Το μόνο πράγμα που πρόλαβα να κάνω την τελευταία μου μέρα στην Κύπρο ήταν να επισκεφτώ το οινοποιείο Βουνί Παναγιά στην Πάφο.

Το είχα κανονίσει πριν πολύ καιρό, και ήταν μία επαν-επίσκεψη, καθώς στο συγκεκριμένο οινοποιείο είχα βρεθεί για πρώτη φορά τον Αύγουστο του 2006. Από τότε άλλαξαν πολλά. Πάρα πολλά. Το οινοποιείο υπεβλήθη σε ριζική ανακαίνιση (που σύντομα ολοκληρώνεται), η οποία όχι μόνο βελτίωσε την αισθητική και την εμφάνιση των χώρων, αλλά το έκανε υπόδειγμα οινοτουριστικής επισκεψιμότητας. Στην σεζόν που αρχίζει σύντομα, και σε πείσμα της παγκόσμιας κρίσης, ελπίζω ότι θα προσελκύσει ακόμα μεγαλύτερο αριθμό επισκεφτών από την Κύπρο και όχι μόνο.

Νομίζω ότι δεν χρειάζονται περισσότερα (δικά μου) λόγια, όταν μπορούμε να έχουμε μία (σχεδόν) ζωντανή ξενάγηση από τον Διευθυντή του Οινοποιείου, Ανδρέα Κυριακίδη. Στην πρώτη μου, λοιπόν, απόπειρα για video-blogging, σας παρουσιάζω το Οινοποιείο Βουνί Παναγιά, ένα από τα πρώτα περιφερειακά οινοποιεία που έφεραν την επανάσταση στο Κυπριακό κρασί πριν από όχι πολλά χρόνια, μέσα από μία σειρά από μικρά βιντεάκια, που ακολουθούν ουσιαστικά την διαδρομή - και την εμπειρία - του επισκέπτη στο οινοποιείο.

Μπορείτε να επιλέξετε να τα δείτε όλα, ή απλά εκείνο που περιλαμβάνει ότι σας ενδιαφέρει περισσότερο. Θα σας ζητούσα απλά να είστε επιεικής με την γενική ποιότητα του video, καθώς δεν είναι κάτι με το οποίο είμαι απόλυτα εξοικειωμένος. Επίσης να σας προειδοποιήσω ότι σε ορισμένα εξωτερικά πλάνα ο αέρας κάνει ιδιαίτερο θόρυβο και αυτό επηρεάζει προς στιγμήν την ποιότητα του video - δεν είναι περίεργο όμως, αφού βρισκόμαστε σε μεγάλο υψόμετρο και σε περιοχή συνηθισμένη στους δυνατούς ανέμους. Τέλος, κάποιοι θόρυβοι που θυμίζουν στριγγλίσματα ελαστικών και φρένων στο βάθος είναι ακριβώς αυτό: ο γεμάτος στροφές εξοχικός δρόμος έξω από το οινοποιείο είναι μέρος ειδικής διαδρομής του Παγκόσμιου Ράλλυ που έλαβε χώρα στην Κύπρο την προηγούμενη εβδομάδα!

Ελπίζω ότι τα video clips που ακολουθούν καλύπτουν όλη την πληροφόρηση που χρειάζεται ο επίδοξος επισκέπτης. Για οτιδήποτε περαιτέρω, καθώς και για στοιχεία επικοινωνίας, η ιστοσελίδα του οινοποιείου βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση: www.vounipanayiawinery.com


Υποδοχή

Πανοραμική θέα

Έκθεση φωτογραφίας με φόντο τις δεξαμενές

Βεράντα με θέα

Εστιατόριο

Παραλαβή και οινοποίηση

Κελάρι

Κάβα παλαίωσης φιαλών

Αποστακτήριο για Ζιβανία

Χώρος παρασκευής παραδοσιακών προϊόντων

Τα κρασιά του οινοποιείου

 

Το Οινοποιείο Τσιάκκα (προφέρεται "Chakka") στο Πελένδρι, το είχα επισκεφτεί στο τελευταίο ταξίδι μου στην Κύπρο το 2006. Βέβαια είχα μία όμορφη ανάμνηση από το καταπράσινο πευκοδάσος που περιέβαλε την όμορφη πλαγιά σε υψόμετρο άνω των 1000 μέτρων - η ανάμνηση αυτή όμως ανήκει (δυστυχώς) για τα καλά στο παρελθόν, αφού μία πρόσφατη πυρκαγιά έχει αφήσει όλη τη γύρω περιοχή φαλακρή και κατάμαυρη.

Από τότε έχουν αλλάξει αρκετά πράγματα στο Κτήμα. Αφ' ενός έχουν γίνει διάφορες διακοσμητικές αλλαγές στους εσωτερικούς χώρους του οινοποιείου, αφ' ετέρου έχει εξελιχθεί σημαντικά και το στυλ των κρασιών, σύμβουλος στη δημιουργία των οποίων είναι ο Σοφοκλής Βλασίδης που σας ανέφερα στο προηγούμενο post. Ίσως όμως η πιο σημαντική αλλαγή είναι η αγορά γης - που μέχρι σήμερα ήταν σχεδόν ανύπαρκτη και η παραγωγή βασιζόταν σε σταφύλια από συνεργαζόμενους παραγωγούς. Και δεν πρόκειται για οποιοδήποτε κομμάτι γης, αλλά έναν προνομιακό αμπελώνα σημαντικής έκτασης σε κοντινή περιοχή, με υψόμετρο που αγγίζει τα 1500 μέτρα. Όλο εκείνο το αμπέλι θα αφιερωθεί στην καλλιέργεια Sauvignon Blanc, που αναμένεται συναρπαστικό.

