Από την ενότητα περί Τοσκάνης ("Tuscany" στο μενού δεξιά) σε αυτό το blog, έλειπε όλο αυτο τον καιρό ένα πολύ σημαντικό θέμα: Αυτό σχετικά με το οινοποιείο Capannelle στο Chianti Classico, το οποίο με φιλοξένησε αυτό το καλοκαίρι, και αποτέλεσε το ορμητήριο των περιηγήσεών μου στην περιοχή.

Δεν πρόκειται για παράλειψη ή λάθος, το θέμα έλειπε (ως τώρα) ηθελημένα, ακριβώς επειδή ήθελα να βρω το χρόνο και να μαζέψω το απαραίτητο υλικό, ώστε να το αποδώσω με την σημασία και τη λεπτομέρεια που του αρμόζει.

Τελικά τα κατάφερα. Ελπίζω να διαβάσετε το σχετικό άρθρο και να μοιραστείτε με αυτόν τον τρόπο μαζί μου την όμορφη εμπειρία που μου χάρισε η διαμονή μου στο Capannelle. Θα το βρείτε κάνοντας κλικ σε αυτό εδώ το link.


 

Όπως σας ανέφερα, είχα κατέβει αυτές τις μέρες στην Πελοπόννησο, και συγκεκριμένα στην Πάτρα, για να κάνω παρέα στη σύζυγο που είχε κάτι δουλειές εκεί. Επειδή όμως, όπως θα έχετε καταλάβει, για μένα δεν νοείται επίσκεψη σε οποιοδήποτε μέρος της Ελλάδας αν δεν επισκεφθώ ένα τουλάχιστον οινοποιείο εκεί, έπιασα δουλειά με το καλημέρα!...

Τα κρασιά του Κτήματος Παρπαρούση τα ξέρω και τα αγαπώ εδώ και πολλά χρόνια, πριν μάλιστα ασχοληθώ επαγγελματικά με το κρασί. Και ενώ τα δοκίμαζα πάντα στις εκθέσεις και τις εκδηλώσεις, και τα αγοράζαμε τακτικά στο σπίτι, δεν είχα ποτέ (ως τώρα) επισκεφτεί το οινοποιείο. Αυτό το ταξίδι στην Πάτρα λοιπόν ήταν χρυσή ευκαιρία!

Ο Θανάσης Παρπαρούσης και οι γλυκύτατες κόρες του με υποδέχθηκαν με φιλοξενία που πραγματικά με συγκίνησε, στο Κτήμα τους στο Προάστιο της Πάτρας, στα σύνορα με το Ρίο. Το Κτήμα είναι πνιγμένο στο πράσινο, ενώ κυκλοφορούν μέσα ελεύθερα πολλά και διάφορα κατοικίδια - σκυλιά, γάτες, κότες και παγόνια. Η μέρα ήταν φοβερή - σχεδόν καλοκαιρινή - και η γευστική δοκιμή των κρασιών που κάναμε όλοι μαζί στον κήπο ήταν μία πραγματική απόλαυση.

Δεν θα αναφερθώ αναλυτικά στο οινοποιείο αυτή τη στιγμή: Ένα όνομα με την ιστορία και την προσφορά του Θανάση Παρπαρούση στο Ελληνικό κρασί χρήζει εκτενούς παρουσίασης, την οποία θα ετοιμάσω και θα διαβάσετε συν τω χρόνω, σε κάποιο άλλο μέσο. Θα σταθώ όμως στα εξαιρετικά κρασιά που δοκιμάσαμε. Και, αν και το highlight της δοκιμής μας ήταν η κάθετη γευσιγνωσία του Επιλεγμένου Οίνου Νεμέα ΟΠΑΠ Παρπαρούση (δοκιμάσαμε 2003, 1998 και 1997), εγώ θέλω να εστιάσω στην πιο καινούρια ετικέτα του Κτήματος, το ΤΑΟΣ 2004.

Πρόκειται για μονοποικιλιακή και ξηρή οινοποίηση Μαυροδάφνης Πατρών, η οποία είχε πρωτο-παρουσιαστεί στο φετινό ΟΙΝΟΡΑΜΑ, το Μάρτιο που μας πέρασε. Τώρα που είχα την ευκαιρία να το δοκιμάσω σωστά - μετά από μετάγγιση σε καράφα και με αερισμό αρκετής ώρας στο ποτήρι - οφείλω να πω ότι εντυπωσιάστηκα.

Ο ΤΑΟΣ 2004 είναι ένα κρασί με απίστευτη αρωματική πολυπλοκότητα, η οποία αλλάζει και εξελίσσεται όσο περνάει η ώρα. Κοιτάζω τις σημειώσεις μου, στις οποίες αναφέρω μερικά από τα αρώματα που διέκρινα σε διαφορετικές στιγμές της δοκιμής: μαύρα φρούτα σε κονιάκ, πορτοκάλι με γαρίφαλο, λουίζα, κέικ με σταφίδες και κανέλλα, κ.α.

