενώ στα πιάτα υπάρχει ποικιλία που καλύπτει πλήρως τις ετικέτες της λίστας. Στα πλεονεκτήματα του φαγητού είναι ότι το έχει επιμεληθεί ο Σεφ Χριστόφορος Πέσκιας, καθώς και ότι χωρίζονται σε μπάντες τιμών, και συγκεκριμένα των 7, 10 και 12 ευρώ. Ο κατάλογος περιλαμβάνει νόστιμα ζεστά και κρύα πιάτα, καθώς και προσεγμένες (και γενναιόδωρες) ποικιλίες τυριών και αλλαντικών.

Η Scala Vinoteca βρίσκεται στο Κολωνάκι, ακριβώς στα σκαλάκια που σηματοδοτούν την αρχή της Αναγνωστοπούλου (γωνία με Σίνα, κοντά στο ύψος του Γαλλικού Ινστιτούτου). Η βεραντούλα στην είσοδο είναι όμορφη και δροσερή, ειδικά την περίοδο που μπορείς να κάτσεις έξω (φαντάζομαι το χειμώνα θα γίνει το "άντρο" των καπνιστών), ενώ ο εσωτερικός χώρος είναι πολύ φιλικός, με ζεστή αλλά πολύ μοντέρνα ατμόσφαιρα. Μπορεί κανείς να κάτσει και στη μεγαλούτσικη μπάρα.

Η Scala Vinoteca λειτουργεί κάθε μέρα εκτός Κυριακής, και οι κρατήσεις είναι απαραίτητες (πολύ καλό σημάδι αυτό!). Γενικά, η Scala Vinoteca είναι μία νέα, καλή προσπάθεια, που θέλω πολύ να πετύχει και δείχνει ότι έχει όλα τα φόντα να το κάνει. Μάλιστα θέλω πολλοί να ζηλέψουν (με την καλή έννοια) την επιτυχία αυτή και να ξεκινήσουν αντίστοιχες προσπάθειες σε διάφορα σημεία της Αθήνας. Και όταν γίνει αυτό, θα έχω πλέον και αποδείξεις ότι η κουλτούρα του κρασιού στην Ελλάδα ΟΝΤΩΣ πάει μπροστά, είτε το θέλουν κάποιοι είτε όχι...

Στοιχεία επικοινωνίας για τη Scala Vinoteca θα βρείτε παρακάτω. Σημείωση: η επάνω φωτογραφία είναι δανεισμένη από το Περιοδικό "Κ" της Καθημερινής και τη σελίδα των appetit-ικών.

 
Picture
Ξέρετε ότι δεν μου αρέσει να γενικολογώ, γιατί ειδικά στις μέρες μας είναι κάτι παρακινδυνευμένο. Ωστόσο το εννοώ όταν λέω ότι στη Νάξο δύσκολα τρώει κανείς άσχημα... Δεν λέω, υπάρχουν στο νησί, όπως στους περισσότερους προορισμούς διακοπών της Ελλάδας, κάποιες τουριστικές παγίδες... Αποφεύγοντάς τις, όμως, ο επισκέπτης στη Νάξο θα φάει πραγματικά πολύ καλά. Από τη μεριά μου, εγώ ευχαρίστως να βοηθήσω προς αυτή την κατεύθυνση. Για το λόγο αυτό, ακολουθούν κάποιες επιλογές που είναι τσεκαρισμένες και πολύ δυνατές. Είναι οι εξής:

Picture
Ξεκινάμε με την Αξιώτισσα, στο Καστράκι (22850-75107). Για εμένα η top ταβέρνα του νησιού, με μεγάλο κατάλογο που δίνει έμφαση στις ντόπιες γεύσεις, τα τοπικά τυριά, και πολλές σπεσιαλιτέ ημέρας. Μας άρεσε πολύ η πικάντικη ρεβιθοσαλάτα με καυτερή πιπεριά και φρέσκο κρεμμυδάκι, οι διάφορες νοστιμότατες παραλλαγές στη χρήση της μελιτζάνας, οι νόστιμες πίττες, καθώς και το dressing της Κυκλαδίτικης σαλάτας που είχε ως βάση την Κοπανιστή Μυκόνου (θα το κάνω κι εγώ...). Εξίσου αξιόλογα τα κυρίως (με έμφαση στο κρέας), και πολύ δυνατά τα γλυκά.

Picture
Η Απείρανθος βρίσκεται αρκετά μακριά από τη Χώρα, αλλά είναι μια εκδρομή που αξίζει να κάνετε. Όχι μόνο επειδή το χωριό είναι όμορφο, γραφικό και έχει και μεγάλη ιστορία, αλλά και για να φάτε Στου Λεφτέρη (22850-61333). Μικρός κατάλογος αλλά κάθε στοιχείο του είναι εξαιρετικά περιποιημένο, τόσο σε εμφάνιση, όσο και σε γεύση. Το (ντόπιο) κρέας που θα φάτε στου Λεφτέρη δεν θα το φάτε πουθενά αλλού στο νησί (και όχι μόνο). Όσο για τη wine list, εκεί ο Λεφτέρης κάνει την έκπληξη και έχει συμπεριλάβει, ανάμεσα στις καλές Ελληνικές ετικέτες, και ένα αρκετά αξιόλογο Αργεντίνικο Malbec, καθώς και ένα συμπαθέστατο Pinot Noir από τη Χιλή! Μια βασική προειδοποίηση όμως: το service στου Λεφτέρη είναι αργό. ΠΟΛΥ ΑΡΓΟ! Εννοείται ότι το αποτέλεσμα αξίζει την αναμονή, αλλά ίσως όταν θα λιμοκτονείτε περιμένοντας τα πρώτα πιάτα να μην σας παρηγορεί αυτό. Γι αυτό τσιμπήστε ένα τοστάκι πριν ξεκινήσετε για την Απείρανθο, και θα με θυμηθείτε...

