Σας είχα αναφέρει προ καιρού ότι η (πολύ αγαπημένη μου) πόλη του Montalcino στην Τοσκάνη, η πατρίδα του περίφημου Brunello, δοκιμάστηκε πρόσφατα από ένα σκάνδαλο, το οποίο μάλιστα ξέσπασε στην κυριολεξία από το πουθενά! Σήμερα λοιπόν που έχω λίγο χρόνο, θα σας αναπτύξω την ιστορία με κάποιες παραπάνω λεπτομέρειες.

Κάποια στιγμή λοιπόν, στις αρχές του χρόνου, έλεγχοι έδειξαν ότι η ποικιλιακή σύνθεση ορισμένων κρασιών Brunello di Montalcino DOCG, αντί να είναι 100% Sangiovese, όπως ορίζει η νομοθεσία που του δίνει την ανώτατη πιστοποίηση προέλευσης DOCG, περιείχε και ένα μικρό ποσοστό (κατά μέσο όρο 1%) άλλων, διεθνών ποικιλιών, όπως το Cabernet Sauvignon και το Merlot. Εικάζεται ότι, όπου έγινε αυτό, το κίνητρο ήταν η ικανοποίηση των "γούστων" της Αμερικάνικης αγοράς, που προτιμάει τα κρασιά πιο στρογγυλά και βελούδινα από ένα τυπικό Brunello που συνήθως είναι αρκετά άγριο, ατίθασο κρασί. Εδώ πρέπει να σας πω ότι η Ιταλική αστυνομία έχει ειδικές ομάδες αξιωματικών που έχουν περάσει από σχολές sommelier, ακριβώς για να είναι σε θέση να καταπολεμήσουν περιπτώσεις αισχροκέρδειας ή νοθείας στο κρασί, που δεν είναι τελείως ασυνήθιστες στη γειτονική μας χώρα.


Ως εδώ καλά. Καλά, από την άποψη ότι δεν χάλασε πια και ο κόσμος. Σε μία τέτοια περίπτωση, που παραβιάζεται η οινική νομοθεσία σε κρασί υψηλής ποιότητας, τρία πράγματα μπορούν να συμβούν: Α) οι παραβάτες να συμμορφωθούν και να επιστρέψουν στην ποικιλιακή σύνθεση του κρασιού που ορίζει ο νόμος. Β) Αν σώνει και καλά κάποιοι κρίνουν ότι μία διαφορετική ποικιλιακή σύνθεση αναδεικνύει το κρασί τους καλύτερα, το αποχαρακτηρίζουν - χάνει δηλαδή την πιστοποίηση ποιότητας/προέλευσης DOCG - και κυκλοφορεί στην αγορά ως τοπικός, ή ακόμα και ως επιτραπέζιος οίνος (έχει ξαναγίνει στο παρελθόν με πολύ καλά Ιταλικά κρασιά). Γ) Αν είναι τόσο εμφανές ότι ο νόμος είναι ξεπερασμένος, οι προτιμήσεις των καταναλωτών έχουν αλλάξει, η αγορά έχει προχωρήσει, κλπ, τότε αλλάζει ο νόμος, ή τουλάχιστον γίνεται πιο εύκαμπτος/ευέλικτος, και οι οινοποιοί αποκτούν νέες επιλογές, δυνατότητες, αλλά και δυναμική στην αγορά.

"Που είναι το σκάνδαλο λοιπόν", θα μου πείτε. Εδώ η πλοκή αλλάζει... Επειδή - σε ορισμένα πράγματα, όπως οι ίντριγκες, οι δολοπλοκίες και τα περίεργα συμφέροντα - είμαστε όντως "ούνα φάτσα-ούνα ράτσα" με τους γείτονες, φαίνεται ότι κάποιοι (μάλλον οι περίφημοι "γνωστοί άγνωστοι") αποφάσισαν ότι αρκετά διήρκεσε η επιτυχία του Brunello στην διεθνή (και ειδικά στην Αμερικάνικη) αγορά, ας πάρει σειρά και κάποιο άλλο κρασί... Έτσι λοιπόν μία ωραία πρωία άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου. Η πρωία μάλιστα δεν ήταν μία απλή και συνηθισμένη, αλλά το Σάββατο 3 Απριλίου 2008, στα εγκαίνια ουσιαστικά της διεθνούς οινικής έκθεσης Vinitaly στη Verona, όταν τα μάτια όλου του (οινικού) κόσμου ήταν στραμένα στην Ιταλία και τα κρασιά της. Εκείνη την ημέρα λοιπόν, η σκανδαλοθηρική εφημερίδα L' Espresso αποφάσισε να αποκαλύψει μία ιστορία νοθείας κάποιων σεσημασμένων και χαμηλής ποιότητας Ιταλικών κρασιών στο πρωτοσέλιδό της.


Δεν το έκανε όμως έτσι απλά. Ο τίτλος της πρώτης σελίδας ήταν "Velenitaly" - λογοπαίγνιο που αντικαθιστά τη λέξη vino-κρασί ως πρώτο συνθετικό της διεθνούς έκθεσης, με τη λέξη veleno, που σημαίνει δηλητήριο! Επιπλέον, ο υπότιτλος αναφερόταν σε μία μεγάλη έρευνα που αναφερόταν στην εντυπωσιακή νοθεία που είχε ως αποτέλεσμα να κυκλοφορήσουν στην αγορά 70 εκατομύρια λίτρα κρασιού που περιείχαν τοξικές ουσίες, σε παρεμφερή κρούσματα και με άλλα Ιταλικά προϊόντα όπως το ελαιόλαδο και το ψωμί, καθώς και στις "απάτες" που αποκαλύφθηκαν στο Brunello (εννοώντας τις ξένες ποικιλίες που βρέθηκαν στο κρασί). Κάπως έτσι, αναφέροντας δηλαδή στον ίδιο τίτλο τα νοθευμένα με τοξικές ουσίες φτηνά Ιταλικά κρασιά με το Brunello που περιείχε 1% Merlot, ξεκίνησε το επεισόδιο της χρονιάς για το συγκεκριμένο κρασί, που γρήγορα πήρε αρκετά ακραίες διαστάσεις, ειδικά όταν το Αμερικάνικο ΤΤΒ (Alcohol and Tobacco Tax and Trade Bureau) απείλησε να απαγορεύσει τελείως την εισαγωγή Brunello στην Αμερικάνικη αγορά, μέχρις ώτου να έχει ικανοποιητικές αποδείξεις ότι είναι ασφαλές για κατανάλωση. Ένα τέτοιο (παραλίγο) πλήγμα θα ήταν τεράστιο για το Brunello, το 25% της συνολικής παραγωγής του οποίου απορροφάται από την Αμερικάνικη αγορά.