Το κρασί αυτό έχει υποστεί μακρά εκχύλιση (πάνω από 30 ημέρες) και έχει παλαιώσει για 2 χρόνια σε 500άρια δρύινα βαρέλια και άλλο τόσο στη φιάλη. Παρουσιάζει ευγενείς τανίνες, έντονη οξύτητα, και μία όμορφη spicy επίγευση στο τέλος. Εμφιαλώθηκε σε 10000 φιάλες και διατίθεται από επιλεγμένες κάβες. Η τιμή του είναι €21. Αν το αγοράσετε μπορείτε να το απολαύσετε και τώρα, αν και εγώ το θεωρώ ακόμα αρκετά νέο, και πιστεύω ότι έχει αρκετά χρόνια παλαίωσης μπροστά του.

Σε πρώτη φάση, τόσο το ΤΑΟΣ 2004, όσο και τα υπόλοιπα κρασιά του Κτήματος Παρπαρούση θα έχουμε την ευκαιρία να τα δοκιμάσουμε στην αυριανή εκδήλωση της ΕΝΟΑΠ στο Hilton.


 

Και πριν φύγουμε από το θέμα του Wine Report, αξίζει επίσης να σημειώσω με μεγάλη χαρά κάτι που μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση. Στην ενότητα "Classic Wine Vintage Guide" του οδηγού, που επιμελήθηκε η Serena Sutcliffe MW, συγγραφέας, δημοσιογράφος οίνου, Master of Wine (τέως Πρόεδρος του Institute of Masters of Wine) και επικεφαλής του International Wine Department του οίκου δημοπρασιών Sotheby's, υπάρχει ένας πίνακας με τις πλέον συναρπαστικές και ασυνήθιστες (οινικές) ανακαλύψεις σε δημοπρασίες, ο οποίος περιλαμβάνει και ένα Ελληνικό κρασί. Πρόκειται για το Κτήμα Άλφα Ερυθρό του 2004, μία πραγματικά αξιόλογη χρονιά του εξαιρετικού χαρμανιού από Ξινόμαυρο, Syrah και Merlot που παράγει το ομώνυμο Κτήμα.

Βεβαίως για όσους έχουν δοκιμάσει το συγκεκριμένο κρασί, ή, ακόμα καλύτερα, για όσους έχουν επισκεφτεί το Κτήμα Άλφα στο Αμύνταιο, οι συνεχείς διεθνείς διακρίσεις που λαμβάνουν τα κρασιά του δεν αποτελούν καμία έκπληξη - απεναντίας, είναι μία δικαιολογημένη επιβράβευση της πολύ καλής προσπάθειας που καταβάλλει ο Άγγελος Ιατρίδης και οι συνεργάτες του, παντρεύοντας την εξαιρετική πρώτη ύλη και το εκπληκτικό terroir της περιοχής με την τεχνολογία αιχμής.

Θα έχω τη χαρά να ξαναδώ τον Άγγελο στο Λονδίνο τον άλλο μήνα, στην έκθεση του Decanter, αφού είναι από τους Έλληνες οινοποιούς που σταθερά εκπροσωπούν όχι μόνο το οινοποιείο τους αλλά το Ελληνικό κρασί γενικότερα στις μεγάλες εκδηλώσεις του εξωτερικού. Πιστεύω ότι μία εκδρομή στο Αμύνταιο και στο Κτήμα Άλφα θα μείνει αξέχαστη σε κάθε φίλο του κρασιού και της καλοπέρασης, και τη συνιστώ σε όλους ανεπιφύλακτα. Για μία πρώτη, διαδικτυακή γνωριμία με το πανέμορφο οινοποιείο στο Κτήμα Άλφα, μπορείτε να κάνετε κλικ σε αυτό εδώ το link.


 

Ήθελα από καιρό να γράψω για το Boxwood Café, το "light" μέλος της οικογένειας των εστιατορίων του Gordon Ramsay στο Λονδίνο. Το Boxwood Café, χωρίς να είναι (ή να θέλει να είναι) ναός της υψηλής γαστρονομίας, προσφέρει στον φίλο της καλοπέρασης μία ήπια, διασκεδαστική και (σχετικά) οικονομική εισαγωγή στο φαινόμενο Ramsay.

Τον άλλο μήνα που θα ξαναπάω στο Λονδίνο για την ετήσια εκδήλωση του περιοδικού Decanter, ελπίζω ότι όλο και κάτι αξιοσημείωτο από το χώρο της γεύσης θα επισκεφτώ ή/και θα δοκιμάσω. Όταν γίνει αυτό, εννοείται ότι θα είστε οι πρώτοι που θα το μάθετε.

Για την ώρα, το πλήρες προφίλ του Boxwood Café μπορείτε να το βρείτε κάνοντας κλικ σε αυτό εδώ το link.


 

Όπως σας είχα αναφέρει προ καιρού, κατά τη διάρκεια των διακοπών μου στην Κρήτη επισκέφτηκα το Κτήμα Μανουσάκη, που βρίσκεται στο χωριό Βατόλακος, λίγο έξω από τα Χανιά.
Συμπτωματικά ήταν εκεί και ο ίδιος ο Ted Μανουσάκης, ο οποίος μας ξενάγησε στο Κτήμα, μας έδειξε τα σχέδια του νέου οινοποιείου που ετοιμάζει, και μας υποδέχθηκε μαζί με τη σύζυγό του και την κόρη του την Αλεξάνδρα στην αυλή του σπιτιού τους, όπου δοκιμάσαμε μαζί τα κρασιά του Κτήματος.