Picture
Στη Χώρα, συνιστώ ανεπιφύλακτα τον Λαβύρινθο (22850-22253). Όμορφος χώρος, που είναι ουσιαστικά μία προσεγμένη και ατμοσφαιρική αυλή μέσα στα σοκάκια της Χώρας. Ο Λαβύρινθος είναι ένα νησιώτικο εστιατόριο με καθαρά Μεσογειακό ύφος, που δίνει μεγάλη έμφαση στις πρώτες ύλες του Αιγαίου. Έτσι, βασικά συστατικά στα περισσότερα πιάτα είναι Αιγαιοπελαγίτικα υλικά όπως η λιαστή ντομάτα, η λούζα, η φάβα και η κάπαρη, ενώ και η wine list κυριαρχείται από νησιώτικα κρασιά, με πρωταγωνιστές αυτά της Σαντορίνης, της Μυκόνου και της Πάρου.

Picture
Αρκετά μεγάλη εκδρομή είναι επίσης και αυτή για την Κόρωνο. Αν όμως αποφασίσετε να την κάνετε, η ταβέρνα της Ματίνας (22850-51243) είναι... μονόδρομος. Στην πολύ γραφική πλατειούλα (πλάτσα) του χωριού, η Ματίνα θα σας περιποιηθεί με ό,τι φαγητό έχει φτιάξει εκείνη την ημέρα, δηλαδή μία μικρή επιλογή από λαδερά και ελαφρά μαγειρευτά. Ό,τι φάτε θα είναι 100% σπιτικό (θυμίζει μαγειρική "μαμάς ή γιαγιάς" στο σπίτι), ενώ οι τηγανητές πατάτες είναι για να τρώει η μάνα (και... η συνέχεια είναι γνωστή). Στο τέλος η Ματίνα θα σας φιλέψει και σπιτικό γλυκό του κουταλιού.

Τέλος, έχετε ακόμα ένα κίνητρο για να προτιμήσετε την πανέμορφη παραλία που ανέφερα στο προηγούμενο ποστ, την Πλάκα, και αυτό είναι το φαγητό. Εκεί, οι επιλογές είναι δύο, και είναι αμφότερες πολύ αξιόλογες. Πρόκειται για τον Παράδεισο και τα Τρία Αδέρφια, που πρέπει να απέχουν περί τα 500 μέτρα μεταξύ τους. Και στις δύο ταβέρνες θα βρείτε μεγάλη ποικιλία μαγειρευτών/λαδερών της ημέρας, πολύ καλά κρέατα, καθώς και ψάρια και θαλασσινά. Πιστέψτε με, δεν θυμίζουν σε τίποτα την κλασσική, μαζική και πρόχειρη ταβέρνα παραλίας που όλοι (δυστυχώς) έχουμε στο νου μας σε αντίστοιχα σημεία.

Σας αφήνω με μία σειρά από φωτογραφίες πιάτων από τα παραπάνω μέρη. Ήταν όλα τόσο νόστιμα, που με το ζόρι έδειξα χαρακτήρα και τα φωτογράφησα, πριν... ορμήξω!...

 
Picture
Είναι ίσως το πιο cult μέρος που έχω βρει εδώ και πολύ καιρό. Δεν βρίσκεται σε κάποιο cool ή εμπορικό δρόμο, δεν έχει ιστοσελίδα, δεν το αναφέρουν οι οδηγοί διασκέδασης, δεν έχει καν κάρτα με τα στοιχεία του (εξ ου και το χαρτάκι που εικονίζεται παρακάτω, και το οποίο έλαβα... αντ' αυτής). Έχει όμως group στο Facebook με εκατοντάδες μέλη, αναφέρεται παντού στο Internet (από το Hi5 ως το TripAdvisor και ένα σωρό forum) και έχει χτίσει (με τον τρόπο του) ένα μεγάλο, φανατικό, νεανικό και κεφάτο κοινό, που γεμίζει τις καρέκλες του κάθε βράδυ.

Picture
Ο λόγος για το Coupepe (πλήρης τίτλος: Coupepe Bake & Shake), στην Πλατεία της Νέας Πεντέλης. Το Coupepe, λοιπόν, έχει καταφέρει με τον δικό του τρόπο αυτό που στην εστίαση θεωρείται η απόλυτη επιτυχία: έχει γίνει στέκι.
Σε μία περιοχή άκρως οικιστική, οι πελάτες του - που προέρχονται και από την περιοχή, αλλά και από όλη την Αθήνα - έχουν βρει σε αυτό τον χώρο που θα συναντιούνται και θα περνούν ανέμελες ώρες κουβεντιάζοντας, τσιμπολογώντας και πίνοντας μέχρι τις πρώτες πρωινές.

Επί της ουσίας, στο Coupepe βρίσκει κανείς απίστευτες γκουρμέ πίτσες με ζύμη λεπτή σαν χαρτί και υλικά τόσο συμβατικά, όσο και πιο... προχωρημένα. Επιπλέον, βρίσκει δροσερές σαλάτες, διάφορα ορεκτικά, και σπιτικά γλυκά (ένας κορμός - όπως βλέπετε - μούρλια!). Για τους... αφτεράδες, υπάρχουν επίσης νόστιμες (γλυκιές και αλμυρές) κρέπες, ενώ το μπαρ διαθέτει μπίρες, ουζάκι, διάφορα οινοπνευματώδη, και κρασί σε ποτήρι. Και σας το λέω από πρώτο χέρι, το βραδάκι στο Coupepe με πίτσα και μπιρίτσα παγωμένη αξίζει πολλά!...