Τελικά φαίνεται πως θα έχουμε "τέλος καλό-όλα καλά" με την υπόθεση αυτή. Η αρμόδια επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης έσπευσε να αποφανθεί ότι (προφανώς) δεν τίθεται θέμα ακαταλληλότητας ή επικινδυνότητας στην κατανάλωση του Brunello, και αυτό φαίνεται να καθησύχασε τις Αμερικάνικες αρχές. Παράλληλα οι οινοποιοί, μέσω της Ένωσής τους (το Consorzio del Vino Brunello di Montalcino), συσκέπτονται πυρετωδώς για να αποφανθούν τι μέλλει γενέσθαι με την επιτρεπόμενη ποικιλιακή σύνθεση του Brunello.

Δεν είναι παράδοξο πάντως το γεγονός ότι μία καταγγελία για νοθεία Ιταλικού κρασιού με τοξικές ουσίες δημιουργεί τέτοια αίσθηση στην Ιταλική και τη διεθνή αγορά... Στην Ιταλία είναι ακόμα νωπές οι μνήμες της συγκλονιστικής υπόθεσης νοθείας κρασιού που είχε γίνει το 1986, όταν βρέθηκε μεθανόλη στα κρασιά ενός οινοποιείου που βρίσκεται λίγο έξω από τη Verona. Εκείνη τη φορά τα πράγματα ήταν πολύ πιο σοβαρά, καθώς 26 άτομα είχαν χάσει τη ζωή τους και πολύ περισσότερα μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο με σοβαρά συμπτώματα δηλητηρίασης (αρκετοί και με τύφλωση)!


Τέλος, ορισμένοι φαν του Brunello ίσως να άκουσαν ότι μία σφοδρή χαλαζόπτωση προκάλεσε ζημιές στους αμπελώνες γύρω από το Montalcino τον Δεκαπενταύγουστο και να ανησύχησαν. Προσωπικές μου πηγές στην περιοχή με πληροφορούν ότι το χαλάζι περιορίστηκε σε μία μικρή σχετικά έκταση αμπελώνων, στις περιοχές του Sant'Angelo in Colle και του Castelnuovo dell'Abate, ώσπου τελικά άλλαξε φορά και κατευθύνθηκε σε μία δασώδη περιοχή, όπου και εκτονώθηκε. Έτσι, δεν αναμένονται ιδιαίτερα σημαντικές συνέπειες στον φετινό τρύγο του Brunello, ο οποίος θα ξεκινήσει την εβδομάδα που μας έρχεται.

Πιστεύω ότι, μετά από αυτό το χορταστικό post για το Brunello και το Montalcino, η επόμενή μου σχετική ενημέρωση (αν δεν συμβεί κάτι συνταρακτικό στο μεταξύ) θα είναι στα τέλη του προσεχούς Φεβρουαρίου, όταν θα βρεθώ στην εκδήλωση Benvenuto Brunello, προσκεκλημένος από το προεδρείο του Consorzio των οινοποιών της περιοχής. Εκεί θα έχω τη χαρά να δω από κοντά τα αποτελέσματα του φετινού τρύγου, να διαπιστώσω δοκιμάζοντας την εξέλιξη των τελευταίων εσοδειών, καθώς και να συνομιλήσω με τους οινοποιούς για το παραπάνω αλλά και για άλλα τρέχοντα θέματα.


 

- Υπάρχει κάποιος φανατικός λάτρης του κρασιού στη ζωή σας, στον οποίο ή την οποία τρέφετε μεγάλη αδυναμία; Ψάχνετε εδώ και καιρό να του/της κάνετε ένα πολύ (μα πάρα πολύ) ξεχωριστό δώρο, ουσιαστικά μία εμπειρία ζωής; Όπως καταλαβαίνετε, για να κάνω όλες αυτές τις ερωτήσεις, κάπου το πάω... Μάλλον λοιπόν έχω την λύση (μη μου φωνάξετε όμως, είναι λίγο ακριβή...).

Με ενημερώνουν από το "Leaders Club" του ξενοδοχειακού γκρουπ "Leading Hotels of the World" ότι διοργανώνεται ένα πολύ exclusive οινο-κεντρικό ταξίδι για ξεχωριστούς πελάτες με μεγάλη αγάπη στο καλό κρασί, και αντιστοίχου μεγέθους πορτοφόλι. Πρόκειται για ένα αξέχαστο ταξίδι μίας εβδομάδας στην Ιταλία, η διαμονή του οποίου μοιράζεται σε δύο από τα κορυφαία ξενοδοχεία της χώρας (και του κόσμου): την Villa D' Este στη λίμνη Como και την Villa La Massa στην Τοσκάνη.

Το ταξίδι βασίζεται σε οργανωμένο πρόγραμμα δραστηριοτήτων, και οι συμμετέχοντες θα συνοδεύονται από τον γνωστό Ιταλό οινογράφο και συγγραφέα Sergio Esposito. Κάθε μέρα θα είναι και μία ξεχωριστή οινογαστρονομική εμπειρία, επιπλέον των δραστηριοτήτων (spa, γκολφ, τέννις, κλπ) που προσφέρει κάθε ξενοδοχείο. Τα βασικά highlights του ταξιδιού είναι τα εξής:


- Η πρώτη μέρα κορυφώνεται με δείπνο 5 πιάτων στην ονειρεμένη βεράντα της Villa D' Este στο Cernobbio, που έχει θέα "πιάτο" όλη τη λίμνη Como. Το γεύμα θα επιμεληθεί ο executive chef του ξενοδοχείου, Luciano Parolari, γνωστός και με τον τίτλο "Ο Βασιλιάς του Ριζότο". Οι συμμετέχοντες στο δείπνο θα πρέπει να φορούν σακάκι και γραβάτα. Τους συνδυασμούς κρασιού-φαγητού θα επιμεληθεί προσωπικά ο Sergio Esposito.
- Η δεύτερη μέρα είναι αφιερωμένη στα κρασιά του Piemonte, και ολοκληρώνεται με ένα ειδικό δείπνο που θα συνοδεύεται από τα φημισμένα Barolo και Barbera του φημισμένου Κτήματος Giacomo Conterno. Ειδικός προσκεκλημένος του δείπνου θα είναι ο ίδιος ο παραγωγός, Roberto Conterno.
- Η τρίτη μέρα εστιάζει στην περιοχή του Friuli Venezia Giulia. Επίκεντρό της ένα οινο-γαστρονομικό δείπνο με ειδικό προσκεκλημένο τον εκκεντρικό παραγωγό Ales Kristancic (και τα κρασιά του), από το Κτήμα Movia, που βρίσκεται στα Ιταλο-σλοβενικά σύνορα.
- Την τέταρτη μέρα το γκρουπ θα μεταφερθεί με λιμουζίνες στον σιδηροδρομικό σταθμό, και από κει και πέρα με τραίνο (πρώτη θέση, εννοείται) στην Φλωρεντία. Η Villa La Massa βρίσκεται στο Candeli, λίγο έξω από τη Φλωρεντία, σε μία ειδυλιακή τοποθεσία, πάνω σε ένα μικρό παραπόταμο του Άρνου. Το πρώτο βράδυ, μετά από μία όμορφη εκδρομή στην Φλωρεντία, το πρόγραμμα περιλαμβάνει δείπνο πέντε πιάτων που θα συνοδεύονται από κρασιά που θα επιμεληθεί και πάλι ο Sergio Esposito.