Πρόκειται για έναν πολύ ξεχωριστό άνθρωπο, που πάντα χαίρομαι να συναντώ και να κουβεντιάζω μαζί του. Ήταν η πρώτη φορά όμως που τον βρήκα στο σπίτι του (το πατρικό και το... οινικό) και αυτό ήταν ένα ακόμα μεγαλύτερο προνόμιο.

Το άρθρο/προφίλ που έγραψα για το Κτήμα, τα κρασιά αλλά και τον ίδιο, δημοσιεύτηκε σήμερα στο In2Life. Μπορείτε να το διαβάσετε κάνοντας κλικ σε αυτό εδώ το link.


 

- Υπάρχει κάποιος φανατικός λάτρης του κρασιού στη ζωή σας, στον οποίο ή την οποία τρέφετε μεγάλη αδυναμία; Ψάχνετε εδώ και καιρό να του/της κάνετε ένα πολύ (μα πάρα πολύ) ξεχωριστό δώρο, ουσιαστικά μία εμπειρία ζωής; Όπως καταλαβαίνετε, για να κάνω όλες αυτές τις ερωτήσεις, κάπου το πάω... Μάλλον λοιπόν έχω την λύση (μη μου φωνάξετε όμως, είναι λίγο ακριβή...).

Με ενημερώνουν από το "Leaders Club" του ξενοδοχειακού γκρουπ "Leading Hotels of the World" ότι διοργανώνεται ένα πολύ exclusive οινο-κεντρικό ταξίδι για ξεχωριστούς πελάτες με μεγάλη αγάπη στο καλό κρασί, και αντιστοίχου μεγέθους πορτοφόλι. Πρόκειται για ένα αξέχαστο ταξίδι μίας εβδομάδας στην Ιταλία, η διαμονή του οποίου μοιράζεται σε δύο από τα κορυφαία ξενοδοχεία της χώρας (και του κόσμου): την Villa D' Este στη λίμνη Como και την Villa La Massa στην Τοσκάνη.

Το ταξίδι βασίζεται σε οργανωμένο πρόγραμμα δραστηριοτήτων, και οι συμμετέχοντες θα συνοδεύονται από τον γνωστό Ιταλό οινογράφο και συγγραφέα Sergio Esposito. Κάθε μέρα θα είναι και μία ξεχωριστή οινογαστρονομική εμπειρία, επιπλέον των δραστηριοτήτων (spa, γκολφ, τέννις, κλπ) που προσφέρει κάθε ξενοδοχείο. Τα βασικά highlights του ταξιδιού είναι τα εξής:


- Η πρώτη μέρα κορυφώνεται με δείπνο 5 πιάτων στην ονειρεμένη βεράντα της Villa D' Este στο Cernobbio, που έχει θέα "πιάτο" όλη τη λίμνη Como. Το γεύμα θα επιμεληθεί ο executive chef του ξενοδοχείου, Luciano Parolari, γνωστός και με τον τίτλο "Ο Βασιλιάς του Ριζότο". Οι συμμετέχοντες στο δείπνο θα πρέπει να φορούν σακάκι και γραβάτα. Τους συνδυασμούς κρασιού-φαγητού θα επιμεληθεί προσωπικά ο Sergio Esposito.
- Η δεύτερη μέρα είναι αφιερωμένη στα κρασιά του Piemonte, και ολοκληρώνεται με ένα ειδικό δείπνο που θα συνοδεύεται από τα φημισμένα Barolo και Barbera του φημισμένου Κτήματος Giacomo Conterno. Ειδικός προσκεκλημένος του δείπνου θα είναι ο ίδιος ο παραγωγός, Roberto Conterno.
- Η τρίτη μέρα εστιάζει στην περιοχή του Friuli Venezia Giulia. Επίκεντρό της ένα οινο-γαστρονομικό δείπνο με ειδικό προσκεκλημένο τον εκκεντρικό παραγωγό Ales Kristancic (και τα κρασιά του), από το Κτήμα Movia, που βρίσκεται στα Ιταλο-σλοβενικά σύνορα.
- Την τέταρτη μέρα το γκρουπ θα μεταφερθεί με λιμουζίνες στον σιδηροδρομικό σταθμό, και από κει και πέρα με τραίνο (πρώτη θέση, εννοείται) στην Φλωρεντία. Η Villa La Massa βρίσκεται στο Candeli, λίγο έξω από τη Φλωρεντία, σε μία ειδυλιακή τοποθεσία, πάνω σε ένα μικρό παραπόταμο του Άρνου. Το πρώτο βράδυ, μετά από μία όμορφη εκδρομή στην Φλωρεντία, το πρόγραμμα περιλαμβάνει δείπνο πέντε πιάτων που θα συνοδεύονται από κρασιά που θα επιμεληθεί και πάλι ο Sergio Esposito.


- Η πέμπτη μέρα ξεκινάει με επίσκεψη στο μικρό οινοποιείο Montevertine, στην περιοχή Radda in Chianti. Το οινοποιείο παράγει το θρυλικό Τοσκανέζικο κρασί Le Pergole Torte, το οποίο και θα συνοδέψει το ελαφρύ μεσημεριανό γεύμα που θα παραθέσει ο ιδιοκτήτης του οινοποιείου. Το βράδυ το γκρουπ θα ταξιδέψει με λιμουζίνες στο μαγευτικό Castello di Nipozzano (σας έχω κάνει κι εγώ περιήγηση εκεί μέσα από πρόσφατο post από το ταξίδι μου στην Τοσκάνη), για ένα επίσημο δείπνο (υποχρεωτικό το σακάκι και η γραβάτα για τους κυρίους) που θα συνοδεύεται από τα κρασιά του Οίκου Frescobaldi.