Τα μονοποικιλιακά λευκά του Κτήματος Τσιάκκα - από Ξυνιστέρι, Sauvignon Blanc και Chardonnay - είναι παραδοσιακά από τα κορυφαία λευκά του νησιού, και οι ετικέτες του 08 το επιβεβαιώνουν αυτό. Δοκιμάσαμε όμως και αρκετά ερυθρά, τόσο από τη δεξαμενή όσο και εμφιαλωμένα, και ήταν ιδιαίτερα αξιόλογα. Και αναφέρομαι ιδιαίτερα στην Βαμβακάδα, που είναι η ονομασία της ποικιλίας Μαραθεύτικο στη συγκεκριμένη γωνιά του Κυπριακού αμπελώνα, την Πιτσιλιά. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι η ποικιλία παίρνει αυτό το όνομα εξαιτίας των χαρακτηριστικών λευκών ινών που μοιάζουν με βαμβάκι και καλύπτουν τα φύλλα του κλήματος στη συγκεκριμένη περιοχή και μόνο.


Ο Κώστας Τσιάκκας, ο επιτυχημένος τραπεζίτης που άφησε την άνετη δουλειά του στην πόλη για να αφοσιωθεί στο πάθος του για το κρασί, αποφάσισε ότι φέτος δεν θα λάβει μέρος στον Κυπριακό Διαγωνισμό Οίνου, για οικογενειακούς λόγους. Επωφελήθηκα κι εγώ λοιπόν και τον (ξανα)επισκέφτηκα, τα είπαμε και δοκιμάσαμε τα κρασιά του παρέα. Πήρα μάλιστα φεύγοντας και 2 φιάλες Βαμβακάδα 06, για να δοκιμάσουμε με τους μαθητές του Σεμιναρίου Απόλαυσης του Κρασιού στη συνάντηση της προσεχούς Δευτέρας που πραγματεύεται τα κρασιά του Παλαιού Κόσμου, στον οποίο και ανήκει η Κύπρος.

Τελειώνοντας, να σας ενημερώσω ότι τα πολύ αξιόλογα λευκά κρασιά του Κτήματος Τσιάκκα κοστίζουν "στο ράφι" από €5,30 (το Ξυνιστέρι) ως €8,60 (το Chardonnay), ενώ τα ερυθρά κοστίζουν όλα €10,75.

 

Την τελευταία φορά που είχα επισκεφθεί την Κύπρο και είχα περιηγηθεί αρκετά σε βάθος τον αμπελώνα της, δεν είχα καταφέρει να γνωρίσω τον Σοφοκλή Βλασίδη. Πρόκειται για το 37χρονο "enfant terrible" του Κυπριακού κρασιού, ο οποίος από τότε που γύρισε από το φημισμένο Πανεπιστήμιο Davis στην Καλιφόρνια, όπου και σπούδασε οινολογία, έχει πάρει επάξια επάνω του τον ρόλο ενός από τους οινοποιούς που θα ανεβάσουν το Κυπριακό κρασί εκεί που μπορεί (και αξίζει) να πάει.

Το Κτήμα Βλασίδη λοιπόν βρίσκεται στο Κοιλάνι, σε μία ορεινή περιοχή έξω από τη Λεμεσό, σε υψόμετρο που ξεπερνάει τα 900 μέτρα. Και μπορεί αυτό να το κατάλαβα από την ψύχρα που ένιωσα όταν έφτασα, έχοντας αφήσει την παραθαλάσσια Λεμεσσό σε μία όμορφη - σχεδόν ανοιξιάτικη - στιγμή της, σκεφτείτε όμως πόσο ευεργετικό είναι για τα αρώματα και τις οξύτητες των κρασιών της περιοχής.