- Η πέμπτη μέρα ξεκινάει με επίσκεψη στο μικρό οινοποιείο Montevertine, στην περιοχή Radda in Chianti. Το οινοποιείο παράγει το θρυλικό Τοσκανέζικο κρασί Le Pergole Torte, το οποίο και θα συνοδέψει το ελαφρύ μεσημεριανό γεύμα που θα παραθέσει ο ιδιοκτήτης του οινοποιείου. Το βράδυ το γκρουπ θα ταξιδέψει με λιμουζίνες στο μαγευτικό Castello di Nipozzano (σας έχω κάνει κι εγώ περιήγηση εκεί μέσα από πρόσφατο post από το ταξίδι μου στην Τοσκάνη), για ένα επίσημο δείπνο (υποχρεωτικό το σακάκι και η γραβάτα για τους κυρίους) που θα συνοδεύεται από τα κρασιά του Οίκου Frescobaldi.


- Η έκτη μέρα είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένη στο Montalcino και τα κρασιά του, και ειδικά το Brunello. Το πρωί το γκρουπ θα μεταβεί με λιμουζίνες στο Κτήμα Case Basse για προσωπική περιήγηση στο οινοποιείο, γευσιγνωσία και μεσημεριανό σε τοπική ταβέρνα με την οικογένεια Soldera, τους ιδιοκτήτες του Κτήματος. Το απόγευμα περιλαμβάνει (αυτό και μόνο είναι φανταστικό) επίσκεψη στο Κτήμα Tenuta Greppo, της οικογένειας Biondi Santi, που παράγει το μυθικό Brunello που φέρει το όνομά τους. Το γκρουπ θα περιηγηθεί τους χώρους του Κτήματος και θα παραστεί σε δοκιμή των κρασιών του, που θα κάνει ο ίδιος ο Franco Biondi Santi, μία από τις επιβλητικότερες φιγούρες του Ιταλικού κρασιού σήμερα. Το ίδιο βράδυ θα λάβει χώρα αποχαιρετιστήριο δείπνο πέντε πιάτων με ειδικό μενού και σπάνιες οινικές επιλογές.
- Την έβδομη ημέρα οι συμμετέχοντες θα πάρουν το πρωινό τους και θα αναχωρήσουν με την ησυχία τους.


Πώς σας ακούγεται; Πιστέψτε με, οι επισκέψεις αυτές και τα πρόσωπα που θα συμμετάσχουν δεν περιλαμβάνονται συχνά σε οινοτουριστικά ταξίδια. Όσο για τα ξενοδοχεία, γι αυτά μπορώ να σας μιλήσω από προσωπική πείρα, γιατί είχα το προνόμιο να μείνω και στα δύο σε ένα παρόμοιο ταξίδι στο παρελθόν. Εκεί λοιπόν η διαμονή είναι μία τελείως διαφορετική εμπειρία, όπου η υπηρεσία της φιλοξενίας ανάγεται πλέον σε κάτι ανάμεσα σε επιστήμη και τέχνη.

Όπως καταλαβαίνετε, το ταξίδι αυτό είναι για (πολύ) λίγους. Συγκεκριμένα υπάρχουν μόλις 14 θέσεις και το κόστος ξεκινάει από €5,048 για ένα άτομο και €8,941 για δύο (δεν συμπεριλαμβάνονται τα αεροπορικά εισιτήρια).

Αν ενδιαφέρεστε, πρέπει να γνωρίζετε ότι η ημερομηνία έναρξης του ταξιδιού είναι η Κυριακή 26 Οκτωβρίου, ενώ η ημερομηνία ολοκλήρωσης είναι το Σάββατο 1 Νοεμβρίου. Η ηλεκτρονική διεύθυνση για πληροφορίες και κρατήσεις είναι: [email protected].

 

Την Cantinetta di Rignana την άφησα ως τελευταίο κεφάλαιο (γι αυτή τη φάση) της επίσκεψης στην Τοσκάνη επίτηδες, αφού ήταν ένας πραγματικά απίθανος επίλογος στην όμορφη αυτή εμπειρία.

Το μέρος το είχα ανακαλύψει πριν από 3 χρόνια, συμπτωματικά, σε έναν αγγλόφωνο οδηγό της περιοχής, που το είχε κατατάξει ως το νούμερο 1 μέρος για να φάει κανείς αυθεντικά στο Chianti Classico. Κάτι μας είχε ωθήσει τότε να το δοκιμάσουμε πάση θυσία, παρότι δεν υπήρχαν ταμπέλες, ενώ ακόμα και οι ντόπιοι δεν ήξεραν πως να μας καθοδηγήσουν.


Όπως προδίδει το όνομά της, η Cantinetta βρίσκεται στη Rignana, σε ένα δασώδη λόφο πάνω από τη Greve. Η πρόσβαση γίνεται μέσα από ένα χωματόδρομο που διασχίζει το δάσος, και οδηγεί σε ένα σημείο που πραγματικά δίνει την αίσθηση (και όχι άδικα) ότι βρίσκεται "στη μέση του πουθενά". Θυμάμαι λοιπόν τότε ότι, μετά από όλη αυτή την "ασυνήθιστη" διαδρομή, μας είχε κάνει μεγάλη αίσθηση το γεγονός ότι φτάσαμε σε ένα μέρος που, ενώ εκ πρώτης όψεως έμοιαζε με ένα εγκαταλελειμένο αγροτόσπιτο στο βουνό, από κοντά ήταν μία ταβέρνα προφανώς γνωστή σε εκείνους που ξέρουν - γι αυτό και έσφυζε από ζωή και κέφι!