- Η έκτη μέρα είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένη στο Montalcino και τα κρασιά του, και ειδικά το Brunello. Το πρωί το γκρουπ θα μεταβεί με λιμουζίνες στο Κτήμα Case Basse για προσωπική περιήγηση στο οινοποιείο, γευσιγνωσία και μεσημεριανό σε τοπική ταβέρνα με την οικογένεια Soldera, τους ιδιοκτήτες του Κτήματος. Το απόγευμα περιλαμβάνει (αυτό και μόνο είναι φανταστικό) επίσκεψη στο Κτήμα Tenuta Greppo, της οικογένειας Biondi Santi, που παράγει το μυθικό Brunello που φέρει το όνομά τους. Το γκρουπ θα περιηγηθεί τους χώρους του Κτήματος και θα παραστεί σε δοκιμή των κρασιών του, που θα κάνει ο ίδιος ο Franco Biondi Santi, μία από τις επιβλητικότερες φιγούρες του Ιταλικού κρασιού σήμερα. Το ίδιο βράδυ θα λάβει χώρα αποχαιρετιστήριο δείπνο πέντε πιάτων με ειδικό μενού και σπάνιες οινικές επιλογές.
- Την έβδομη ημέρα οι συμμετέχοντες θα πάρουν το πρωινό τους και θα αναχωρήσουν με την ησυχία τους.


Πώς σας ακούγεται; Πιστέψτε με, οι επισκέψεις αυτές και τα πρόσωπα που θα συμμετάσχουν δεν περιλαμβάνονται συχνά σε οινοτουριστικά ταξίδια. Όσο για τα ξενοδοχεία, γι αυτά μπορώ να σας μιλήσω από προσωπική πείρα, γιατί είχα το προνόμιο να μείνω και στα δύο σε ένα παρόμοιο ταξίδι στο παρελθόν. Εκεί λοιπόν η διαμονή είναι μία τελείως διαφορετική εμπειρία, όπου η υπηρεσία της φιλοξενίας ανάγεται πλέον σε κάτι ανάμεσα σε επιστήμη και τέχνη.

Όπως καταλαβαίνετε, το ταξίδι αυτό είναι για (πολύ) λίγους. Συγκεκριμένα υπάρχουν μόλις 14 θέσεις και το κόστος ξεκινάει από €5,048 για ένα άτομο και €8,941 για δύο (δεν συμπεριλαμβάνονται τα αεροπορικά εισιτήρια).

Αν ενδιαφέρεστε, πρέπει να γνωρίζετε ότι η ημερομηνία έναρξης του ταξιδιού είναι η Κυριακή 26 Οκτωβρίου, ενώ η ημερομηνία ολοκλήρωσης είναι το Σάββατο 1 Νοεμβρίου. Η ηλεκτρονική διεύθυνση για πληροφορίες και κρατήσεις είναι: [email protected].

 

Γνώμονας του πρόσφατου ταξιδιού μου στη Ρόδο ήταν η εκτίμηση της δυνατότητας ανάπτυξης οινοτουρισμού σε έναν ήδη εξαιρετικά δημοφιλή τουριστικό προορισμό (η τουριστική σεζόν για το νησί ξεκινάει λίγο πριν το Πάσχα και ολοκληρώνεται στις αρχές του Νοεμβρίου!...).

Συνειδητοποίησα λοιπόν ότι, αν είναι να υπάρξει οργανωμένος οινοτουρισμός στο νησί (και νομίζω πως η βούληση υπάρχει), οι υποδομές θα πρέπει να στηθούν ουσιαστικά από το μηδέν, μακριά από αυτό που όλοι έχουμε αυτή τη στιγμή στο μυαλό μας όταν ακούμε Ρόδος - Φαληράκι, νεροτσουλήθρες, σουβενίρ και τουριστικές ταβέρνες, μεγάλα resorts, κλπ.

Βλέπετε για να φτάσει κανείς στην οινοπαραγωγική Ρόδο, χρειάζεται να οδηγήσει για μία ώρα περίπου από την πόλη, με κατεύθυνση προς το βουνό Ατάβιρος, το υψηλότερο του νησιού. Εκεί, το τοπίο και το κλίμα είναι τελείως διαφορετικά - λες και βρίσκεσαι σε άλλο μέρος του κόσμου. Πυκνά δάση με πεύκα και έλατα, δραματικές αντιθέσεις μεταξύ βουνού και θάλασσας, και... ψυχρούλα, ακόμα και όταν όλο το υπόλοιπο νησί ζει στο ζενίθ του Αιγαιοπελαγίτικου καλοκαιριού. Και όλα αυτά σε πείσμα των πυρκαγιών που (ουσιαστικά δυστυχώς) κάθε χρόνο προσπαθούν να καταστρέψουν ότι έχει γλιτώσει από πέρυσι...