Αξίζει να σας πω ότι η συνταγή δουλεύει και έτσι και αλλιώς. Δηλαδή και το χειμώνα στον μικρό αλλά ζεστό εσωτερικό χώρο, αλλά και το καλοκαίρι με τραπεζάκια έξω, στο... βόρειο πεζοδρόμιο της πλατείας, σε αυστηρά καλοκαιρινό στυλ. Αφήστε που, λόγω θέσης και υψομέτρου, μπορεί ο κόσμος στο Κέντρο να καίγεται μες στο κατακαλόκαιρο, αλλά αργά στο Coupepe ένα λεπτό μπουφανάκι... δεν πάει χαμένο...

Μ' αυτά και μ' αυτά, το Coupepe έχει αποκτήσει ένα πιστό κοινό πελατών και φίλων, του οποίου δηλώνω χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό μέλος. Ελάτε κι εσείς στην παρέα του Coupepe. Τη διεύθυνση και το τηλέφωνο θα τα βρείτε στην... καρτούλα που εικονίζεται παραπάνω...

 
Picture
Πρόκειται για κλασική περίπτωση που συμβαίνει σε όλους μας, έτσι; Εννοώ ότι πάντοτε, κάτι που βρίσκεται "μέσα στα πόδια μας" το παίρνουμε για δεδομένο γιατί ξέρουμε ότι δεν πρόκειται να φύγει, και τελικά δίνουμε έμφαση στα πιο μακρινά και δυσπρόσιτα.

Τα λέω όλα αυτά γιατί μόλις πριν λίγες ημέρες βρέθηκα στο εστιατόριο Ελαίας Γη, στην Πολιτεία, για φαγητό, και πέρασα μία πολύ όμορφη (και νόστιμη) βραδιά. Όπως ξέρετε οργώνω τακτικά την Αθήνα (και όχι μόνο) όταν πρόκειται για καλό φαγητό έξω, και στο συγκεκριμένο - που βρίσκεται σε περίπου 800 μέτρων απόσταση από το σπίτι μου - δεν είχα δεήσει τόσα χρόνια να πάω.


Το Ελαίας Γη, βέβαια, βρίσκεται ουσιαστικά στο ίδιο σημείο από το 1977 - ξεκίνησε ως Symposium House (κάποιοι παλιοί σίγουρα θα το θυμούνται), συνέχισε ως Κιούπια, και εδώ και κάποια χρόνια λειτουργεί στην παρούσα του μορφή. Το δε σημείο, εν τω μεταξύ, είναι απίστευτα προνομιούχο: βρίσκεται στο λόφο πάνω από την πλατεία της Πολιτείας και έχει απίστευτη θέα μέχρι και τον Πειραιά όταν η μέρα είναι καλή. Ο εσωτερικός χώρος είναι πολύ φροντισμένος με έντονο Ελληνικό ντεκόρ, ο εξωτερικός όμως είναι για μένα αυτό που το καλοκαίρι κάνει τη διαφορά: να τρως έξω, κάτω από τα τεράστια πλατάνια και δίπλα στο συντριβάνι, παραπέμπει - αν μη τι άλλο - σε παλαιότερες και ρομαντικότερες της σημερινής εποχές...


Το φαγητό είναι στο μοτίβο που εξ αρχής εισήγαγε το συγκεκριμένο εστιατόριο: ένα πλούσιο μενού 25 Ελληνικών γεύσεων έναντι φιξ τιμής €43 το άτομο. Το μενού ξεκινάει με σούπα - εμείς φάγαμε σπιτική κοκορόσουπα που ακόμα και προχτές, αρχές Ιουνίου, πήγε μια χαρά. Συνεχίζει με ποικιλία κρύων και ζεστών ορεκτικών, μας φρεσκάρει τον ουρανίσκο ενδιάμεσα με ένα δροσερό sorbet μέντα, και ολοκληρώνει με μία πλούσια και απολαυστική ποικιλία κρεατικών (που εννοείται ότι φωτογράφησα, όπως βλέπετε). Τελειώνει με τα γλυκά (όπως το εικονιζόμενο παγωτό βανίλια με καταΐφι και φυστίκι Αιγίνης, που σερβίρεται πάνω σε φόρμα πάγου), που είναι φτιαγμένα στο ζαχαροπλαστείο της κουζίνας, και συνδυάζονται με σπιτικό τσίπουρο ή κάποιο γλυκό κρασί.

Το μενού, παρεμπιπτόντως, επαναπροσαρμόζεται με βάση τις γεύσεις και τα προϊόντα της εποχής, περίπου κάθε δύο μήνες. Αυτό που εντυπωσιάζει (και κάνει τη διαφορά) όμως, είναι οι απαράβατοι κανόνες που έχει θέσει ο ιδρυτής και ιδιοκτήτης του Ελαίας Γη, ο Τζίμης Κολοβάκης (με μεγάλη εμπειρία σε εστιατόρια στην Αμερική), ο οποίος είναι κάθε βράδυ, ανελλιπώς, στο εστιατόριο. Οι κανόνες λοιπόν είναι: α) Δεν υπάρχει τηγάνι ούτε ζωγραφιστό στο εστιατόριο, και ούτε υποψία τηγανητού μεζέ στο μενού, β) παρότι το κρέας που χρησιμοποιείται στα πιάτα προέρχεται από κομμάτια κοντά στο κόκκαλο για να είναι γευστικό, δεν φτάνει ποτέ κοκκαλο στο πιάτο και γ) τίποτα δεν μαγειρεύεται ή βράζεται σε νερό, αλλά πάντα σε σπιτικό ζωμό κρέατος, κότας ή λαχανικών. Respect...