Ο Σοφοκλής Βλασίδης είναι γνωστός για τα μεγάλα και πολυβραβευμένα ερυθρά του, τα οποία προκύπτουν από διεθνείς ποικιλίες - Shiraz, Cabernet Sauvignon, Merlot. Είδα όμως (και δοκίμασα) με χαρά και το γεμάτο και καλοφτιαγμένο Μαραθεύτικό του, την ποικιλία η οποία είμαι πεπεισμένος ότι θα στηρίξει κατά ένα μεγάλο μέρος την ανάπτυξη του Κυπριακού αμπελώνα, παρά τις σοβαρές δυσκολίες που παρουσιάζει στην καλλιέργειά της. Ο Σοφοκλής μάλιστα - προς τιμήν του - είναι τόσο προσηλωμένος στον σωστό χειρισμό της ιδιαίτερης αυτής ποικιλίας, που οινοποιεί προσεκτικά κάθε χρόνο μία ελάχιστη ποσότητα, την οποία δεν βρίσκει σε κάποιο (ιδιόκτητο ή μη) ενιαίο αμπελώνα, αλλά σε μεμονωμένα κλήματα που βρίσκονται διάσπαρτα στην ευρύτερη περιοχή. Το αποτέλεσμα είναι πραγματικά αξιόλογο και πολλά υποσχόμενο, παρότι είναι (προς το παρόν, τουλάχιστον) πολύ λίγο για να διατεθεί στο εμπόριο. Α, θέλετε να ξέρετε και κάτι πολύ ενδιαφέρον; Ο Σοφοκλής Βλασίδης φύτεψε πρόσφατα Αγιωργίτικο στο Κοιλάνι, και έχει σκοπό να πειραματιστεί σοβαρά με αυτό. Πιστεύει ότι μπορεί να "πιάσει" πολύ καλά στο terroir της περιοχής, και να "δώσει" πολύ ενδιαφέροντα αρωματικά και γευστικά στοιχεία.

Τα μεγάλα ερυθρά του Κτήματος Βλασίδη ωριμάζουν προσεκτικά σε δρύινα Γαλλικά βαρέλια Berthomieu (κυρίως) διαφόρων χρήσεων. Επιπλέον, η "μαστοριά" του οινοποιού φαίνεται στην ισορροπία των κρασιών του, τα οποία παρότι έχουν υψηλή αλκοολική περιεκτικότητα (που σε κάποιες περιπτώσεις φτάνει το 15%), είναι τόσο καλοδομημένα που το γεγονός αυτό ούτε το καταλαβαίνει ο οινόφιλος, ούτε και ενοχλείται (και ξέρετε τη δική μου ευαισθησία με το υψηλό αλκοόλ...).


Κάποια επιπλέον στοιχεία που αξίζει να γνωρίζει κανείς για τον Σοφοκλή Βλασίδη και τα κρασιά του είναι αφ' ενός ότι η συνολική ετήσια παραγωγή του είναι περί τις 40000 φιάλες, και αφ' ετέρου ότι τα κρασιά του γίνονται ανάρπαστα στην εγχώρια αγορά. Επίσης, ότι ο ίδιος συνεργάζεται ως οινολόγος-σύμβουλος οινοποίησης σε αρκετά άλλα Κυπριακά οινοποιεία.

Ο Σοφοκλής φέτος αποφάσισε, για τους δικούς του λόγους, να μη συμμετάσχει στον Κυπριακό Διαγωνισμό Οίνου, παρότι στα προηγούμενα χρόνια του διαγωνισμού τα κρασιά του έχουν αποσπάσει τα υψηλότερα βραβεία. Και παρά το γεγονός ότι αυτό είναι ένα πλήγμα για τον διαγωνισμό, εμένα μου έδωσε την ευκαιρία να τον επισκεφτώ και να γνωρίσω τη δουλειά του από κοντά, κάτι που, αν συμμετείχε, δεν θα μου επιτρεπόταν, με βάση τον κώδικα δεοντολογίας του διαγωνισμού για τους κριτές.

Σας κράτησα και κάτι πολύ σημαντικό για το τέλος: Οι τιμές των κρασιών του Κτήματος Βλασίδη (τα οποία για πολλούς θεωρούνται τα κορυφαία της Κύπρου) κυμαίνονται "στο ράφι" από €8 για το διάσημο Shiraz μέχρι €10,25 για το Cabernet Sauvignon και το Merlot.

Τα σχόλια δικά σας...

 

Τι κακό κι αυτό... Από τη μία είμαι (πάλι) σε δίαιτα και ο διαιτολόγος μου μου φωνάζει επειδή έχω ιδιαίτερη αδυναμία στα τυριά, κι από την άλλη αναγκάζομαι (άτιμη ανάγκη...) να ασχολούμαι με... τυριά!

Η είδηση όμως έχει ενδιαφέρον. Και πρόκειται για το γεγονός ότι τα μεγάλα εστιατόρια πλέον στην Ευρώπη διαθέτουν - εκτός από μαιτρ και sommelier - και έναν ακόμη εξειδικευμένο επαγγελματία: τον Frommelier! Όπως καταλαβαίνετε (ο νέος όρος προκύπτει από το Γαλλικό "fromage") πρόκειται για τον άνθρωπο που είναι αρμόδιος για την επιλογή και την διαχείριση της γκάμας των τυριών του εστιατορίου, και ταυτόχρονα είναι υπεύθυνος για να συμβουλεύει τους πελάτες στην επιλογή τυριού, ανάλογα με το υπόλοιπο γεύμα τους, το κρασί τους, τις προτιμήσεις τους, κλπ.