Κάπου εκεί λοιπόν ξεκίνησα την περιήγηση μου, με αφετηρία το χωριό Έμπονα, στα καλύτερα αμπελοτόπια του νησιού. Εκεί δηλαδή που, εδώ και πολλά χρόνια, καλλιεργείται το καλύτερο Ροδίτικο Αθήρι. Αυτό το φίνο κρασί με τα φρέσκα λεμονάτα αρώματα και την κοφτερή οξύτητα που οι κορυφαίοι ξένοι κριτικοί επιμένουν να βραβεύουν.


Από πλευράς οινοποιείων επισκέφτηκα τα δύο μεγάλα του νησιού: την CAIR και την EMERY. Η πρώτη τεράστια σε μέγεθος (παραγωγή που αγγίζει τα 4 εκατομμύρια φιάλες ετησίως), με μεγάλους χώρους και υπερσύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό. Η δεύτερη μικρότερη, οικογενειακή, με ένα οινοποιείο που αυτή τη στιγμή υφίσταται δραστικό ανασχεδιασμό, με στόχο να τελειοποιήσει την παραγωγική του δυναμική αλλά και να αποτελέσει πρότυπο οινοτουριστικής επισκεψιμότητας.

Και οι δύο έχουν γίνει γνωστές στο ευρύ κοινό από τα αφρώδη κρασιά τους, ωστόσο τα ήπια κρασιά τους είναι αυτά που αυτή τη στιγμή κάνουν το Ροδίτικο κρασί γνωστό και αγαπητό στην εγχώρια και τη διεθνή αγορά. Εγώ βέβαια επιμένω ότι και τα αφρώδη κρασιά χρειάζονται προσοχή, φροντίδα και επένδυση, καθώς είναι τεράστια η παγκόσμια αγορά που αποζητά αφρώδη κρασιά από γηγενείς ποικιλίες, οινοποιημένα με βάση τη μέθοδο της Σαμπάνιας αλλά με τιμές που δεν έχουν καμία σχέση με αυτήν.

Εκεί όμως που άνοιξαν τα μάτια μου, ήταν όταν επισκέφτηκα, όπως προανέφερα, τα επιλεγμένα αμπέλια που δίνουν το κορυφαίο Αθήρι. Εκεί, παρά το γεγονός ότι ο κλήρος είναι φοβερά διαμελισμένος (ο μέσος όρος επιφάνειας ιδιόκτητου αμπελιού δεν ξεπερνά τα 2 στρέμματα), τα εργατικά χέρια είναι λίγα και ακριβά, η τουριστική αλλά και η οικιστική αξιοποίηση της γης συμφέρει πολύ περισσότερο από την αμπελοκαλλιέργεια, και πολλά άλλα, με ένα περίπατο μέσα στα αμπέλια καταλαβαίνει κανείς πώς και γιατί αυτός ο τόπος δίνει αυτόν τον εξαιρετικό καρπό.

Ξεκίνησα από το αμπελοτόπι Χαρακάκι (πρώτη φωτο παρακάτω), που βρίσκεται σε υψόμετρο 800 μέτρων, σε μία πλαγιά με μεγάλη κλίση που μόνο γαϊδουράκια και μεγάλου κυβισμού οχήματα 4x4 μπορούν να ανέβουν. Παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στο πιο πράσινο κομμάτι του νησιού, το βουνό από ένα σημείο και πάνω είναι φαλακρό. Αυτό συνέβη τον καιρό της Τουρκοκρατίας, όταν οι Τούρκοι, θέλοντας να τιμωρήσουν τους κατοίκους του Έμπωνα που είχαν επιδείξει ανυπακοή σε κάποια προσταγή τους, του έβαλαν φωτιά και το έκαψαν. Λίγο αργότερα, μία δυνατή βροχή παρέσυρε το χώμα από την κορυφή του βουνού στις πλαγιές του, απογυμνώνοντάς το και αποκλείοντας κάθε πιθανότητα αναδάσωσης του καμένου τμήματος. Εκεί που κατέληξαν τα χώματα σχηματίστηκε το Χαρακάκι, το Αθήρι του οποίου δίνει κάποια από τα καλύτερα κρασιά του νησιού.

Ακολούθησε το αμπελοτόπι Αγρός (δεύτερη φωτο), που βρίσκεται σε υψόμετρο 700 μέτρων, σε ένα μινι-οροπέδιο προστατευμένο από ορεινούς όγκους τριγύρω του. Και τέλος, το αμπελοτόπι Πράσσο (τρίτη και τέταρτη φωτό), που βρίσκεται σε λιγάκι χαμηλότερο υψόμετρο, σε μία απότομη πλαγιά που καταλήγει στη θάλασσα. Από πλευράς τοπίου είναι από τα μαγευτικότερα που έχω δει, καθώς το αμπέλι λούζεται από το φως του ήλιου μέχρι αυτός να βασιλέψει, με φόντο τα νησιά του Νοτίου Αιγαίου (Σύμη, Νίσυρο, κλπ). Δεν μπορώ να φανταστώ ότι ένας οινοτουρίστας θα επισκεφτεί ένα τέτοιο μέρος και δεν θα νιώσει δέος μπροστά στο μεγαλείο της φύσης και της Ελληνικής γης.