Η λίστα των κρασιών είναι πλούσια, πλήρης και αμιγώς Ελληνική, με ποικιλίες και προελεύσεις από όλη την Ελλάδα, που καλύπτουν σωστά τις γεύσεις του μενού. Τα κρασιά είναι σωστά τιμολογημένα, χωρίς καμία υπερβολή, ενώ το σωστό σερβίρισμά τους (σαμπανιέρες για να δροσίζονται τα λευκά και τα ροζέ, καράφες για μετάγγιση των παλαιωμένων ερυθρών) εντάσσεται στο γενικότερο πολύ επαγγελματικό σέρβις του εστιατορίου.


Χωρίς καμία αμφιβολία, το Ελαίας Γη είναι ένα μέρος για καλοφαγάδες και γενικά ανθρώπους που αγαπούν την καλοπέραση. Πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι όποιος θέλει έχει τη δυνατότητα να γευματίσει a la carte, σπάνια όμως νομίζω ότι αυτό συμβαίνει στην πραγματικότητα. Επιπλέον, μία λιγάκι πιο light έκδοση του μενού σερβίρεται και τις Κυριακές τα μεσημέρια, οπότε το Ελαίας Γη γίνεται στέκι για όλη την οικογένεια, προς €35 το άτομο. Σημειωτέον, τέλος, ότι το εστιατόριο διαθέτει και valet parking στην είσοδο.

Για μένα το Ελαίας Γη χαρακτηρίζεται από την ποιότητα, την εξυπηρέτηση, τις λογικές τιμές (με έμφαση στο value for money) και - κατά συνέπεια - την διαχρονικότητα. Δεν υπάρχουν πολλά εστιατόρια για τα οποία να μπορείς να κάνεις "τικ" σε όλα αυτά τα κουτάκια. Γι αυτό και σίγουρα στο Ελαίας Γη θα με βλέπουν πλέον πολύ πιο συχνά...

Παρεμπιπτόντως, το μενού του Ελαίας Γη παραείναι πλούσιο για να σας απαριθμήσω όλα του τα πιάτα. Αν όμως θέλετε να το μελετήσετε σε όλη του τη λεπτομέρεια, μπορείτε να κατεβάσετε το μενού του Ιουνίου παρακάτω:
elaias_gi_menu_june09.pdf
File Size: 347 kb
File Type: pdf
Download File

 
Picture
Δεν έχει κανείς συχνά την ευκαιρία να παρακολουθήσει live τη Fiona Beckett, κορυφαία οινογράφο με εξειδίκευση στον συνδυασμό κρασιού και φαγητού, επί το έργον. Εμένα η ευκαιρία αυτή μου δόθηκε πρόσφατα, κατά το τελευταίο μου ταξίδι στο Λονδίνο, όταν παρουσίασε ένα workshop σχετικά με τον συνδυασμό αλλαντικών και κρασιών. Η εκδήλωση έγινε στο πλαίσιο του ετήσιου δείπνου του Circle of Wine Writers, νωρίς το απόγευμα της Δευτέρας. Και παρότι το πρόγραμμά μου εκείνη την ημέρα ήταν απίστευτα πιεσμένο, έβαλα τα δυνατά μου για να φτάσω νωρίς και να πιάσω καλή θέση. Η Fiona είναι εξαιρετική γνώστρια, παρουσιάστρια αλλά και φίλη, οπότε δεν θα το έχανα με τίποτα...

Το συγκεκριμένο workshop είχε "διαδραστικό" χαρακτήρα, αφού περιελάμβανε διάφορα είδη κρασιών, καθώς και μία ομάδα από αρκετά διαφορετικά αλλαντικά, με στόχο να βγάλουμε όλοι μαζί συμπεράσματα - άλλωστε το κοινό απαρτιζόταν αποκλειστικά από οινογράφους που είτε έτσι είτε αλλιώς ασχολούνται με το συγκεκριμένο θέμα. Τα κρασιά ήταν πολύ ενδιαφέροντα και ανάμεσά τους υπήρχαν και αρκετές πρωτότυπες λευκές, ροζέ και ερυθρές επιλογές από όλο τον κόσμο. Η Fiona μάλιστα πειραματίστηκε προσθέτοντας και ένα Ασύρτικο από τη Σαντορίνη στην λίστα των κρασιών. Το πείραμα δυστυχώς δεν πέτυχε, κι αυτό επειδή η συγκεκριμένη φιάλη ήταν δυστυχώς πολύ ταλαιπωρημένη και με εμφανή σημάδια οξείδωσης, γι αυτό και έχασε - αντί να κερδίσει - τις εντυπώσεις. Είμαι σίγουρος ότι μία φρέσκια Σαντορίνη ή, ακόμα καλύτερα, μία βαρελάτη Σαντορίνη θα είχε πιο θετικά αποτελέσματα.


Γενικά τα αλλαντικά προσφέρονται για τέτοιου είδους παιχνίδια με διαφορετικά κρασιά, καθώς διαθέτουν δύο πολύ βασικά χαρακτηριστικά που τα κάνουν ιδιαίτερα "wine-friendly": αλάτι και λίπος. Αν προσθέσουμε δε και δύο ακόμα στοιχεία, τα μπαχαρικά και το κάπνισμα, τότε το εύρος των κρασιών με τα οποία μπορούμε να πειραματιστούμε γίνεται σημαντικά μεγαλύτερο.