Respect λοιπόν (από όλους εμάς τους τυράδες) στο Λονδρέζικο εστιατόριο Le Bouchon Breton, χάρη στο οποίο η είδηση αυτή κάνει αυτή τη στιγμή το γύρο του κόσμου. Το Bouchon Breton προσέλαβε πρόσφατα τον (εικονιζόμενο) Jean Claude Ali Cherif, έναν άνθρωπο με μακρά και διεθνή εμπειρία στο τυρί, στο ρόλο του Frommelier. Το συγκεκριμένο εστιατόριο, το οποίο απολαμβάνει ιδιαίτερα καλής φήμης στο city για την φίνα Γαλλική κουζίνα του, διαθέτει μία φημισμένη λίστα 40 εκλεκτών τυριών στην κάρτα των επιδορπίων του, οπότε δεν είναι περίεργο το γεγονός ότι χρειάζεται έναν επαγγελματία για να την διαχειρίζεται σωστά. Παρεμπιπτόντως στο Bouchon ένα πλατώ 5 διαφορετικών τυριών κοστίζει περίπου €10, ενώ η επιλογή 7 διαφορετικών τυριών από το τρόλεϊ κοστίζει περίπου €13.50.

Και στο φαγητό όμως το Le Bouchon Breton δεν πάει πίσω, αφού την κουζίνα του επιμελείται ένας από τους πρωτοπόρους της υψηλής Γαλλικής γαστρονομίας στην Αγγλία, ο Michel Roux Jr., που είναι και συνιδιοκτήτης του εστιατορίου. Αντίστοιχα, υπεύθυνος για την εξαιρετική λίστα κρασιών με 700 ετικέτες από τη Γαλλία και όλο τον κόσμο είναι ο Executive Sommelier Francois Bertrand, ο οποίος διαθέτει πλούσια προϋπηρεσία από το άλλο γαστρονομικό "μνημείο" του Roux στο Λονδίνο, το Le Gavroche.

Πίσω στα τυριά, όμως, γιατί δεν το έχω εξαντλήσει ακόμα το θέμα: ο Frommelier Jean Claude Ali Cherif ανακοίνωσε πρόγραμμα σεμιναρίων γευσιγνωσίας τυριών, τα οποία θα παρουσιάζει σε εβδομαδιαίες συναντήσεις που θα διαρκούν μία ώρα και θα λαμβάνουν χώρα στο Le Bouchon Breton. Αντικείμενο των σεμιναρίων είναι η γνωριμία (και δοκιμή) των τυριών από τις γνωστές (αλλά όχι μόνο) ονομασίες προέλευσης στη Γαλλία. Οι συναντήσεις ξεκινούν μέσα αυτό το μήνα και θα γίνονται την τελευταία Τρίτη κάθε μήνα, απογεύματα 6.00-7.00μμ. Το κόστος συμμετοχής κατ' άτομο είναι 50 λίρες Αγγλίας, δηλαδή κάτι λιγότερο από €60.

Αν βρεθείτε στο Λονδίνο και θέλετε να επισκεφτείτε το Le Bouchon Breton, είτε για masterclass τυριών, είτε για ένα πλήρες γεύμα, θα το βρείτε στη διεύθυνση 8 Horner Square, Old Spitalfields Market, London E1. Ηλεκτρονικά μπορείτε να το επισκεφθείτε μέσω της ιστοσελίδας του, που βρίσκεται στη διεύθυνση www.lebouchon.co.uk.


 

Ίσως θυμάστε ότι πριν λίγο καιρό βρέθηκα στη Βαρκελώνη, μία από τις πιο αγαπημένες μου πόλεις στον κόσμο. Ο λόγος αυτού του ταξιδιού-αστραπή ήταν εξω-οινικός (πώς λέμε "εξωσχολικός";), παρά λίγο όμως να είναι και αμιγώς εξω-οινικός και ο χαρακτήρας του ταξιδιού!... Βλέπετε κάτι οι επαγγελματικές υποχρεώσεις που δεν σταμάτησαν ούτε λεπτό, κάτι μία ξαφνική αδιαθεσία (μάλλον λόγω αϋπνίας και κούρασης) και προς στιγμήν φάνηκε ότι θα φύγω από τη Βαρκελώνη - αυτή τη Μέκκα της Μεσογειακής οινογαστρονομίας - ουσιαστικά νηστικός...

Ο καλός Θεός Διόνυσος όμως δεν με άφησε έτσι... Είχε προνοήσει και δίπλα στο κτίριο όπου έμενα (τι δίπλα δηλαδή, μεσοτοιχία με την είσοδο ήταν) υπήρχε ένα ωραιότατο εστιατόριο που σέρβιρε ντόπια κουζίνα, επ' ονόματι "La Clara".

Το La Clara, χωρίς να είναι κάτι το ιδιαίτερο, είναι ένα καλό εστιατόριο με τίμια, ντόπια κουζίνα με μεγάλη ποικιλία, πολύ καλή λίστα εγχώριων κρασιών και αρκετά καλές τιμές. Επιπλέον, το περιβάλλον είναι όμορφο και το σέρβις έμπειρο και φιλικό. Τέλος, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε πολύ κεντρικό σημείο - γύρω στα 500 μέτρα από την Fira Montjuïc, το μεγάλο συνεδριακό κέντρο της πόλης και ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης - δεν είναι "τουριστικό" από καμία άποψη.