Σε αυτή την επίσκεψη τα πράγματα δεν είχαν αλλάξει σχεδόν καθόλου - ευτυχώς! Με μοναδική εξαίρεση το γεγονός ότι η σήμανση για να βρει κανείς το δρόμο είναι αισθητά καλύτερη, η Cantinetta di Rignana ήταν ακριβώς όπως τη θυμόμουν, γι αυτό και μας χάρισε μία αξέχαστη γαστρονομική εμπειρία.


Η Cantinetta είναι απλά μία εξοχική ταβέρνα. Χωρίς υπερβολές ή "φρου-φρου κι αρώματα", σερβίρει αυθεντικές ντόπιες γεύσεις με φόντο την ομορφιά της υπαίθρου της περιοχής. Εμείς παραγγείλαμε ως ορεκτικά (antipasti) σαλάμι από αγριογούρουνο με φρέσκια τρούφα, παλαιωμένο πεκορίνο με μέλι ακακίας, καθώς και μία πεντανόστιμη μπρουσκέτα που μοσχοβόλαγε από την ώριμη ντομάτα και το εκλεκτό αγουρέλαιο που τη στόλιζε. Τα πρώτα μας πιάτα (primi piatti) ήταν, ως είθισται, ζυμαρικά: ταλιατέλες με τρούφα, καθώς και παπαρδέλες με αγριογούρουνο σε κόκκινη σάλτσα και δενδρολίβανο. Εννοείται πως το κύριο πιάτο (secondo piato) μας ήταν μία ζουμερότατη, νοστιμότατη, τεραστίων διαστάσεων bistecca alla fiorentina. Για επιδόρπιο απολαύσαμε ένα εξαιρετικό tiramisu. Από την εξαιρετική λίστα κρασιών επιλέξαμε ένα Fontalloro 2004 από το ποιοτικό οινοποιείο Felsina, που βρίσκεται στο νότιο άκρο του Chianti Classico - όπως θα δείτε στις φωτογραφίες παρακάτω, η συλλογή κρασιών της Cantinetta είναι υποδειγματική.


Σε όποιον μου έχει ζητήσει συμβουλές και tips για το τι να κάνει και που να πάει κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Τοσκάνη, αναφέρω πάντα, με έμφαση, την Cantinetta di Rignana. Είναι για μένα το επιστέγασμα της όμορφης εμπειρίας που προσφέρει η παραμυθένια περιοχή της Τοσκάνης, γι αυτό και σας προτείνω ανεπιφύλακτα να την επισκεφτείτε, έστω και αν ταλαιπωρηθείτε λιγάκι να την βρείτε.


Η Cantinetta di Rignana διαθέτει ιστοσελίδα με φωτογραφίες, μενού, αλλά και οδηγίες πρόσβασης που, στην προκειμένη περίπτωση, είναι απαραίτητες. Θα την βρείτε στη διεύθυνση www.lacantinettadirignana.it.

Όταν θα βρεθείτε εκεί, μη ξεχάσετε επίσης να ρωτήσετε για τα πανέμορφα δωμάτια που νοικιάζουν σε επίδοξους αγροτουρίστες, καθώς και για το νέο αδερφάκι της Cantinetta, το Ristoro L' Antica Scuderia, που άνοιξε πρόσφατα στην
γειτονική γραφική περιοχή Badia a Passignano - άκουσα ήδη γι αυτό πολύ καλά λόγια, γι αυτό και μπήκε στο πρόγραμμα για το επόμενο ταξίδι στην Τοσκάνη...

 

Η τέταρτη μέρα του ταξιδιού στην Τοσκάνη ξεκίνησε πιο χαλαρά. Μετά από το πρωινό και μία βόλτα στην τουριστική (και πανέμορφη) πόλη του San Gimignano, κατευθυνθήκαμε ακόμα πιο νότια, κάτω από τη Siena, για το περίφημο Montalcino. Όσο πιο νότια πηγαίναμε, και ειδικά φτάνοντας στο Montalcino, το τοπίο γινόταν όλο και πιο "ξερό", πιο Ελληνικό θα έλεγε κανείς, καθώς τίποτα δεν θύμιζε την καταπράσινη βλάστηση του Chianti Classico που είχαμε αφήσει πίσω μας.

Μου αρέσουν πολύ τα κρασιά του Montalcino, και ειδικά το ομώνυμο Brunello, ένα κρασί γεμάτο και δυνατό, για βαρύ χειμώνα και πλούσιο φαγητό. Βασίζεται στην ποικιλία Sangiovese Grosso, που στην περιοχή ονομάζεται Brunello, τόσο όμως το terroir του Montalcino, όσο και η συγκεκριμένη τεχνική οινοποίησης κάνουν το Brunello di Montalcino DOCG ένα πολύ ξεχωριστό κρασί.

Ομολογώ ότι δεν έχω δοκιμάσει ένα Brunello που πραγματικά να μη μου αρέσει, ακόμα και από παραγωγούς που θεωρούνται "εργοστάσια". Έχω όμως μία προτίμηση στα κρασιά του Poggio Antico, ενός σχετικά πιο νέου, boutique οινοποιείου της περιοχής, επειδή είναι δυνατά και τυπικά, χωρίς να είναι υπερβολικά "ρουστίκ". Γνωρίζω την ιδιοκτήτρια του Poggio Antico, την Paola Gloder, από παλιότερα, για αυτό και δεν έχασα την ευκαιρία να την επισκεφτώ στο οινοποιείο σε αυτό το ταξίδι.


Ο πρώτος τρύγος του Poggio Antico ήταν το 1976 - πολύ αργότερα από πολλά παλιά οινοποιεία της περιοχής, κάποια από τα οποία έχουν ακόμα φιάλες από τρύγους του 19ου αιώνα! Ο πατέρας της Paola, επιτυχημένος χρηματιστής από το Μιλάνο και μεγάλος λάτρης του κρασιού, συμβούλεψε τον πρώτο ιδιοκτήτη στην δημιουργία του Poggio Antico από την αρχή, και στη συνέχεια το αγόρασε και το έκανε δικό του, όταν ο πρώτος ιδιοκτήτης αποφάσισε να αποσυρθεί. Η Paola μπήκε στην οικογενειακή επιχείρηση σε ηλικία 20 ετών, και ενώ η ίδια είχε επίσης πάρει πορεία προς τα χρηματιστηριακά, μη έχοντας την παραμικρή σχέση με το αμπέλι, το σταφύλι ή το κρασί.