Δεν λέω παραπάνω σε αυτή τη φάση, γιατί θέλω να πειραματιστώ ο ίδιος λίγο ακόμα, και να οργανώσω ένα ανάλογο workshop εδώ στην Αθήνα. Και επειδή θα είστε όλοι καλεσμένοι, θα ήταν κρίμα να σας χαλάσω την έκπληξη, αλλά και να σας περιορίσω τη φαντασία... Αν στο μεταξύ θέλετε να διαβάσετε τις εντυπώσεις της ίδιας της Fiona Beckett από το workshop που μας παρουσίασε στο Λονδίνο, δεν έχετε παρά να κάνετε κλικ σε αυτό εδώ το link.

Εν τω μεταξύ τόσο το workshop, όσο και το ετήσιο δείπνο του Circle of Wine Writers έλαβαν χώρα στο σχετικά καινούριο εστιατόριο και wine bar "Terroirs", που βρίσκεται στη γεμάτη ζωή περιοχή του Covent Garden. Το εστιατόριο αυτό έχει πολύ ευφάνταστο μενού και (όπως προδίδει και το όνομά του) δίνει μεγάλη έμφαση στο ποιοτικό και "ψαγμένο" κρασί. Σε ένα από τα επόμενά μου ταξίδια στο Λονδίνο σκοπεύω να ασχοληθώ επισταμένως με αυτό.

Όσο για το δείπνο που ακολούθησε, ίσως θυμάστε ότι σας είχα πει πως θα είχε ως κεντρικό θέμα τα "Island Wines", δηλαδή τα κρασιά που προέρχονται από νησιά από όλο τον κόσμο που φημίζονται για τα κρασιά τους. Στην πρωτότυπη αυτή λίστα συμμετείχαν και αρκετά αξιόλογα κρασιά από νησιά της Ελλάδας. Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για το όμορφο αυτό δείπνο, μπορείτε να διαβάσετε το Αγγλικό post μου στο διεθνές οινικό blog MTonVin, κάνοντας κλικ σε αυτό εδώ το link.

 

Δεν υπάρχει περίπτωση να βρεθώ στο Λονδίνο και να μην επισκεφτώ το αγαπημένο μου Κινέζικο, το Four Seasons (καμία - μα καμία - σχέση με την πολυτελή αλυσίδα ξενοδοχείων) στο Bayswater. Το πάθος μου για το συγκεκριμένο εστιατόριο το έχω αποκτήσει εδώ και χρόνια (μιλάμε για 15 τουλάχιστον), πολύ πριν ανακαλύψω ότι το Four Seasons φιγουράρει σε όλους τους έγκριτους οδηγούς γεύσεις της πόλης.

Κι ενώ είναι διάσημο για την ψητή πάπια του (ένας από τους πιο γνωστούς κριτικούς εστιατορίων είχε γράψει γι αυτήν "Για να βρείτε καλύτερη ψητή πάπια θα πρέπει μάλλον να ταξιδέψετε μέχρι το Πεκίνο!...), εμένα μου αρέσει η όλη εμπειρία: η τελείως λιτή διακόσμηση, τα γκαρσόνια που καμιά φορά είναι (ή το παίζουν) λιγάκι απότομα με τους πελάτες, και βέβαια το φαγητό. Εν τω μεταξύ είναι ενδεικτικό ότι από τότε που το θυμάμαι (ως και σήμερα, Παρασκευή βράδυ) σε ώρες αιχμής η ουρά φτάνει μέχρι έξω, τη στιγμή που τα περισσότερα άλλα (εν μέσω κρίσης) υπολειτουργούν, ενώ και κάμποσα έχουν "κατεβάσει ρολλά". Ένα άλλο πολύ σημαντικό "συν" για εμένα είναι ότι κάθε φορά σταθερά, οι πελάτες του σε συντριπτικό ποσοστό που πρέπει να ξεπερνάει το 90% είναι Κινέζοι (αυτό από μόνο του νομίζω πως λέει πολλά...).


Στο δια ταύτα τώρα: Ξεκίνησα με την αγαπημένη μου σούπα με καβούρι και καλαμπόκι (δείτε την καλύτερα κάνοντας κλικ στη φωτ. 1), την οποία ακολούθησαν τα ψωμάκια τηγανησμένα με πάστα γαρίδας και σουσάμι (φωτ. 2) και τα dumplings (σα να λέμε Κινέζικα κρεατοπιττάκια) με χοιρινό και σάλτσα με ξύδι και ginger (φωτ. 3).


Για κυρίως εννοείται ότι πήρα την περίφημη ψητή πάπια (φωτ. 1), η οποία είναι ζουμερή από μέσα και ξεροψημένη με την καραμελωμένη πετσούλα της απ' έξω, και σερβίρεται "ξαπλωμένη" σε Κινέζικο λάχανο και ρύζι στον ατμό και μπόλικη σάλτσα. Συνοδεύτηκε από κορφούλες του Κινέζικου λαχανικού Choi Sum (φωτ. 2), που ήταν βραστό και περιχυμένο με σάλτσα από στρείδια.

Ομολογώ ότι δεν βρήκα κάτι ενδιαφέρον στη υποτυπώδη λίστα κρασιών του Four Seasons, αλλά ουδόλως προβληματίστηκα, καθώς αύριο (σήμερα πλέον, Σάββατο) με περιμένει μία ολόκληρη μέρα δοκιμών μερικών από τα κορυφαία κρασιά του Νέου Κόσμου. Έτσι συμβιβάστηκα με την απολαυστικότατη (και πανάλαφρη) Κινέζικη μπίρα Tsing Tao (φωτ. 1). Εννοείται ότι στο τέλος δεν υπήρχε χώρος για επιδόρπιο, αν και ποτέ δεν υπήρξα φαν των Κινέζικων επιδορπίων (που είναι μάλλον Δυτικές επιννοήσεις). Δεν ξέρω αν αυτό είναι Κινέζικο έθιμο, με το λογαριασμό, πάντως, στο Four Seasons φέρνουν και φρέσκο πορτοκάλι (φωτ. 2), τα οξέα του οποίου καθαρίζουν το στόμα, και ίσως "ενθαρρύνουν" την πέψη, για να αρχίσει λίγο συντομότερα.