Το μάθημα του ταξιδιού αυτού για μένα ήταν ότι για να αναπτυχθεί ο οινοτουρισμός σε ένα τέτοιο μέρος χρειάζεται θέληση, συντονισμός πολλών παραγόντων, χρήματα, αλλά και δημιουργική σκέψη (out of the box, όπως λένε οι φίλοι μας οι Αγγλοσάξωνες...). Θα περιμένω με αγωνία - αλλά και δεσμεύομαι να κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου - για να γίνει ο στόχος αυτός πραγματικότητα.

 

Αύριο, Τετάρτη, πετάω για Ρόδο. Είμαι καλεσμένος της εκεί τοπικής αρχής για να μιλήσω σε μία ημερίδα που οργανώνουν με θέμα τον οινοτουρισμό. Ανταποκρίθηκα στο κάλεσμα αυτό με μεγάλο ενθουσιασμό, όχι μόνο επειδή χαίρομαι που βλέπω ότι υπάρχει κινητοποίηση για τον οινοτουρισμό, αλλά και επειδή θα είναι μία καλή ευκαιρία να εξετάσω εκ των έσω τον Ροδίτικο αμπελώνα, αλλά και τη γαστρονομία του νησιού.

Το πρόγραμμά μου περιλαμβάνει επισκέψεις σε οινοποιεία, αλλά και στα απόκρημνα αμπέλια τα οποία δίνουν το φημισμένο Αθήρι της Ρόδου. Μιλώντας γι αυτό, επειδή τις τελευταίες μέρες έκανα πολλές δοκιμές - αλλά και συγκρίσεις τιμών - σε Ελληνικά και ξένα κρασιά, δράττομαι της ευκαιρίας να (ξανα)αναφέρω το Αθήρι Βουνοπλαγιάς, το λευκό Ρόδος ΟΠΑΠ της Ροδίτικης οινοποιίας EMERY. Δεν είναι μόνο ένα απίστευτα κομψό λευκό κρασί με όμορφα αρώματα και φοβερή οξύτητα και πλείστες διεθνείς διακρίσεις (Wine Spectator κ.α.) - με λιανική τιμή κάτω των €10, η σχέση ποιότητας-τιμής είναι εξαιρετική.


Εννοείται πως θα έχω μαζί laptop, κάμερα, κλπ, οπότε θα μάθετε πρώτοι οτιδήποτε ενδιαφέρον γνωρίσω εκεί. Μάλιστα την Παρασκευή, αν όλα πάνε καλά, θα γνωρίσω και κάποιους ανθρώπους από την Αμερική που θεωρούνται αυθεντίες στο διεθνές οινικό στερέρωμα.

Νεότερα σύντομα...


 

Όσοι με γνωρίζετε, έχετε σίγουρα ακούσει τα κολακευτικά λόγια με τα οποία μιλάω πάντα για τη γαστρονομία της Κρήτης. Για ακόμα μία φορά λοιπόν, η Μεγαλόνησος δεν μας απογοήτευσε από αυτή (ή οποιαδήποτε άλλη πλευρά) και έχω να πω ότι καθόλη την διάρκεια των διακοπών μας εκεί φάγαμε και ήπιαμε εξαιρετικά.


Εκτός από τα συγκεκριμένα μέρη που τιμήσαμε δεόντως - και τα οποία καταγράφω παρακάτω - έχω να δηλώσω ότι δεν υπήρξε φορά που να είχαμε το παραμικρό παράπονο στο φαγητό, όσο ήμασταν στην Κρήτη. Ακόμα και στα ταβερνάκια και τις καντίνες που υπάρχουν στην παραλία, φάγαμε φαγητό με γεύση, όψη και υφή σπιτική, προσεγμένο και φτιαγμένο από τις πεντανόστιμες πρώτες ύλες της ευλογημένης Κρητικής γης. Α, φανταστείτε ότι ούτε μία φορά δεν μας σέρβιραν "προκάτ" τηγανητές πατάτες - ξέρω, δεν θα' πρεπε κανονικά αυτό να μας εντυπωσιάζει, στις μέρες μας όμως δυστυχώς αποτελεί μεγάλο "ατού" σε ταβέρνες και εστιατόρια...

Και φέτος στην Κρήτη ακολουθήσαμε την πεπατημένη. Πήγαμε δηλαδή στα αγαπημένα μας μέρη, όχι τόσο για να ελέγξουμε την εξέλιξή τους στο χρόνο, αλλά κυρίως γιατί πλέον τα αισθανόμαστε "στέκια" μας.

Συγκεκριμένα, πήγαμε για ψάρι και θαλασσινά στου Αποστόλη, στην Παλιά Πόλη των Χανίων. Τα ορεκτικά τέλεια, το ψάρι (ένα φαγκρί τόοοοσο, με το συμπάθειο) φρεσκότατο και τέλεια ψημένο, και όσο για τα γλυκά... Δεν νοείται στου Αποστόλη να σηκωθείς από το τραπέζι αν δεν σε κεράσουν φρέσκα φρούτα, τσικουδιά, μία μεγάλη ποικιλία γλυκών του κουταλιού με λαχταριστό πρόβειο γιαούρτι, καθώς και ζεστά καλιτσουνάκια με μυζήθρα και μέλι. Α, επίσης στου Αποστόλη δοκιμάσαμε την ντόπια βαρελίσια μπύρα Harma, για την οποία ήθελα αλλά δεν κατάφερα να μάθω περισσότερα...