Το γεύμα μου, όπως βλέπετε στις φωτογραφίες παρακάτω (που δεν είναι και πολύ καθαρές λόγω φωτισμού και κάμερας κινητού) ήταν κατά βάση ψαροφαγικό. Ξεκίνησα με το αγαπημένο μου pamb ad tomaquet (απλός αλλά πεντανόστιμος μεζές με ψωμί, σκόρδο και ντομάτα στον οποίον έχω αναφερθεί ξανά στο παρελθόν), καθώς και με ανάμικτα ψητά λαχανικά. Τα τελευταία σερβίρονται με την εξαιρετική ντόπια σάλτσα "Romesco", που γίνεται με κόκκινη πιπεριά και ψητά αμύγδαλα (αν σας ενδιαφέρει, θα βρείτε περισσότερες πληροφορίες και μία καλή συνταγή εδώ). Συνέχισα με μικρές τηγανητές κροκετούλες μπακαλιάρου, ενώ το κύριο πιάτο μου ήταν φρέσκες γαρίδες ψημένες με ελαιόλαδο, σκόρδο και πιπεριά τσίλι. Τα ορεκτικά συνοδεύτηκαν από την δροσερή cava του καταστήματος, ενώ το κύριο πιάτο από ένα πολύ κομψό ροζέ από το Penedès.


Αν βρεθείτε στη Βαρκελώνη (ειδικά αν επισκεφτείτε κάποια διεθνή έκθεση στη Fira), το La Clara είναι μία καλή και αξιόπιστη λύση για φαγητό, είτε μεσημέρι είτε βράδυ. Θα το βρείτε στη διεύθυνση Gran via de les corts Catalanes 442. Το τηλέφωνο για κρατήσεις είναι το +34 93 289 34 60, ενώ το εστιατόριο διαθέτει και ιστοσελίδα (με δυνατότητα virtual visit παρακαλώ) στην διεύθυνση www.laclararestaurant.com.

Παρεμπιπτόντως γύρισα από τη Βαρκελώνη με μπόλικα ψώνια - το αγαπημένο μου τυρί Manchego, jamon, chorizo, και κάμποσες φιάλες κρασί. Έχω υποσχεθεί στους μαθητές μου ένα ειδικό tasting/masterclass με κρασιά από τις λιγότερο γνωστές (σε εμάς) οινοπαραγωγικές ζώνες της Ισπανίας, το οποίο πλέον δεν θα αργήσει να γίνει πραγματικότητα...

 

Μπορεί να μην τον είδαμε με stand στα φετινά Διονύσια, είμαι πεπεισμένος όμως ότι ο Ανδρέας Ντουράκης και τα κρασιά του θα μας απασχολήσουν πολύ (με την καλή έννοια) στο μέλλον.

Εγώ τον γνώρισα το καλοκαίρι που μας πέρασε στα Χανιά, και εκτός από τα κρασιά του και τα υπόλοιπα προϊόντα του, εκτίμησα την αγάπη του για τη φύση και τα ζώα, αλλά και την γνήσια Κρητική φιλοξενία που περιμένει τον επισκέπτη στο οινοποιείο του.

Αν σας ενδιαφέρει μία πρώτη γνωριμία με το Κτήμα Ντουράκη από τον Αλίκαμπο Χανίων, κάντε κλικ σε αυτό εδώ το link.


 

Μέχρι να μαζευτούμε όλα τα μέλη της αποστολής στο ξενοδοχείο πέρασε πολύ η ώρα. Ίσως γι αυτό για το πρώτο βράδυ είχε προγραμματιστεί ένα δείπνο με μινι-γευσιγνωσία των κρασιών και των γεύσεων της περιοχής, ώστε να αποσυρθούμε νωρίς και να μαζέψουμε δυνάμεις για την αυριανή ημέρα που έχει full πρόγραμμα.

Το δείπνο λοιπόν έγινε στο εστιατόριο του ξενοδοχείου μας, που είναι ένα παλιό αρχοντικό στο κέντρο της Φλωρεντίας. Ήταν μία καλή πρώτη γεύση του τι πρόκειται να ακολουθήσει, ειδικά για τους πιο "πρωτάρηδες" στα περί την Τοσκάνη στην παρέα μας.

Ξεκινήσαμε με μία επιλογή από μπρουσκέτες, μία κλασική με ντομάτα, μία με πατέ από συκώτι κοτόπουλου, και μία με ένα τυπικό αλλαντικό που στην Ελλάδα δεν θα τρώγαμε με τίποτα (αλλά πιστέψτε με, είναι τέλειο), λαρδί σε φέτες. Αυτό συνοδεύτηκε από ένα Chianti Rufina Nipozzano Riserva DOCG 2005 του οίκου Frescobaldi, το οποίο είχα δοκιμάσει το καλοκαίρι και το θυμόμουν αρκετά σκληρό και δύσκολο. Τώρα, μόλις λίγους μήνες αργότερα, έχει κομψύνει αισθητά και έχει γίνει αυτό που λέμε στα μέρη μου "highly drinkable".

Συνεχίσαμε με λεπτές ταλιατέλες με σάλτσα ραγού και κρέας λαγού (κάνει και ρίμα!...), σε καλάθι ξεροψημένης παρμεζάνας. Αυτό συνοδεύτηκε από ένα Vino Nobile di Montepulciano DOCG 2005 από την Fattoria del Cerro, το οποίο παραήταν ρουστίκ για τα γούστα μου. Ακόμα και αφού έμεινε στο ποτήρι και αερίστηκε αρκετά, βελτιώθηκε ελάχιστα.