Παρεμπιπτόντως, ο λογαριασμός μου για το λουκούλλειο αυτό γεύμα ανήλθε στις 38 λίρες Αγγλίας ή 43 Ευρώ (με δύο μπίρες και μαζί με το φιλοδώρημα), αν και πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι δεν έφαγα απλά την ποσότητα που θα έτρωγε ένας μέσος άνθρωπος σε ένα ζευγάρι ή μία παρέα. Όπως καταλαβαίνετε, συνιστώ το Four Seasons ανεπιφύλακτα σε κάθε φίλο της Κινέζικης κουζίνας που επισκέπτεται το Λονδίνο. Και να σας παραξενεύει το γεγονός ότι ένα τόσο αυθεντικό Κινέζικο εστιατόριο βρίσκεται σε μία τόσο τουριστική περιοχή, που δεν φημίζεται ακριβώς για τους γαστρονομικούς της θησαυρούς, σας διαβεβαιώ ότι με μία μόνο δοκιμή θα πειστείτε και θα γίνετε φανατικοί, σαν κι εμένα!...

 

Δεν ξέρω αν, ποιοι και πόσοι το πήραμε χαμπάρι, αλλά ο Jamie Oliver, ο διάσημος Naked Chef, βρέθηκε αυτές τις μέρες στην Αθήνα. Στόχος του να ανακαλύψει από κοντά την ομορφιά της Ελληνικής κουζίνας, την οποία και σκοπεύει να αναδείξει στην εκπομπή που κάνει στο Βρετανικό τηλεοπτικό δίκτυο Channel4.

Την Τετάρτη το βράδυ ο Jamie βρέθηκε στο Καφενείο, στην Πλάκα, του φίλου μου του Κώστα του Βερύκοκου, όπου έκανε γυρίσματα δοκιμάζοντας τους εξαιρετικούς μεζέδες του αγαπημένου αυτού Πλακιώτικου στεκιού. Ο Κώστας είχε την καλοσύνη να με καλέσει, εγώ δυστυχώς όμως δεν τα κατάφερα λόγω μίας επείγουσας υποχρέωσης που μέχρι τελευταίας στιγμής δεν κατάφερα να αλλάξω.

Η απουσία μου πάντως δε σημαίνει τίποτα - και πάλι μαθαίνετε πρώτοι για την παρουσία του Jamie στη χώρα μας. Στη φωτογραφία τον βλέπετε με σύμπασα την οικογένεια Βερύκοκου στο τέλος του γυρίσματος (Κώστα ελπίζω ο μικρός να παρακολουθούσε προσεκτικά τον Jamie εν ώρα δημιουργίας, για να μαθαίνει από νωρίς τα μυστικά της κουζίνας...).

Χαίρομαι γιατί η επίσκεψη αυτή θα είναι σίγουρα μια καλή διαφήμιση για την Ελλάδα. Και χαίρομαι ακόμα περισσότερο γιατί ο Jamie και οι παραγωγοί του επέλεξαν το σωστό μέρος όχι μόνο για να δοκιμάσουν πεντανόστιμους μεζέδες και καλό κρασί, αλλά και για να γνωρίσουν την όμορφη εμπειρία της παραδοσιακής Αθηναϊκής εστίασης, που θα πάρουν μαζί τους φεύγοντας.

Υπενθυμίζω ότι το Καφενείο - που γίνεται ολοένα και πιο γνωστό εντός αλλά και εκτός συνόρων - βρίσκεται στην Πλάκα (Επιχάρμου 1 & Τριπόδων / 210-3246916 / www.tokafeneio.gr).


 

Η Enoteca i Terzi είναι αυτό που θα λέγαμε στη νεο-ελληνική "το απόλυτο must" για κάθε οινόφιλο που επισκέπτεται την όμορφη πόλη της Σιένα, στην Τοσκάνη. Ο χώρος είναι όμορφος και ζεστός, το φαγητό καλομαγειρεμένο, προσεγμένο και νόστιμο, ενώ η λίστα των κρασιών με τις 1800 ετικέτες ανοίγει νέους ορίζοντες στους φίλους των κρασιών της Τοσκάνης (και όχι μόνο).

Στο τελευταίο ταξίδι, με την παρέα από το Σεμινάριο Απόλαυσης του Κρασιού, απολαύσαμε ένα σούπερ δείπνο στην Enoteca i Terzi, το οποίο μάλιστα "ήρθε κι έδεσε", μετά από μία γεμάτη μέρα με επισκέψεις σε εξαιρετικά οινοποιεία και δοκιμές αντιπροσωπευτικών κρασιών της περιοχής. Το δείπνο ξεκίνησε με μία μεγάλη ποικιλία από Τοσκανέζικα τυριά και αλλαντικά, συνεχίστηκε με ένα νοστιμότατο δεύτερο πιάτο ζυμαρικών με θυμάρι, κάστανο και πεκορίνο, και κορυφώθηκε με ένα φοβερό κύριο πιάτο, που είχε ως επίκεντρο το κρέας, και μάλιστα της φημισμένης ντόπιας ράτσας αγελάδας Chianina (γνωστή επειδή από το κρέας της προέρχεται η διάσημη Bistecca alla Fiorentina). Το γλυκό ήταν μία ντόπια τάρτα με κουκουνάρι και καραμέλα, ενώ το κρασί του γεύματος ήταν (επίτηδες) από μία οινοπαραγωγική περιοχή που δεν είχε συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα του ταξιδιού, του Chianti dei Colli Senesi (Κιάντι από τη ζώνη των Λόφων της Σιένα). Βέβαια αυτά που αξίζουν πιο πολύ απ' όλα στην Enoteca i Terzi είναι τα... εκτός προγράμματος, καθώς η λίστα της προσφέρεται - λόγω βάθους και τιμών - για μεγάλα παιχνίδια, κι έτσι, με τη βοήθεια του ιδιοκτήτη, του Sergio, ανοίξαμε και απολαύσαμε 2 Magnum από το φημισμένο super-tuscan Percarlo, εσοδείας 2003, σε τιμή-έκπληξη! Ήταν από κάθε άποψη μία όμορφη βραδιά που ελπίζω ότι θα επαναληφθεί με αντίστοιχα καλή παρέα και ακόμα καλύτερα κρασιά.