Σήμερα το Poggio Antico πάει από το καλό στο καλύτερο. Το οινοποιείο είναι πραγματικά υπερσύγχρονο και έχει τεράστια περιθώρια μέχρι να αποδώσει στο maximum των δυνατοτήτων του. Εξάγει το 85% της παραγωγής του σε 34 χώρες του κόσμου, διατηρεί ένα εξαιρετικό εστιατόριο στο χώρο του οινοποιείου, είναι συνειδητά επισκέψιμο 365 ημέρες το χρόνο (366 στα δίσεκτα έτη, όπως διευκρινίζει η Paola), ενώ είναι ιδιαίτερα ενεργό μέλος της τοπικής ένωσης παραγωγών, του Consorzio del Vino Brunello di Montalcino.
Πάνω απ' όλα - για να μην ξεχνιόμαστε - τα κρασιά του Poggio Antico είναι εξαιρετικά.

Μαζί δοκιμάσαμε τα εξής:

- Rosso di Montalcino 2006: πρόκειται για το "απλό" κρασί κάθε οινοποιείου που παράγει Brunello, από την άποψη ότι προέρχεται από σταφύλια νεώτερων ηλικιακά κλημάτων, ενώ έχει παλαιώσει λιγότερο, γι αυτό και κυκλοφορεί πιο γρήγορα στην αγορά. Το συγκεκριμένο έχει καλές ταννίνες, οξύτητα και μεγάλο βάθος. Ομολογώ, ωστόσο, ότι το δοκιμάσαμε πιο πολύ "για να μπούμε στο κλίμα", αφού τα καλύτερα ακολουθούσαν...

- Madre 2005: ένα Super Tuscan από χαρμάνι 50% Sangiovese και 50% Cabernet Sauvignon. Το βρήκα εντυπωσιακό, με πανέμορφες ταννίνες, πεντακάθαρη μύτη, φοβερή πολυπλοκότητα και μεγάλη διάρκεια. Αγόρασα αρκετό φεύγοντας...
- Brunello di Montalcino 2003: Μπορεί το 2003 να ήταν μία πολύ ζεστή χρονιά για την περιοχή, το συγκεκριμένο κρασί όμως το έσωσε το μεγάλο υψόμετρο του αμπελώνα και η προσοχή που του δόθηκε από το αμπέλι ως το μπουκάλι. Οι ταννίνες του είναι έξοχες, ενώ, σύμφωνα με τις σημειώσεις μου, "η φινέτσα συναντάει τη δύναμη"! Ήταν όπως ακριβώς το περίμενα και καλύτερο. Φεύγοντας πήρα το καθιερωμένο magnum για ενθύμιο.
- Altero 2003: Πρόκειται για ένα Brunello που έχει υποστεί διαφορετική παλαίωση από το προηγούμενο - 2 χρόνια σε μεγάλα (500 lt) Γαλλικά δρύινα βαρέλια και 2 χρόνια στο μπουκάλι. Είναι εμφανώς πιο κομψό και μαλακό, με περισσότερο ξύλο και μπαχαρικά σε μύτη και στόμα. Το βρίσκω ενδιαφέρον, όμως δηλώνω φαν του κλασσικού Brunello.


Σημειώστε ότι το Brunello di Montalcino DOCG, βάσει νομοθεσίας, διατίθεται στην αγορά 5 χρόνια μετά τον τρύγο. Το 2002, που ήταν μία παροιμιωδώς κακή χρονιά για την περιοχή, μόνο ελάχιστοι παραγωγή εμφιάλωσαν και πούλησαν Brunello, με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα.


Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μου στο Montalcino έμαθα περισσότερα και για την πρόσφατη υπόθεση "νοθείας" του Brunello που σας είχα αναφέρει πρόσφατα. Θα σας τα πω όμως κάποια άλλη στιγμή. Στο μεταξύ, προτείνω να επισκεφτείτε την όμορφη και περιεκτικότατη ιστοσελίδα του Poggio Antico στη διεύθυνση www.poggioantico.com.

 

Για την Ξένια Λαιμού και τον ξενώνα της, την Casetta, σας μίλησα πρόσφατα. Ξανανοίγω το θέμα όμως γιατί ένα ωραίο απόγευμα της προηγούμενης εβδομάδας, την 3η μέρα του ταξιδιού στο Chianti Classico, επισκέφτηκα την Ξένια στην Casetta και έζησα για λίγο από κοντά την εμπειρία που ζουν οι καλεσμένοι της.

Η Casetta λοιπόν, βρίσκεται στο San Vincenzo a Torri, λίγο έξω από το San Casciano. Για να φτάσουμε παίρνουμε έναν όμορφο εξοχικό δρόμο που διασχίζει ένα καταπράσινο δάσος, το οποίο είναι προστατευόμενο καταφύγιο θηραμάτων - γι αυτό και εκεί μέσα κατοικούν φασιανοί, λαγοί (τους είδα με τα μάτια μου), ελάφια, ακόμα και αγριογούρουνα. Η τοποθεσία βολεύει γιατί είναι και πολύ κοντά στη Φλωρεντία, αλλά και έχει άμεση πρόσβαση στα οινοποιεία και τα λοιπά οινο-γαστρονομικά αξιοθέατα του Chianti Classico.


Ο χώρος είναι πολύ καλαίσθητος και προσεγμένος, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά. Η προσέγγιση θυμίζει φοβερά ένα καλό bed & breakfast στην Αγγλική εξοχή - όσοι έχουν ζήσει ή ταξιδέψει στην Αγγλία θα καταλάβουν τι εννοώ. Τα 5 δωμάτια (καθένα από τα οποία φέρει και το όνομα ενός χαρακτηριστικού αρωματικού φυτού της περιοχής) είναι διακοσμημένα κατά το στυλ της περιοχής, παράλληλα όμως διαθέτουν και όλες τις σύγχρονες ανέσεις. Όλα έχουν το δικό τους μπάνιο και πρόσβαση στους όμορφους εσωτερικούς και εξωτερικούς κοινόχρηστους χώρους.

Αν δεν το έχετε κάνει ήδη, αξίζει να επισκεφτείτε την ιστοσελίδα της Casetta (www.casetta.net) για να κρίνετε από πρώτο χέρι την εμπειρία που υπόσχεται. Εγώ το μόνο που θα πω, έχοντας πλέον βρεθεί εκεί, είναι ότι ένιωσα ο ίδιος την χαρακτηριστική "ζεστασιά" της, που είναι αποτέλεσμα της φιλοξενίας και της γενικότερης προσωπικής φιλοσοφίας της Ξένιας Λαιμού. Μπορώ να φανταστώ λοιπόν ότι, ακόμα και αν στα 5 δωμάτια της Casetta κατοικούν 5 διαφορετικά άτομα/ζευγάρια, σύντομα θα γίνουν όλοι μία καλή παρέα! Όλο αυτό, με φόντο το πανέμορφο Τοσκανέζικο τοπίο, νομίζω ότι είναι μία εμπειρία που αξίζει να ζήσει κανείς.