Αρκετές φορές τιμήσαμε και
τη Νυχτερίδα, το εστιατόριο του καλού μου φίλου Μπάμπη Μαστορίδη, στις Κορακιές. Υποδειγματικός οικοδεσπότης ο Μπάμπης, μας εξήγησε τις καινούριες γεύσεις στο μενού, ενώ μας έδειξε και τη νέα επέκταση στον κήπο του με την απίστευτη θέα που βλέπει "πιάτο" τον κόλπο της Σούδας. Ό,τι κι αν φάγαμε στη Νυχτερίδα ήταν πεντανόστιμο και τέλεια παρουσιασμένο. Ξεχωρίζω βέβαια το ανεπανάληπτο γαμοπίλαφο που μας σέρβιραν με άγριο κατσίκι μαγειρεμένο και βραστό αλλά και τσιγαριστό, και ακόμα το θυμάμαι και μου τρέχουν τα σάλια. Πρέπει να αναφέρω επίσης ότι στη Νυχτερίδα - με την μεγάλη κάβα - πρωτοδοκίμασα κρασιά από το Κτήμα Ντουράκη, για τα οποία αξίζει να σας μιλήσω σε ξεχωριστό post εντός των ημερών - και έχω να σας πω πολλά, καθώς μέσω του Μπάμπη γνώρισα και τον ίδιο τον Ανδρέα Ντουράκη, έναν πραγματικά καταπληκτικό άνθρωπο.

Επισκεφτήκαμε το Ρέθυμνο επί τούτου, για να φάμε στην Αυλή, για την οποία έχουν γραφτεί πολλά και καλά σχόλια, όχι άδικα. Πρόκειται για πραγματική αυλή των θαυμάτων, καθώς περνάς την πόρτα, που βρίσκεται σε έναν πολυσύχναστο κεντρικό πεζόδρομο στην Παλιά Πόλη του Ρεθύμνου, και νομίζεις πως μπαίνεις σε ένα παραμύθι. Η... αυλή της Αυλής είναι από μόνη της μία όαση, και βέβαια το φαγητό και η εξυπηρέτηση δικαιώνουν κάθε υψηλή προσδοκία. Αν προσθέσουμε την εντυπωσιακή (σε μέγεθος, βάθος και design) οινοθήκη και τις πανέμορφες σουίτες, καταλαβαίνουμε γιατί μία (τουλάχιστον) επίσκεψη στην Αυλή επιβάλεται για όποιον βρεθεί στο Ρέθυμνο ή την ευρύτερη περιοχή. Για του λόγου το αληθές, ρίξτε μία ματιά στην ιστοσελίδα της Αυλής (www.avli.gr) και θα πάρετε μία πρώτη ιδέα.

Last but not least, όπως λένε στα μέρη μου, το μοναδικό καινούριο μέρος που επισκεφτήκαμε σε αυτό το ταξίδι στην Κρήτη, μετά από συμβουλή του (Κρητικού) φίλου μου Μιχάλη. Αναφέρομαι στην ταβέρνα "Η Καλή Καρδιά", του Κώστα Αγαπηνάκη, που βρίσκεται στο χωριό Κουρνάς, μεταξύ Χανίων και Ρεθύμνου και λίγο μετά την όμορφη Λίμνη Κουρνά. Πρόκειται για μία ταβέρνα βγαλμένη από μία άλλη εποχή, με τραπεζάκια έξω, στην απέναντι πλευρά του δρόμου. Ο Αγαπηνάκης ψήνει και σερβίρει ο ίδιος και το μενού είναι απλό και εξαιρετικό: ανάμικτη σαλάτα, τυρί, πατάτες τηγανητές, χοιρινή μπριζόλα και παϊδάκια. Και καλή καρδιά! Όλα - και ιδίως τα παϊδάκια - είναι νοστιμότατα, αλλά δεν μπορώ να μην κάνω ειδική αναφορά στις θεϊκές τηγανητές πατάτες, καθώς δεν έχω ξαναδεί τη σύζυγο να αποδεκατίζει μία γαβάθα ολόκληρη με τέτοια μανία (like there's no tomorrow, όπως λέμε αγγλιστί...). Πριν με σκοτώσει, σπεύδω να διευκρινίσω ότι είναι χαρακτηριστικά λιτοδίαιτη και δύσκολη στο φαγητό, εξ ου και το αξιοσημείωτο της υπόθεσης!...

Για όλα τα παραπάνω - πλην του Αγαπηνάκη - θα βρείτε στοιχεία επικοινωνίας και λοιπές πληροφορίες στο άρθρο που είχα δημοσιεύσει στον ΟΙΝΟΧΟΟ προ διετίας για τα αγαπημένα μου εστιατόρια στην Κρήτη, και το οποίο θα βρείτε κάνοντας κλικ σε αυτό εδώ το link. Για τον Αγαπηνάκη αρκεί να ξέρετε ότι βρίσκεται στον Κουρνά και σας περιμένει με χαμόγελο. ΟΚ, για το τυπικό της υπόθεσης, το τηλέφωνο επικοινωνίας είναι το 28250-96278, αν και δε νομίζω ότι δουλεύει με κρατήσεις...