Το κυρίως πιάτο ήταν ταλιάτα από την διάσημη ράτσα αγελάδας της περιοχής, την Chianina (από το ίδιο κρέας από το οποίο προέρχεται η διάσημη Bistecca alla Fiorentina), με ξεροψημένες πατάτες με δενδρολίβανο, και με σαλάτα. Μαζί σερβιρίστηκε ένα εξαιρετικό Brunello di Montalcino DOCG (βρήκαν το ευαίσθητο σημείο μου - κι αυτό είναι μείον μου, που θα έλεγε και ο γνωστός αοιδός), το La Poderina 2003. Όμορφα τανικό, με εξαιρετική διάρκεια, ανοικτό, γεμάτο, πολύπλοκο, ήταν ένα ποίημα. Ειδικά όσο έμενε στο ποτήρι, τόσο πιο πολύ μας αποκάλυπτε την ομορφιά του. Με εντυπωσίασε τόσο πολύ που αποφάσισα να του συγχωρήσω τον αλκοολικό βαθμό 14.5% που διάβασα στην ετικέτα και σοκαρίστηκα (είπαμε, ζεστό το καλοκαίρι του 2003, αλλά μην το παρακάνουμε...).

Το επιδόρπιο ήταν ένα συμπαθέστατο cheesecake, που δεν είμαι σίγουρος πόσο παραδοσιακό της περιοχής είναι. Συνοδεύτηκε από ένα γλυκό Vin Santo del Chianti Il Tralcio DOC 2001, το οποίο όμως παραήταν οξειδωμένο για τα γούστα μου.

Κάθισα στο τραπέζι με μία ευχάριστη παρέα από συνάδελφους δημοσιογράφους οίνου από την Ολλανδία, την Τσεχία, την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία. Αύριο θα γνωρίσω και τους υπόλοιπους. Για την αυριανή ημέρα το πρόγραμμα προβλέπει απανωτές επισκέψεις σε οινοποιεία στο Chianti Classico, μεσημεριανό στην ίδια περιοχή, και στη συνέχεια γευσιγνωσία, δείπνο και διανυκτέρευση στη Σιένα.

Το ταξίδι άρχισε καλά και προμηνύεται πολύ ενδιαφέρον...


 

Λοιπόν, επειδή μου φαίνεται πως αρκετά "έκατσα στα αυγά μου", φεύγω αύριο (Κυριακή) πρωί-πρωί για την Τοσκάνη. Έχω προσκληθεί να συμμετάσχω σε μία αποστολή στην περιοχή μαζί με άλλους 14 δημοσιογράφους οίνου από όλο τον κόσμο. Την αποστολή οργανώνει η τοπική οινο-τουριστική αρχή της Τοσκάνης, με την επιμέλεια της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων Οίνου.

Σύμφωνα με το πρόγραμμα θα επισκεφτούμε την περιοχή σε βάθος, δηλαδή και τις πολύ γνωστές, αλλά και τις λιγότερο γνωστές οινοπαραγωγικές ζώνες της. Όσο για εκείνες που δεν θα προλάβουμε να δούμε, έχει κανονιστεί να δοκιμάσουμε τα κρασιά τους αλλά και την κουζίνα τους σε ειδικές γευσιγνωσίες.

Σας αποχαιρετώ λοιπόν, αλλά όχι για πολύ... Παίρνω μαζί μου laptop και camera, και εφ' όσον τα ξενοδοχεία στα οποία θα μείνουμε έχουν πρόσβαση στο Internet θα σας στέλνω ημερήσιες ανταποκρίσεις από τις εξορμήσεις μας στην Τοσκάνη. Εις το επανειδείν!...


 

Καθώς το υλικό από το ταξίδι στο Παρίσι δεν έχει εξαντληθεί ακόμα, στο In2Life σήμερα δημοσιεύεται μία παρουσίασή μου για το απίστευτο εστιατόριο Il Vino. Πρόκειται για ένα δημιούργημα του παγκοσμίως φημισμένου sommelier Enrico Bernardo, στο οποίο πήγα συστημένος από έναν άλλο κορυφαίο sommelier, τον φίλο μου Γιώργο Λούκα.

Παρακάτω σας παρουσιάζω με φωτογραφίες (ελπίζοντας στην κατανόησή σας για την ποιότητά τους καθώς τις τράβηξα με το κινητό μου) τα εκπληκτικό πιάτα που στόλισαν το δείπνο μας.