Το ίδιο βράδυ, φάγαμε με την Ξένια στην τοπική ταβέρνα Fiore, στην γειτονική Marciola. Πρόκειται για ένα μέρος που [αυστηρά] εκ πρώτης όψεως θα το παραλλήλιζε κανείς με μία από τις χασαποταβέρνες της Σταμάτας: άσπρη πλαστική καρέκλα, τραπέζια έξω κάτω από τα δέντρα, μενού με έμφαση στο ψητό κρέας, και κυρίως στη φημισμένη Μπριζόλα της Φλωρεντίας (Bistecca Fiorentina), κάτι σαν τη δική μας "σταβλίσια".

Δυστυχώς (για εμάς) οι ομοιότητες σταματούν εκεί - και γι αυτό σας αναφέρω την εμπειρία. Δεν θα σταθώ στα εξαιρετικά κρύα και ζεστά ορεκτικά που φάγαμε (διάφορα τοπικά αλλαντικά, crostini με πεκορίνο και τρούφα, μανιτάρια porcini, κλπ), ούτε στην καταπληκτική και ζουμερότατη bistecca. Θα σταθώ όμως στη λίστα των κρασιών της ταβέρνας (επαναλαμβάνω, για να μην ξεχνιόμαστε), που περιείχε πολύ καλά δείγματα από όλες τις γύρω βασικές οινοπαραγωγικές περιοχές, σε τιμές συχνά χαμηλότερες της λιανικής στην Ελλάδα.

Στη συνέχεια πιάσαμε κουβέντα με τον ταβερνιάρη για τις διάφορες χρονιές, καθώς και για τις διαφορές μεταξύ των κρασιών των παράκτιων και των πιο ηπειρωτικών αμπελοοινικών περιοχών της Τοσκάνης. Όταν εν τέλει παρήγγειλα ένα Le Serre Nuove 2005 από τον Οίκο Ornellaia (στην ταβέρνα, ξαναλέω, για να μην ξεχνιόμαστε...), ήρθε μία σερβιτόρα που έχει πάρει ειδίκευση (και δίπλωμα) sommelier και μας έκανε επαγγελματική μετάγγιση (δείτε φωτο) για να το απολαύσουμε καλύτερα. Δεν επαναλαμβάνω ότι ήμασταν σε ταβέρνα, για να μη γίνω κουραστικός...


Δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο μπορεί ή και πρέπει να γίνει στην Ελληνική χασαποταβέρνα, π.χ. της Σταμάτας. Οι μαθητές μου στο σεμινάριο θυμούνται την διασκεδαστική ιστορία (που πάντα διηγούμαι) από την τελευταία φορά που ήμουν με "οινική" παρέα (Παρασκευόπουλος, Μαρκαντωνάτος κ.α.) σε ταβέρνα στη Σταμάτα και ζητήσαμε [απλά] εμφιαλωμένο κρασί (θα σας πω άλλη φορά τι μας ήρθε τελικά...). Ξέρω όμως ότι είναι άλλο ένα παράδειγμα από τα πολλά που συνέλλεξα στο ταξίδι αυτό της χαώδους διαφοράς στην οινική κουλτούρα μεταξύ ημών και των γειτόνων μας των Ιταλών.


Α, και κάτι τελευταίο - to add insult to injury, όπως λένε στα μέρη μου: Η χασαποταβέρνα Fiore διαθέτει δική της ετικέτα κρασιού και ελαιολάδου, καθώς και ιστοσελίδα (www.ristorantefiore.it)!...


 

Το Castello di Nipozzano ανήκει στην οικογένεια Frescobaldi, που είναι από τις παλαιότερες, μεγαλύτερες και σημαντικότερες στο Ιταλικό κρασί. Ήθελα να το επισκεφτώ όχι μόνο γιατί είναι πανέμορφο και ιστορικό, αλλά έπίσης επειδή είναι αντιπροσωπευτικό της ζώνης του Chianti Rufina, του αντιπάλου δέους του Chianti Classico και μίας πολύ σημαντικής από τις επτά συνολικά ζώνες του Chianti.

Το Castello di Nipozzano βρίσκεται σε έναν πανέμορφο, καταπράσινο λόφο, σε απόσταση 30 περίπου χιλιομέτρων από τη Φλωρεντία, και έχει υψόμετρο γύρω στα 400 μέτρα. Η ιστορία του ξεκινάει από τα Ρωμαϊκά χρόνια, ενώ κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα χρησίμευε ως οχυρό για την αντιμετώπιση των επιδρομών των βαρβάρων. Στα χέρια της οικογένειας Frescobaldi πέρασε στα μέσα του 19ου αιώνα.


Το Castello είναι ένα από τα 6 Κτήματα των Frescobaldi στην Τοσκάνη, και αυτό που θεωρούν ως το επίκεντρο της επικοινωνίας τους με το οινόφιλο κοινό. Για την επίσκεψη και περιήγησή μου στο χώρο επιστρατεύτηκε η Tiziana Frescobaldi, η οποία είναι μέλος του ΔΣ του Οίκου και υπεύθυνη για θέματα επικοινωνίας.


Ο χώρος είναι εξίσου επιβλητικός από έξω όσο κι από μέσα. Εξωτερικά, το Castello δεσπόζει σε μία απέραντη έκταση από αμπέλια και ελιές, και τα κτίσματα είναι πέτρινα και ακολουθούν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της περιοχής. Εσωτερικά ο χώρος αποπνέει την ευγενή καταγωγή των Frescobaldi, των προγόνων τους, αλλά και των προηγούμενων ιδιοκτητών του Κάστρου ανα τους αιώνες. Είναι διακοσμημένος με αναγεννησιακά έργα τέχνης και βαριά έπιπλα εποχής, ενώ σε διάφορα σημεία κρέμεται περήφανα ο θυρεός της οικογένειας των Frescobaldi.