Περισσότερες πληροφορίες και λεπτομέρειες για την Enoteca i Terzi μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα της, στη διεύθυνση http://www.enotecaiterzi.it. Στο βιντεάκι που ακολουθεί μπορείτε να δείτε μία εξίσου ενδοαφέρουσα οινική βραδιά που πέρασα στην αγαπημένη αυτή Enoteca τον Ιανουάριο, στο πλαίσιο του ταξιδιού στην Τοσκάνη που είχε οργανώσει η FIJEV, και στο οποίο συμμετείχα μαζί με συνάδελφους οινογράφους από όλο τον κόσμο. Το βίντεο γυρίστηκε από την διακεκριμένη δημοσιογράφο οίνου της Αμερικάνικης τηλεόρασης, Suzanne Mustacich και το συνεργείο της, που συμμετείχαν στην αποστολή.


 

Τον σύνδεσμο των απανταχού ανά τον κόσμο γαστρονόμων που ακούει στο όνομα La Chaîne des Rôtisseurs, τον γνώριζα από καιρό. Μέχρι πρότινος, όμως, δεν είχα τη χαρά να γνωρίσω από πρώτο χέρι τις δραστηριότητες των μελών του εδώ στην Ελλάδα. Αυτό άλλαξε τις προάλλες, όταν ο φίλος μου ο Κώστας με προσκάλεσε να παραβρεθώ σε ένα από τα δείπνα του συνδέσμου, το οποίο ήταν μία ενδιαφέρουσα - και ιδιαίτερα γευστική - εμπειρία.

Τα μέλη της Chaîne des Rôtisseurs είναι κατ' αρχάς άνθρωποι που αγαπούν την καλή ζωή, ειδικά όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τη γαστρονομία. Σύμφωνα με τον όρκο των Rôtisseurs, κάθε μέλος πρέπει "να τιμά την τέχνη της κουζίνας και τον πολιτισμό του τραπεζιού", και βέβαια να σέβεται τα αδερφά μέλη και γενικά τους συνδαιτυμόνες του κατά τη διάρκεια ενός δείπνου. Η Chaîne des Rôtisseurs έχει ιστορία αιώνων, καθώς ιδρύθηκε από τους ιππότες της Αυλής του Γαλλικού θρόνου το 1248. Στην Ελλάδα - όπως και σε όλο τον κόσμο - έχει την δική της δομή και ιεραρχία, διοργανώνει τακτικά δείπνα υψηλής γαστρονομίας για τα μέλη της, εκδρομές, ταξίδια, καθώς και δραστηριότητες ανταλλαγής γαστρονομικού πολιτισμού με αδερφούς συνδέσμους από άλλες χώρες.

Το δείπνο στο οποίο είχα το προνόμιο να παρευρεθώ, έλαβε χώρα προχτές, Πέμπτη 2 Απριλίου, στο εστιατόριο Wine Gallery του Ξενοδοχείου Life Gallery, στην Εκάλη. Το γεύμα ήταν πέντε πιάτων, τα οποία ήταν τα ακόλουθα (με τη σειρά κατά την οποία σερβιρίστηκαν):

* Foie-gras σχάρας με φακές σαλάτα, πανακότα ψητού αχλαδιού και σάλτσα με οξυμέλι και μούστο, * Σούπα σκορπίνας με ξυνό τραχανά και αυγοτάραχο Μεσολογγίου, * Σαλάτα mesclun με χειροποίητο καπνιστό σολωμό και αφρό από lime, * Sorbet από ξινόμηλο, αρωματισμένο με Calvados, * Λαγός σιγομαγειρεμένος με baby carrots και coulis φάβας, με πατέ από το συκώτι του και σάλτσα με μέλι και λεμόνι, και * Παβέ λευκής σοκολάτας Grand Cru Ivoire και μαύρης σοκολάτας Grand Cru Caraibe και coulis λευκού κρασιού με ροζ πιπέρι.

Τα κρασιά της βραδιάς ήταν χορήγία του Δημήτρη Χατζημιχάλη, ο οποίος είναι και ο ίδιος μέλος της Chaîne des Rôtisseurs. Η επιλογή περιελάμβανε όχι μόνο κρασιά από το Κτήμα Χατζημιχάλη, αλλά και εισαγόμενες ετικέτες της εταιρείας ΔΗΜΗΤΕΡ, που συνόδευσαν τέλεια όλα τα πιάτα, ξεκινώντας με ένα πολύ κομψό Crémant de Bourgogne του 2005 και ολοκληρώνοντας με ένα Tawny Reserve Port από την Quinta do Noval.