 

Την Cantinetta di Rignana την άφησα ως τελευταίο κεφάλαιο (γι αυτή τη φάση) της επίσκεψης στην Τοσκάνη επίτηδες, αφού ήταν ένας πραγματικά απίθανος επίλογος στην όμορφη αυτή εμπειρία.

Το μέρος το είχα ανακαλύψει πριν από 3 χρόνια, συμπτωματικά, σε έναν αγγλόφωνο οδηγό της περιοχής, που το είχε κατατάξει ως το νούμερο 1 μέρος για να φάει κανείς αυθεντικά στο Chianti Classico. Κάτι μας είχε ωθήσει τότε να το δοκιμάσουμε πάση θυσία, παρότι δεν υπήρχαν ταμπέλες, ενώ ακόμα και οι ντόπιοι δεν ήξεραν πως να μας καθοδηγήσουν.


Όπως προδίδει το όνομά της, η Cantinetta βρίσκεται στη Rignana, σε ένα δασώδη λόφο πάνω από τη Greve. Η πρόσβαση γίνεται μέσα από ένα χωματόδρομο που διασχίζει το δάσος, και οδηγεί σε ένα σημείο που πραγματικά δίνει την αίσθηση (και όχι άδικα) ότι βρίσκεται "στη μέση του πουθενά". Θυμάμαι λοιπόν τότε ότι, μετά από όλη αυτή την "ασυνήθιστη" διαδρομή, μας είχε κάνει μεγάλη αίσθηση το γεγονός ότι φτάσαμε σε ένα μέρος που, ενώ εκ πρώτης όψεως έμοιαζε με ένα εγκαταλελειμένο αγροτόσπιτο στο βουνό, από κοντά ήταν μία ταβέρνα προφανώς γνωστή σε εκείνους που ξέρουν - γι αυτό και έσφυζε από ζωή και κέφι!


Σε αυτή την επίσκεψη τα πράγματα δεν είχαν αλλάξει σχεδόν καθόλου - ευτυχώς! Με μοναδική εξαίρεση το γεγονός ότι η σήμανση για να βρει κανείς το δρόμο είναι αισθητά καλύτερη, η Cantinetta di Rignana ήταν ακριβώς όπως τη θυμόμουν, γι αυτό και μας χάρισε μία αξέχαστη γαστρονομική εμπειρία.


Η Cantinetta είναι απλά μία εξοχική ταβέρνα. Χωρίς υπερβολές ή "φρου-φρου κι αρώματα", σερβίρει αυθεντικές ντόπιες γεύσεις με φόντο την ομορφιά της υπαίθρου της περιοχής. Εμείς παραγγείλαμε ως ορεκτικά (antipasti) σαλάμι από αγριογούρουνο με φρέσκια τρούφα, παλαιωμένο πεκορίνο με μέλι ακακίας, καθώς και μία πεντανόστιμη μπρουσκέτα που μοσχοβόλαγε από την ώριμη ντομάτα και το εκλεκτό αγουρέλαιο που τη στόλιζε. Τα πρώτα μας πιάτα (primi piatti) ήταν, ως είθισται, ζυμαρικά: ταλιατέλες με τρούφα, καθώς και παπαρδέλες με αγριογούρουνο σε κόκκινη σάλτσα και δενδρολίβανο. Εννοείται πως το κύριο πιάτο (secondo piato) μας ήταν μία ζουμερότατη, νοστιμότατη, τεραστίων διαστάσεων bistecca alla fiorentina. Για επιδόρπιο απολαύσαμε ένα εξαιρετικό tiramisu. Από την εξαιρετική λίστα κρασιών επιλέξαμε ένα Fontalloro 2004 από το ποιοτικό οινοποιείο Felsina, που βρίσκεται στο νότιο άκρο του Chianti Classico - όπως θα δείτε στις φωτογραφίες παρακάτω, η συλλογή κρασιών της Cantinetta είναι υποδειγματική.


Σε όποιον μου έχει ζητήσει συμβουλές και tips για το τι να κάνει και που να πάει κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Τοσκάνη, αναφέρω πάντα, με έμφαση, την Cantinetta di Rignana. Είναι για μένα το επιστέγασμα της όμορφης εμπειρίας που προσφέρει η παραμυθένια περιοχή της Τοσκάνης, γι αυτό και σας προτείνω ανεπιφύλακτα να την επισκεφτείτε, έστω και αν ταλαιπωρηθείτε λιγάκι να την βρείτε.


Η Cantinetta di Rignana διαθέτει ιστοσελίδα με φωτογραφίες, μενού, αλλά και οδηγίες πρόσβασης που, στην προκειμένη περίπτωση, είναι απαραίτητες. Θα την βρείτε στη διεύθυνση www.lacantinettadirignana.it.

Όταν θα βρεθείτε εκεί, μη ξεχάσετε επίσης να ρωτήσετε για τα πανέμορφα δωμάτια που νοικιάζουν σε επίδοξους αγροτουρίστες, καθώς και για το νέο αδερφάκι της Cantinetta, το Ristoro L' Antica Scuderia, που άνοιξε πρόσφατα στην
γειτονική γραφική περιοχή Badia a Passignano - άκουσα ήδη γι αυτό πολύ καλά λόγια, γι αυτό και μπήκε στο πρόγραμμα για το επόμενο ταξίδι στην Τοσκάνη...