Το Κτήμα παράγει 3 ετικέτες κρασιού, ενώ συμμετέχει και στον ελαιοπαραγωγικό συνεταιρισμό Laudemio. Πριν δοκιμάσουμε τα ερυθρά του Κτήματος, ξεκινήσαμε με το λευκό Castello di Pomino 2007, ένα Pomino Bianco DOC από Chardonnay και Pinot Bianco. Το κρασί αυτό παράγεται στο ομώνυμο Castello di Pomino της οικογένειας που βρίσκεται λίγο βόρεια της Φλωρεντίας. Πρόκειται για ένα παχύ και ευχάριστο βαρελάτο λευκό κρασί με απλή μύτη και καλή οξύτητα. Μπαίνοντας στα ερυθρά ξεκινήσαμε με το Nipozzano Riserva 2005, ένα Chianti Rufina DOCG που προκύπτει από χαρμάνι 90% Sangiovese και 10% άλλες ποικιλίες (Merlot, Colorino, Malvasia Nera). Ως Chianti Rufina είναι εμφανώς πιο δυνατό και πλούσιο από ένα αντίστοιχο Chianti Classico, με παχιές ταννίνες και έντονη οξύτητα. Συνεχίσαμε με το Montesodi Riserva 2005, το premium Chianti Rufina DOCG του Κτήματος. Πρόκειται για ένα πολύ πλούσιο και γεμάτο κρασί με απίστευτες ταννίνες και υψηλό αλκοολικό τίτλο (14.5%), το οποίο όμως είναι ιδιαίτερα ισορροπημένο και εξαιρετικά καλά δομημένο. Ολοκληρώσαμε με το Mormoreto 2005, ένα Super Tuscan (Toscana IGT) από 60% Cabernet Sauvignon, 25% Merlot και 15% Cabernet Franc. Πρόκειται για ένα πραγματικά εντυπωσιακό ερυθρό κρασί χωρίς το παραμικρό ψεγάδι σε μύτη και στόμα.


Η επίσκεψη στο Castello di Nipozzano ολοκληρώθηκε με μία (παρατεταμένη) στάση στο wine shop του Κτήματος, το οποίο πουλάει κρασιά και προϊόντα από όλα τα Κτήματα των Frescobaldi στην ευρύτερη περιοχή. Έτσι δεν έχασα την ευκαιρία να αγοράσω (και) ένα magnum Lucente 2006, που είναι ένα από τα αγαπημένα μου Super Tuscan από το Κτήμα Tenuta Luce Della Vite που διατηρούν οι Frescobaldi έξω από το Montalcino, στην ευρύτερη περιοχή της Siena.

 

Η τρίτη μέρα ξεκίνησε με επίσκεψη στο Tenuta Tignanello, το Κτήμα όπου παράγεται ένα από τα πολύ αγαπημένα μου κρασιά (για το οποίο ξέρω ότι σας έχω μιλήσει κατ' επανάληψιν...). Το Κτήμα βρίσκεται στο Montefiridolfi, στην ευρύτερη περιοχή του San Casciano. Πρόκειται για ένα πανέμορφο Κτήμα σε ένα μοναδικό τοπίο με όμορφους λόφους και καλοφροντισμένα αμπέλια. Εκτός από το ομώνυμο Tignanello, το Κτήμα παράγει και ένα από τα πολύ premium κρασιά του οίκου Antinori, το Solaia - ένα φίνο χαρμάνι από Cabernet Sauvignon, Cabernet Franc και Sangiovese.

Το Tenuta Tignanello δεν είναι επισκέψιμο για το κοινό, γι αυτό και είχα το προνόμιο ενός προσωπικού τουρ από ειδικό άτομο που ήρθε επί τούτου από τα κεντρικά της εταιρείας στην Φλωρεντία. Η επίσκεψη ξεκίνησε με δοκιμή τριών ερυθρών κρασιών Antinori στο ισόγειο της βίλας του Μαρκησίου Antinori στο Κτήμα. Η δοκιμή ήταν απλά για να μπούμε στο κλίμα και περιελάμβανε το Villa Antinori 2005, το entry-level ερυθρό Super Tuscan από σταφύλια διαφόρων αμπελιών του οίκου στην Τοσκάνη, το Marchese Antinori Chianti Classico Riserva 2004, το οποίο είναι τυπικό της περιοχής και φέρει το όνομα του ιδρυτή του οίκου, και το Tignanello 2005. Καμία έκπληξη, όπως φαντάζεστε. Το πρώτο κρασί δείχνει το πόσο καλή δουλειά κάνει ο οίκος ακόμα και σε ένα φτηνό κρασί (νομίζω η λιανική του τιμή στην Ελλάδα είναι γύρω στα €11), ενώ το δεύτερο είναι ένα πολύ εκλεκτό δείγμα του τυπικού κρασιού της περιοχής, του Chianti Classico - το συγκεκριμένο είναι Riserva, και γι αυτό το λόγο έχει παλαιώσει λιγάκι περισσότερο από ένα "απλό" Chianti Classico (εν προκειμένω 14 μήνες στο βαρέλι και 12 στη φιάλη) πριν διατεθεί στο εμπόριο. Για το Tignanello 2005 τα έχουμε ξαναπεί επανειλημένως. Απλά θα πω ότι, μπορεί να ήταν η ιδέα μου ή να ήμουν συνεπαρμένος από την όλη εμπειρία, αλλά το να το δοκιμάζω "μέσα στο σπίτι του" το έκανε ακόμα πιο εντυπωσιακό...

Η επίσκεψη συνεχίστηκε σε ολόκληρο το Κτήμα, από τα αμπέλια, όπου είδα από κοντά την τριμμένη άσπρη πέτρα του Κτήματος (που σας είχα αναφέρει σε προηγούμενο post) σκορπισμένη στις ρίζες των κλημάτων, μέχρι τις κάβες παλαίωσης των μεγάλων κρασιών του Κτήματος. Μεγάλη στιγμή η αποκλειστική επίσκεψη στο νέο οινοποιείο του Solaia που είναι υπό κατασκευή και προμηνύεται υπερ-σύγχρονο...

Στη συνέχεια επισκέφτηκα το ξενοδοχείο του Κτήματος, το Fonte de' Medici (η Πηγή των Μεδίκων). Πρόκειται για ένα όμορφο ξενοδοχείο, όμορο με το Κτήμα, που μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι 90 επισκέπτες. Διαθέτει πισίνα, γήπεδα τέννις και γυμναστήριο, εστιατόριο, ένα μικρό συνεδριακό κέντρο, καθώς και όμορφα δωμάτια με τυπική διακόσμηση της περιοχής, που φέρουν τα ονόματα των ποικιλιών σταφυλιού που οινοποιεί ο Οίκος Antinori  σε όλη την Ιταλία.