Στην πρώτη ομάδα λοιπόν έχουμε το menu dégustation τρούφας που επέλεξα εγώ: (Από αριστερά) ξεκίνησε με Εσκαλόπ από φουα γκρα ελαφρώς ψημένο πάνω σε χειμωνιάτικα λαχανικά με τριμμένη μαύρη τρούφα (συνδυάστηκε με ένα εξαιρετικό Pouilly Fuissé του 07), συνεχίστηκε με αυγό τηγανητό πάνω σε πουρέ πατάτας με παρμεζάνα, διακοσμημένο με flakes λευκής τρούφας (συνδυάστηκε με ένα ζωηρό Barbaresco του 04), και ολοκληρώθηκε με ένα τρυφερότατο φιλέ μινιόν με ριζότο και φρεσκοτριμμένη μαύρη τρούφα (συνδυάστηκε με ένα ιδιαίτερα φίνο ερυθρό Grand Cru Classé του 03 από το Saint Emilion του Bordeaux).


Στην δεύτερη ομάδα έχουμε το πραγματικά απίστευτο μοσχαρίσιο φιλέτο που παρήγγειλε η σύζυγος, και το οποίο γαρνιρίστηκε με αυτές τις νοστιμότατες αλλά και εντυπωσιακές πατάτες που βλέπετε από πάνω (συνοδεύτηκε από ένα όμορφο Αυστραλέζικο Shiraz του 06), καθώς και τα επιδόρπιά μας: Τάρτα σοκολάτα με demi-glace καφέ από τον Παναμά και φύλλα χρυσού, καθώς και γλυκό κάστανο με φρούτα του δάσους. Και τα δύο επιδόρπια συνοδεύτηκαν από ένα πραγματικά μοναδικό Trockenbeerenauslese no 7 του (αείμνηστου) Kracher, από μία επιβλητική φιάλη double magnum που άνοιξε για χάρη μας!

Η εμπειρία Il Vino προτείνεται ανεπιφύλακτα σε όλους τους οινόφιλους που αγαπούν το καλό φαγητό (έννοιες που βεβαίως πηγαίνουν χέρι με χέρι...). Μπορείτε να διαβάσετε την πλήρη παρουσίαση και να βρείτε στοιχεία επικοινωνίας με το Il Vino κάνοντας κλικ σε αυτό εδώ το link.

 

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν τον Joël Robuchon τον πρώτο μεγάλο σύγχρονο Γάλλο chef. Με εστιατόρια σε 12 πόλεις του κόσμου που μοιράζονται 18 αστέρια Michelin μεταξύ τους, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι έχει βραβευτεί πολλάκις, έχει ονομαστεί "Chef του 20ου αιώνα", και έχει εκπαιδεύσει μερικούς από τους πιο διάσημους νεότερους chef, όπως ο Gordon Ramsay και πολλοί άλλοι.


Και μπορεί σήμερα, στα 63 του, να ζει τον περισσότερο καιρό στο Las Vegas και στην Ασία (όπου βρίσκονται τα πιο πρόσφατα διεθνή του projects), ωστόσο έχει αφήσει σ' εμάς στην Ευρώπη ένα εξαιρετικό concept, το οποίο επιβάλλεται να επισκεφτεί (για να μην πω "στο οποίο επιβάλλεται να προσκυνήσει") κάθε λάτρης της σύγχρονης οινο-γαστρονομίας. Αναφέρομαι στο concept του "Atelier", δηλαδή σε μία open plan σάλα-κουζίνα, όπου οι επισκέπτες δεν κάθονται σε τραπέζια αλλά δίπλα-δίπλα, γύρω από την μπάρα που περιβάλλει την κουζίνα, ώστε να συμμετέχουν - ουσιαστικά - στη δημιουργία των εδεσμάτων τους. Και βέβαια έχει φοβερό ενδιαφέρον να παρακολουθεί κανείς τους εξαιρετικά επαγγελματίες μάγειρες, μαιτρ, σερβιτόρους και σομελιέ να κάνουν τα πάντα πίσω από τη μπάρα για να ευχαριστήσουν τους πελάτες που βρίσκονται μπροστά από αυτήν.


Εμείς λοιπόν είχαμε κάνει την κράτησή μας στο Atelier de Joël Robuchon πριν καν φύγουμε από την Ελλάδα - ευτυχώς, γιατί το μέρος ήταν "φίσκα" μεσημέρι/βράδυ, εκτός της παραμονής των Χριστουγέννων, που ήταν κλειστό. Και θα ήταν πραγματικά μεγάλη απογοήτευση αν δεν είχαμε καταφέρει να βρούμε θέση, καθώς το Atelier ήταν στην κυριολεξία "μεσοτοιχία" με το ξενοδοχείο μας...


Στο προκείμενο: το δείπνο στο Atelier de Joël Robuchon ήταν μία εμπειρία που δεν θα ξεχάσω, τουλάχιστον μέχρι την επόμενη φορά που θα ξαναπάω (και η οποία ελπίζω να μην αργήσει). Το μενού χωρίζεται σε μικρά πιατάκια/ορεκτικά που έχουν ως σκοπό να χαρίσουν στον πελάτη πρώτες ενδιαφέρουσες γεύσεις, πριν από τα κύρια πιάτα. Υπάρχουν αρκετές και πολύ ενδιαφέρουσες επιλογές σε κάθε επίπεδο, και το δύσκολο είναι να συγκρατηθεί κανείς και να μην τα πάρει όλα!... Επιπλέον, η λίστα των κρασιών είναι πολύ προσεγμένη, με πολύ καλές επιλογές από τον Γαλλικό αμπελώνα αλλά όχι μόνο, και βέβαια - όπως στα περισσότερα μέρη στο Παρίσι - όλες οι επιλογές είναι διαθέσιμες και σε ποτήρι, αλλά και σε μπουκάλι (με έμφαση στο πρώτο, ώστε να διευκολύνεται η εναλλαγή κρασιών με κάθε πιάτο).