Στο τέλος του γεύματος, ως είθισται στα δείπνα της Chaîne des Rôtisseurs, οι ομάδες τόσο της κουζίνας όσο και της σάλας, που ήταν υπεύθυνες για την επιτυχή διεξαγωγή της βραδιάς, παρουσιάστηκαν και χειροκροτήθηκαν από όλους.

Παρακάτω μπορείτε να δείτε φωτογραφίες από τα πιάτα του δείπνου - για την ποιότητα των οποίων όμως ζητάω την κατανόησή σας, καθώς, για λόγους διακριτικότητας, χρησιμοποίησα την κάμερα του κινητού μου.


Ελπίζω ότι θα έχω κι άλλες ευκαιρίες στο μέλλον να παραστώ σε αντίστοιχα όμορφα δείπνα της Chaîne des Rôtisseurs. Στο μεταξύ, όποιος ενδιαφέρεται να μάθει περισσότερες πληροφορίες για την Chaîne des Rôtisseurs, μπορεί να επισκεφτεί την επίσημη ιστοσελίδα της στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.chaine-des-rotisseurs.net.

 

Τι κακό κι αυτό... Από τη μία είμαι (πάλι) σε δίαιτα και ο διαιτολόγος μου μου φωνάζει επειδή έχω ιδιαίτερη αδυναμία στα τυριά, κι από την άλλη αναγκάζομαι (άτιμη ανάγκη...) να ασχολούμαι με... τυριά!

Η είδηση όμως έχει ενδιαφέρον. Και πρόκειται για το γεγονός ότι τα μεγάλα εστιατόρια πλέον στην Ευρώπη διαθέτουν - εκτός από μαιτρ και sommelier - και έναν ακόμη εξειδικευμένο επαγγελματία: τον Frommelier! Όπως καταλαβαίνετε (ο νέος όρος προκύπτει από το Γαλλικό "fromage") πρόκειται για τον άνθρωπο που είναι αρμόδιος για την επιλογή και την διαχείριση της γκάμας των τυριών του εστιατορίου, και ταυτόχρονα είναι υπεύθυνος για να συμβουλεύει τους πελάτες στην επιλογή τυριού, ανάλογα με το υπόλοιπο γεύμα τους, το κρασί τους, τις προτιμήσεις τους, κλπ.

Respect λοιπόν (από όλους εμάς τους τυράδες) στο Λονδρέζικο εστιατόριο Le Bouchon Breton, χάρη στο οποίο η είδηση αυτή κάνει αυτή τη στιγμή το γύρο του κόσμου. Το Bouchon Breton προσέλαβε πρόσφατα τον (εικονιζόμενο) Jean Claude Ali Cherif, έναν άνθρωπο με μακρά και διεθνή εμπειρία στο τυρί, στο ρόλο του Frommelier. Το συγκεκριμένο εστιατόριο, το οποίο απολαμβάνει ιδιαίτερα καλής φήμης στο city για την φίνα Γαλλική κουζίνα του, διαθέτει μία φημισμένη λίστα 40 εκλεκτών τυριών στην κάρτα των επιδορπίων του, οπότε δεν είναι περίεργο το γεγονός ότι χρειάζεται έναν επαγγελματία για να την διαχειρίζεται σωστά. Παρεμπιπτόντως στο Bouchon ένα πλατώ 5 διαφορετικών τυριών κοστίζει περίπου €10, ενώ η επιλογή 7 διαφορετικών τυριών από το τρόλεϊ κοστίζει περίπου €13.50.

Και στο φαγητό όμως το Le Bouchon Breton δεν πάει πίσω, αφού την κουζίνα του επιμελείται ένας από τους πρωτοπόρους της υψηλής Γαλλικής γαστρονομίας στην Αγγλία, ο Michel Roux Jr., που είναι και συνιδιοκτήτης του εστιατορίου. Αντίστοιχα, υπεύθυνος για την εξαιρετική λίστα κρασιών με 700 ετικέτες από τη Γαλλία και όλο τον κόσμο είναι ο Executive Sommelier Francois Bertrand, ο οποίος διαθέτει πλούσια προϋπηρεσία από το άλλο γαστρονομικό "μνημείο" του Roux στο Λονδίνο, το Le Gavroche.

Πίσω στα τυριά, όμως, γιατί δεν το έχω εξαντλήσει ακόμα το θέμα: ο Frommelier Jean Claude Ali Cherif ανακοίνωσε πρόγραμμα σεμιναρίων γευσιγνωσίας τυριών, τα οποία θα παρουσιάζει σε εβδομαδιαίες συναντήσεις που θα διαρκούν μία ώρα και θα λαμβάνουν χώρα στο Le Bouchon Breton. Αντικείμενο των σεμιναρίων είναι η γνωριμία (και δοκιμή) των τυριών από τις γνωστές (αλλά όχι μόνο) ονομασίες προέλευσης στη Γαλλία. Οι συναντήσεις ξεκινούν μέσα αυτό το μήνα και θα γίνονται την τελευταία Τρίτη κάθε μήνα, απογεύματα 6.00-7.00μμ. Το κόστος συμμετοχής κατ' άτομο είναι 50 λίρες Αγγλίας, δηλαδή κάτι λιγότερο από €60.

Αν βρεθείτε στο Λονδίνο και θέλετε να επισκεφτείτε το Le Bouchon Breton, είτε για masterclass τυριών, είτε για ένα πλήρες γεύμα, θα το βρείτε στη διεύθυνση 8 Horner Square, Old Spitalfields Market, London E1. Ηλεκτρονικά μπορείτε να το επισκεφθείτε μέσω της ιστοσελίδας του, που βρίσκεται στη διεύθυνση www.lebouchon.co.uk.