Λίγο πιο πέρα, στη βάση ενός διπλανού λόφου (5 λεπτά με το αυτοκίνητο) βρίσκεται το παλιό Μοναστήρι Badia di Passignano, που είναι πανέμορφο και πλούσιο σε ιστορία και παράδοση (μέχρι και ο Γαλιλαίος δίδαξε εκεί το 1587). Τα αμπέλια της Μονής είναι ονομαστά εδώ και αιώνες, και σήμερα ανήκουν στον Οίκο Antinori. Στον ευρύτερο χώρο της Μονής λειτουργεί σήμερα ένα από τα εστιατόρια των Antinori, η Osteria di Passignano. Η Osteria προσφέρει τυπικές γεύσεις της περιοχής σε ένα πολύ όμορφο περιβάλλον. Τον Ιανουάριο που μας πέρασε, η Osteria di Passignano κέρδισε το πρώτο της αστέρι Michelin. Παρά ταύτα διατηρεί τις τιμές της αρκετά λογικές - για παράδειγμα, το μενού γευσιγνωσίας, το οποίο περιλαμβάνει 5 πιάτα, καθένα από τα οποία συνοδεύεται και από ένα ποτήρι κρασί του οίκου (περιλαμβάνει και Tignanello και Solaia), κοστολογείται στα €100 κατ' άτομο. Αξίζει επίσης να σας πω ότι στον ίδιο όμορφο χώρο λειτουργεί και σχολή μαγειρικής για όσους θέλουν να μάθουν από πρώτο χέρι την Τοσκανέζικη κουζίνα.

Στην άλλη πλευρά του κτιρίου βρίσκεται η Bottega, το πρατήριο όλων των κρασιών Antinori από τα γύρω κτήματα. Αφού χάζεψα αρκετή ώρα και συζήτησα με τον υπεύθυνο για τις διάφορες εσοδείες που διαθέτουν από κάθε ετικέτα, έφυγα (μεταξύ αρκετών άλλων) και με ένα magnum Tignanello 2005, το οποίο πωλείται εκεί στην τιμή των €130.

 

Η σημερινή μέρα, όπως αναμενόταν, ήταν τέλεια. Μετά από ένα απίστευτο πρωινό που απολαύσαμε με φόντο την εκπληκτική θέα από την ταράτσα του ξενοδοεχίου, πήραμε τους δρόμους!

Το δρομολόγιο ξεκίνησε με σύντομες στάσεις σε μερικές από τις μικρές πόλεις που συνθέτουν το Chianti Classico: την Greve, την Radda, την Castellina και το Panzano. Στο τελευταίο μείναμε περισσότερο, προκειμένου να επισκεφτούμε δύο ιδιαίτερα αξιόλογα οινοποιεία: την Villa Cafaggio και το Fontodi.


Και τα δύο οινοποιεία βρίσκονται στην ιδιαίτερα προνομιούχα περιοχή της Χρυσής Κοιλάδας (Conca d' Oro). Στη Villa Cafaggio η γλυκύτατη Ελίζα μας έκανε μία πλήρη ξενάγηση, ενώ οργάνωσε για εμάς και μία δοκιμή τεσσάρων χαρακτηριστικών κρασιών: του Chianti Classico 2006 και του Chianti Classico Riserva 2005 του κτήματος, καθώς και των 2 Super Tuscans τους: του San Martino 2000 (από 100% Sangiovese) και του Cortaccio 2003 (από 100% Cabernet Sauvignon). Τα δύο πρώτα ήταν πολύ όμορφα και τυπικά, το συγκεκριμένο San Martino ωστόσο, χωρίς να είναι κακό, δεν ήταν "στη χρονιά του". Το Cortaccio όμως ήταν χωρίς αμφιβολία ένα από τα καλύτερα Cabernet Sauvignon που έχω δοκιμάσει τελευταία. Όποιος προτιμάει ερυθρά κρασιά με σώμα, ένταση και ταννίνες "στο Θεό" καλά θα κάνει να το αναζητήσει.


Στο Fontodi τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Το οινοποιείο έχει μία πολύ πιο "boutique" προσέγγιση, ενώ μας φρόντισε προσωπικά ο ιδιοκτήτης, ο εξαιρετικός Giovanni Manetti. Μαζί του δοκιμάσαμε 3 απίστευτα κρασιά του: το πολύ καλό και μυώδες Chianti Classico 2006, το πανέμορφο Vigna del Sorbo Chianti Classico Riserva 2004 που πρόσφατα απέσπασε 95 βαθμούς από τον Αμερικάνο guru Robert Parker, αυτό όμως που ήταν η αποκάλυψη ήταν το Flaccianello della Pieve 2005: το Τοσκανέζικο Sangiovese στα καλύτερά του. Το συγκεκριμένο κρασί έχει θέσει ήδη υποψηφιότητα για τον τίτλο του κορυφαίου κρασιού αυτού του ταξιδιού!


Έπεται συνέχεια. Τόσο σήμερα το βράδυ, από τους οικοδεσπότες μας στο οινοποιείο Capannelle, όσο και αύριο, με επισκέψεις στο Tenuta Tignanello (που λέγαμε...) και το Castello di Nipozzano της οικογένειας Frescobaldi. Ανυπομονώ!...

 

Φτάσαμε αργούτσικα στην Τοσκάνη - τοπική ώρα 7.00 το απόγευμα. Η οδήγηση από Ανκόνα μας πήρε λίγο παραπάνω γιατί σταματήσαμε σε μία όμορφη ταβέρνα στα μισά της διαδρομής για φαγητό.

Οι πρώτες εντυπώσεις από το μέρος που θα μείνουμε είναι για όλους φοβερές. Προς το παρόν βολευόμαστε και φρεσκαριζόμαστε, γιατί το βράδυ θα ακολουθήσει δείπνο μετά γευσιγνωσίας.
Εγώ, όπως φαντάζεστε, τραβάω φωτογραφίες σαν μανιακός.

Ακολουθούν λοιπόν παρακάτω οι πρώτες φωτογραφίες με διάφορες απόψεις από την Villa San Michele, το ξενοδοχείο του φημισμένου οινοποιείου Capannelle στο Chianti Classico, που μας φιλοξενεί:

 

Λοιπόν, όπως ο Πρωινός Καφές τα καλοκαίρια μετακομίζει στο Λαγονήσι ή τη Μύκονο, έτσι και τα Telegourmet Chronicles αυτή την εβδομάδα θα εκπέμπουν από την Τοσκάνη!

Συντονιστείτε λοιπόν από Τετάρτη και μετά - πρώτα ο Θεός - για καθημερινές ανταποκρίσεις και φωτορεπορτάζ από τις οινογαστρονομικές περιπλανήσεις της παρέας στην παραμυθένια περιοχή του Chianti Classico...