Εμείς ξεκινήσαμε με ένα ποτήρι Σαμπάνια Bruno Paillard Premiere Cuvée από ένα magnum που μόλις είχε ανοίξει και ήταν ένα εξαιρετικό welcome-πρελούδιο για το τι επρόκειτο να επακολουθήσει. Η σύζυγος ξεκίνησε με millefeuille μελιτζάνας με βασιλικό και μοτσαρέλα, που συνδυάστηκε με ένα αρωματικό Traminer του 06 από την Ιταλία. Εγώ ξεκίνησα με φρέσκο, χειροποίητο ραβιόλι γεμιστό με καραβίδα και σάλτσα μαύρης τρούφας, καθώς και με πατάτα σιγοψημένη στο χυμό της, με φρεσκοτριμμένη τρούφα από πάνω. Και τα δύο ήταν εξαιρετικά, και συνοδεύτηκαν από ένα εξαίσιο Condrieu 07, όπου το όμορφα βαρελάτο Viognier έκανε πολύ καλή παρέα με την έντονη γεύση της τρούφας.

Clickable gallery below:

Η σύζυγος συνέχισε με μοσχαρίσιο τουρνεντό με κρούστα από μαύρο πιπέρι Malabar. Το δοκίμασα κι εγώ και - παρότι είχε ζητήσει πιο καλό ψήσιμο από το ενδεδειγμένο - ήταν απίστευτο! Αναδείχθηκε δε τέλεια (τόσο το κρέας όσο και τα πιπέρια του) από το πολύ καλό Crozes-Hermitage 05 του εκλεκτού παραγωγού του Ροδανού Paul Jaboulet Aine. Εγώ προτίμησα (και πόσο καλή επιλογή έκανα!) ορτύκι γεμιστό με φουα γκρα, συνοδευόμενο από πουρέ πατάτας με λευκή τρούφα. Εδώ πρέπει να σας πω ότι ο πουρές πατάτας είναι σπεσιαλιτέ του καταστήματος, και πιστέψτε με είναι βελούδινος, μοσχοβολιστός, και από τα πράγματα που ακόμα κι εγώ τρώω σιγά με την ελπίδα ότι θα τελειώσει λίγο πιο αργά... Για το κύριο πιάτο μου ήθελα ένα καλό Pinot Noir, γι αυτό επέλεξα το πολύ φίνο Vosne-Romanée 06 του Domaine David Duband.

Clickable gallery below:

Τα επιδόρπια τα μοιραστήκαμε: επιλέξαμε μους κάστανο λεπτοσχηματισμένη σε vermicelli, με μαρένγκα και Kirsch, καθώς και το λεγόμενο "Chocolat Sensation", με εναλλαγές σοκολατένιων γεύσεων, πάνω σε κρέμα από την εξαιρετική σοκολάτα Valrhona Grand Cru Araguani.

Clickable gallery below:

Δε νομίζω ότι μπορώ ή χρειάζεται να σας πω κάτι παραπάνω. Το σέρβις, το περιβάλλον και η όλη προσέγγιση ήταν απλά υποδειγματικά. Οι τιμές σίγουρα δεν είναι χαμηλές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αισθάνεται κανείς την ανάγκη να "κλάψει" τα λεφτά του - το αντίθετο θα έλεγα! Για ένα γεύμα σαν κι αυτό που σας περιέγραψα υπολογίστε ότι θα πληρώσετε γύρω στα €150 το άτομο, μαζί με το κρασί και το φιλοδώρημα. Υπάρχει και η δυνατότητα ενός menu dégustation με διάφορες γεύσεις και αρκετά πιάτα, το οποίο κοστίζει €140 το άτομο και δεν περιλαμβάνει κρασί.

Το Atelier de Joël Robuchon βρίσκεται σε πολύ κεντρικό σημείο στο Παρίσι. Η ακριβής διεύθυνση είναι 5, rue de Montalembert, Paris 7th arrondissement. Το τηλέφωνο είναι + (33) 1 42 22 56 56.

Παρεμπιπτόντως, για όσους το Λονδίνο εξυπηρετεί περισσότερο, υπάρχει και εκεί Atelier de Joël Robuchon (13-15 West Street, London WC2H 9NE / (+44) 207 010 8600) που σίγουρα αξίζει να επισκεφτείτε.

Τέλος, συγχωρήστε με για την όχι τόσο καλή ποιότητα των φωτογραφιών των πιάτων μας, αλλά δεν είχα κάμερα μαζί μου, οπότε αναγκαστικά χρησιμοποίησα αυτήν του κινητού. Να είστε σίγουροι όμως ότι ακόμα και η πιο επαγγελματική φωτογραφία δεν θα μπορούσε με τίποτα να αποτυπώσει τις εξαιρετικές γεύσεις που απολαύσαμε!